Top

Αναζήτηση


Αρμενόπουλος
Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
12
Έτος
2023
 
Περισσότερα »

Παραπομπές


Αρμενόπουλος, 12 (2023)


ΜΠρΙωαν 525/2023 - σχόλιο: Α. Πλεύρη

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

« Προηγούμενο    

A- A A+    Εκτύπωση   

ΜΠρΙωαν 525/2023

Δικαστής: Ανθούλα Δέρμου
Δικηγόροι: Σ. Κίτσιος/Κ. Λαμπρούσης

(69, 144 § 1, 145, 933, 955 § 1, 995 § 1 ΚΠολΔ).

Η επίδοση της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου πρέπει, κατά το άρθρο 995 § 1 ΚΠολΔ, επί ποινή απόλυτης ακυρότητας της κατάσχεσης, να γίνει στον αυτοπροσώπως παρόντα καθ’ου η κατάσχεση και όχι στους συγγενείς ή συνοίκους ή στους δυνάμενους να παραλαμβάνουν κοινοποιούμενα δικόγραφα υπαλλήλους.
Όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση είναι απών κατά την κατάσχεση, η επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης πρέπει να γίνει, όπως ορίζουν τα άρθρα 955 § 1 και 995 § 1 ΚΠολΔ για την κατάσχεση κινητών και ακινήτων αντίστοιχα. Η μη τήρηση των διατυπώσεων των εν λόγω διατάξεων, που προβλέπουν ειδικότερη διαδικασία για την επίδοση αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης από τις γενικές διατάξεις περί επιδόσεων των άρθρων 122 επ. ΚΠολΔ, θεμελιώνει λόγο ανακοπής κατά της κατάσχεσης, ανεξαρτήτως επίκλησης και απόδειξης δικονομικής βλάβης.
Απαράδεκτο το προβαλλόμενο με την ανακοπή κατά της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου αίτημα ακύρωσης προγραμματισμένου για το μέλλον πλειστηριασμού, διότι ζητείται έτσι προληπτική δικαστική προστασία χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 69 ΚΠολΔ.

[…]

Με την υπό κρίση ανακοπή, ο ανακόπτων ζητεί, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρει στο δικόγραφο, να ακυρωθεί η με αριθμό … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ιωαννίνων, έδρα στο Πρωτοδικείο Ιωαννίνων … και ο δι’ αυτής προγραμματισμένος πλειστηριασμός ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ιωαννίνων … και να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή της δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η ένδικη ανακοπή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 1 εδ. α’ και 3 του ΚΠολΔ, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 937 παρ. 3 σε συνδυασμό με 591 και 614επ ΚΠολΔ) και είναι εμπρόθεσμη, αφού η προσβαλλόμενη κατάσχεση έλαβε χώρα στις …05.2023, ενώ η υπό κρίση ανακοπή ασκήθηκε στις …06.2023 και επιδόθηκε στις …06.2023 (βλ. τη με αριθμό …/2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ιωαννίνων, με έδρα το Πρωτοδικείο Ιωαννίνων …), ήτοι εντός της προθεσμίας των σαράντα πέντε ημερών του 934 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι με την ανακοπή προβάλλονται λόγοι που αφορούν την εγκυρότητα πράξεων εκτέλεσης που έλαβαν χώρα μετά την επιταγή προς πληρωμή και παραδεκτή, πλην του αιτήματος να ακυρωθεί ο προγραμματισμένος για την … πλειστηριασμός, το οποίο τυγχάνει απορριπτέο ως απαράδεκτο, διότι με αυτό ζητείται προληπτική δικαστική προστασία χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 69 ΚΠολΔ. Τούτο, διότι ναι μεν κατά την περίπτωση δ’ της ως άνω διάταξης είναι επιτρεπτή η ταυτόχρονη άσκηση ανακοπής κατά της επόμενης πράξης εκτέλεσης στηριγμένης στην ακυρότητα της προηγούμενης (Π. Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. §34, VII, αρ. 30, σελ. 569), ωστόσο με την ως άνω διάταξη παρέχεται ένδικη προστασία υπό την προϋπόθεση ότι ο γενεσιουργός λόγος του επίδικου δικαιώματος (που για το δικαίωμα άσκησης ανακοπής κατά το άρθρο 933 ΚΠολΔ είναι η παράνομη διενέργεια εκτέλεσης) έχει ήδη επέλθει κατά το χρόνο συζήτησης (Χαρούλα Απαλαγάκη, Κώδικας πολιτικής δικονομίας. Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 5η έκδοση, 1ος τόμος, άρθρο 69, σελ. 229, πλαγιαρ. 1). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη ανακοπή, στο μέτρο που κρίθηκε παραδεκτή, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της.

