ΜΠρΚορ 1/2022
Δικαστής: Ευ. Καραπάνου
Δικηγόρος: Γ. Λιάκης
Νομοθετικές διατάξεις: άρθρα 8 Καν. 2201/2003, 3 Καν. 4/2009, 15 ΣυμβΧαγ1996 περί γονικής ευθύνης, 3 ΠρωτΧαγ2007 περί διατροφών, 1515 ΑΚ
Διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις γονικής μέριμνας κατά τον Κανονισμό 2201/2003 και διατροφής ανηλίκου κατά τον Κανονισμό 4/2009, που γεννήθηκε εκτός γάμου από μητέρα υπήκοο Ρουμανίας και πατέρα υπήκοο Πακιστάν, ο οποίος το αναγνώρισε εκουσίως. Κρίσιμος δικαιοδοτικός σύνδεσμος για τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας και τον καθορισμό της διατροφής του ανηλίκου είναι ο τόπος της συνήθους διαμονής του.
Εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις γονικής ευθύνης κατά τη Σύμβαση της Χάγης του 1996 και διατροφής ανηλίκου κατά το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007. Κρίσιμος σύνδεσμος για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου η συνήθης διαμονή του ανηλίκου. Εκτός γάμου αναγνωρισμένα τέκνα μετά τον ν. 4800/2021. Ο πατέρας που αναγνώρισε εκουσίως το τέκνο του αποκτά γονική μέριμνα, την οποία ασκεί από κοινού με τη μητέρα, εφόσον συμβιώνουν μαζί, διαφορετικά, σε περίπτωση διαφωνίας ως προς την άσκησή της, αποφασίζει το δικαστήριο. Ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου αποκλειστικά στον πατέρα.
Ο Κανονισμός (ΕΚ) 2201/2003 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας (Κανονισμός Βρυξέλλες ΙΙα), ο οποίος άρχισε να εφαρμόζεται από την 1η Μαρτίου 2005 (άρθρο 72) και θα ισχύσει έως την 1η Αυγούστου 2022, οπότε και θα τεθεί σε ισχύ ο Κανονισμός (ΕΕ) 1111/2019 (άρθρο 100 του τελευταίου), αποσκοπεί στην ενοποίηση των κανόνων σύγκρουσης δικαιοδοσίας μεταξύ των κρατών μελών και τη διασυνοριακή αναγνώριση των δικαιοδοσιών και των αποφάσεων σχετικά με τη λύση του συζυγικού δεσμού και τη γονική μέριμνα. Με την έναρξη ισχύος του ως άνω Κανονισμού, ο οποίος ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος (ΑΠ 7/2009, ΕλλΔνη 50/2009. 496), επέρχεται μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνέπραξαν στην αποδοχή του, υποκατάσταση του εσωτερικού δικαίου από τις διατάξεις του. Ο Κανονισμός τυγχάνει εφαρμογής, όταν ο δικαιοδοτικός σύνδεσμος, που χρησιμοποιείται από την κατά περίπτωση εφαρμοστέα διάταξη, εντοπίζεται στο έδαφος κράτους μέλους κι όταν πρόκειται για περιπτώσεις, που εμφανίζουν στοιχείο αλλοδαπότητας, όπως κατά κύριο λόγο εξαιτίας αλλοδαπής ιθαγένειας τουλάχιστον ενός από τους διαδίκους ή του παιδιού, ο οποίος μπορεί να εντοπίζεται και σε