Σύμφωνα με το άρθρο 955 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς και το άρθρο 995 παρ. 1 ΚΠολΔ προκειμένου για ακίνητα, αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνηση του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που περατώθηκε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την περάτωση της κατάσχεσης. Μέσα στην ίδια πενθήμερη προθεσμία η έκθεση επιδίδεται στον γραμματέα του ειρηνοδικείου του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος οφείλει να την καταχωρίσει σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο εκείνων κατά των οποίων γίνεται η κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα της κατάσχεσης. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης πρέπει να γίνει στον παρόντα καθ’ ου η κατάσχεση και όχι στους συγγενείς ή συνδίκους ή στους δυνάμενους να παραλαμβάνουν κοινοποιούμενα δικόγραφα υπαλλήλους. Η παρουσία των τελευταίων προσώπων δε σημαίνει και παρουσία του καθ’ ου η εκτέλεση. Αυτός είναι παρών, όταν αυτοπροσώπως παρευρίσκεται. Αν ο καθ’ ου η εκτέλεση είναι απών κατά την κατάσχεση, η επίδοση πρέπει να γίνει όπως ορίζουν οι παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 144 παρ. 1 και 145 ΚΠολΔ. Οι παραπάνω διατυπώσεις επιβάλλονται με ποινή ακυρότητας της κατάσχεσης (αρθρ. 955 παρ. 1 εδ. δ’ και 995 παρ.1 εδ. γ’ ΚΠολΔ), εξαιτίας της σπουδαιότητας που αποδίδει στην τήρηση τους ο νομοθέτης. Συνεπώς η μη τήρηση τους θεμελιώνει λόγο ανακοπής κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεσης), ανεξάρτητα από την επίκληση και απόδειξη δικονομικής βλάβης (ΑΠ 2155/1986, ΜονΠρΡοδ 295/2019, ΜονΠρΑθ 4484/2015, ΜονΠρΛαρ 2775/2001 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γέσιου-Φαλτσή σε Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, ΙΙΑ/Ειδικό Μέρος, Γ΄ Έκδοση, σελ. 252επ).

Με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση ανακοπής ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι είναι άκυρη η επίδοση της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, καθώς ενώ κατά τη συντέλεση της κατάσχεσης αυτός ως καθ’ου η εκτέλεση ήταν απών, η επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης δεν έγινε σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 955 παρ. 1 ΚΠολΔ, αλλά επιδόθηκε στη σύνοικο σύζυγό του. Ο ανωτέρω λόγος ανακοπής είναι ορισμένος, απορριπτόμενων των αντίθετων ισχυρισμών της καθ’ ης η ανακοπή, και νόμιμος, στηριζόμενος στη διάταξη του άρθρου 995 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα. Πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

Από τη μελέτη του φακέλου της δικογραφίας και ειδικότερα από όλα ανεξαιρέτως τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα έγγραφα, δημόσια και ιδιωτικά, που προσάγονται είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη συνέχεια της παρούσας, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με αριθμό … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ιωαννίνων με έδρα το Πρωτοδικείο Ιωαννίνων … επιβλήθηκε κατάσχεση σε βάρος του αναλυτικά περιγραφόμενου στην ανωτέρω έκθεση με ΚΑΕΚ … ακινήτου του ανακόπτοντος, για την ικανοποίηση απαίτησης της καθ’ ης η ανακοπή, για την οποία εκδόθηκε η με αριθμό … Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, ακριβές αντίγραφο του με αριθμό … πρώτου εκτελεστού απογράφου της οποίας επιδόθηκε στον καθ’ ου, κάτωθι του οποίου είχε συνταχθεί η από … επιταγή προς εκτέλεση. Όπως αποδεικνύεται από την ίδια ανωτέρω αναφερόμενη έκθεση κατάσχεσης, ο καθ’ ου η εκτέλεση και ήδη ανακόπτων δεν ήταν παρών κατά τη διενέργεια της κατάσχεσης. Παρούσα ήταν μόνο η σύνοικος σύζυγός του …, η οποία υπέγραψε την προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ως σύνοικος του καθ’ ου. Ακολούθως, όπως αποδεικνύεται από τη με αριθμό … Έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής εκτέλεσης επιδόθηκε αυθημερόν στη σύνοικο σύζυγο του καθ’ ου η εκτέλεση - ανακόπτοντα. Πλην όμως σύμφωνα με τα όσα ορίζει η διάταξη του άρθρου 995 ΚΠολΔ, αντίγραφο της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης επιδίδεται μετά την περαίωση της κατάσχεσης στον καθ’ ου η εκτέλεση, εφόσον είναι παρών. Εφόσον αυτός είναι απών, ο διενεργών την εκτέλεση δικαστικός επιμελητής επιδίδει το εν λόγω αντίγραφο το αργότερο την επόμενη ημέρα, εφόσον ο καθ’ ου η εκτέλεση έχει την κατοικία του στον ίδιο Δήμο, όπου έγινε η κατάσχεση. Η διάταξη του άρθρου 995 παρ. 1 ΚΠολΔ, που έχει όμοιο περιεχόμενο με αυτή του άρθρου 955 παρ. 1 ΚΠολΔ που εφαρμόζεται επί κατάσχεσης κινητών, προβλέπει ειδικότερη διαδικασία για την επίδοση του αντιγράφου της εκθέσεως κατασχέσεως, που υπερισχύει των όσων προβλέπουν οι γενικές διατάξεις των άρθρων 122επ ΚΠολΔ. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ενημέρωση του καθ’ ου η εκτέλεση περί της εναντίον του κινηθείσας διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και της κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας του, η επίδοση πρέπει να γίνει στον ίδιο προσωπικά και δεν μπορεί να γίνει σε σύνοικο ή συγγενή. Έτσι στην υπό κρίση περίπτωση, αφού ο καθ’ ου η εκτέλεση και ήδη ανακόπτων ήταν απών κατά τη επιβολή της αναγκαστικής κατάσχεσης επί της ακίνητης περιουσίας του, αλλά είναι κάτοικος του ίδιου Δήμου όπου βρίσκεται το κατασχεθέν ακίνητο, η δικαστική επιμελήτρια όφειλε να επιδώσει το αντίγραφο της έκθεσης που συνέταξε σχετικά με την κατάσχεση, στον ίδιο προσωπικά, το αργότερο έως την επόμενη από την επιβολή της κατάσχεσης, χωρίς να αρκεί η επίδοση στη σύνοικο αυτού κατ’ άρθρο 128 ΚΠολΔ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, αφού η έλλειψη των ανωτέρω διατυπώσεων συνεπάγεται κατά τον νόμο την απόλυτη ακυρότητα της έκθεσης κατάσχεσης, σύμφωνα με τη ρητή γραμματική’ ερμηνεία της επίδικης διάταξης του άρθρου 995 παρ. 1 εδαφ. α’ - γ’ ΚΠολΔ και κατά τα αναφερόμενα στην παραπάνω νομική σκέψη, πρέπει, κατά παραδοχή του πρώτου λόγου της ανακοπής και παρελκομένης της έρευνας του δεύτερου λόγου αυτής, ο οποίος καθίσταται πλέον άνευ αντικειμένου, εφόσον κατατείνει στην ακύρωση της ίδιας πράξεως της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης (ΑΠ 1054/1999 ΕλλΔνη 40.1540, ΕφΑθ 1294/2009 ΕλλΔνη 52.190, ΕφΘεσ 2292/2006 ΧρΙΔ 2007.156, ΕφΑθ 5824/2001 ΕλλΔνη 43.185, ΕφΑθ 260/2001 ΕλλΔνη 42.1372), να γίνει δεκτή η κρινόμενη ανακοπή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να ακυρωθεί η με αριθμό … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ιωαννίνων με έδρα το Πρωτοδικείο Ιωαννίνων […]. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η καθ’ ης η ανακοπή, λόγω της ήττας της (άρθρο 179 ΚΠολΔ), στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

[…]

[Το άρθρο 955 § 1 ΚΠολΔ ρυθμίζει το ζήτημα της επιδόσεων της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης κινητού και ορίζει ότι : «1. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που περατώθηκε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την περάτωση της κατάσχεσης. Μέσα στην ίδια πενθήμερη προθεσμία η έκθεση επιδίδεται στον γραμματέα του ειρηνοδικείου του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση, ο οποίος οφείλει να την καταχωρίσει σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο εκείνων κατά των οποίων γίνεται η κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα της κατάσχεσης.».

Επί κατάσχεσης ακινήτων δε, η όμοιου περιεχομένου διάταξη του άρθρου 995 § 1 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 77 του ν.4842/2021) ορίζει ότι: «1. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ`ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που έγινε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα. Ως τιμή πρώτης προσφοράς για τον πλειστηριασμό ακινήτου ορίζεται η εμπορική του αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά τον χρόνο της κατάσχεσης κατά το π.δ. 59/2016 (Α’ 95).».

Αμφότερες οι ως άνω διατάξεις προβλέπουν μια ειδικότερη σε σχέση με τις γενικές διατάξεις περί επιδόσεων των άρθρων 122 επ. ΚΠολΔ διαδικασία για την επίδοση αντιγράφου συγκεκριμένα της κατασχετήριας έκθεσης και σε αμφότερες τις ως άνω διατάξεις θεμελιώνεται λόγος ανακοπής και ακύρωσης της κατάσχεσης και δη ανεξαρτήτως επίκλησης και απόδειξης δικονομικής βλάβης, σε περίπτωση μη τήρησης των ως άνω διατυπώσεων. Η επίδοση, λοιπόν, της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου πρέπει, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου και επί ποινή απόλυτης ακυρότητας της κατάσχεσης, να γίνει στον αυτοπροσώπως παρόντα καθ’ ου η κατάσχεση για την άμεση ενημέρωση του και όχι στους συγγενείς ή συνοίκους αυτού (στην περίπτωση της σχολιαζόμενης απόφασης η ακυρωθείσα κατασχετήρια έκθεση επιδόθηκε στην σύνοικο σύζυγο του καθ’ ου η εκτέλεση) ή στους δυνάμενους να παραλαμβάνουν κοινοποιούμενα δικόγραφα υπαλλήλους (βλ. ΜονΠρΛαρ 2775/2001, Δικογραφία 2001.517· ΜονΠρΡοδ 295/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Οι ως άνω διατάξεις προβλέπουν, μάλιστα, ειδικά τί απαιτείται να διενεργηθεί, όταν ο καθ’ου η κατάσχεση είναι παρών και αρνηθεί να παραλάβει την κατασχετήρια έκθεση και τί στην περίπτωση που αυτός είναι απών.

Επομένως, όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση είναι απών κατά την κατάσχεση, όταν δηλαδή δεν είναι αυτοπροσώπως παρών ο ίδιος, η επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης πρέπει να γίνει όπως ορίζουν τα άρθρα 955 § 1 και 995 § 1 ΚΠολΔ για την κατάσχεση κινητών και ακινήτων αντίστοιχα, δηλαδή η επίδοση πρέπει να γίνει (επί ποινή ακυρότητας) το αργότερο την επομένη της ημέρας, που έγινε η κατάσχεση, αν εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου ή της κοινότητας όπου έγινε η κατάσχεση, άλλως μέσα σε οκτώ ημέρες από την κατάσχεση. Ο λόγος για τον οποίο οι ως άνω διατυπώσεις επιβάλλονται ρητά (άρθρο 995 § 1 εδ. γ΄ για την κατάσχεση ακινήτων) με ποινή απόλυτης ακυρότητας της κατάσχεσης είναι η σπουδαιότητα την οποία αποδίδει στην τήρηση τους ο νομοθέτης, όπως έχει επισημάνει ήδη από το έτος 1986 το Ακυρωτικό στη με αριθμό 2155/1986 (ΝοΒ 1987.1244) απόφαση του. Γίνεται, λοιπόν δεκτό από τον Άρειο Πάγο, ότι η μη τήρηση των ως άνω διατυπώσεων θεμελιώνει λόγο ανακοπής κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεσης), ανεξάρτητα από την επίκληση και απόδειξη δικονομικής βλάβης από τον ανακόπτοντα – καθ’ ου η κατάσχεση. Τις παραδοχές αυτές της απόφασης του Αρείου Πάγου επαναλαμβάνει και η ως άνω δημοσιευόμενη απόφαση. Η γνώμη αυτή υποστηρίζεται επίσης και στην επιστήμη (Βλ. Μπρίνια, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης ΙΙ, β έκδοση, άρθρο 955, σελ. 761· Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη), Ερμηνεία ΚΠολΔ2, 2021, άρθρο 955, σελ. 365-366, αριθ. 2-3, άρθρο 995, αριθ. 2, σελ. 853-854, αριθ. 3, σελ. 854-857, αριθ. 5· Απαλαγάκη/Σταματόπουλο (-Ρεντούλη), Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, τ.ΙΙ, 2022, υπό άρθρο 995, σελ. 3287-3288, αριθ. 1)].

Α.Π.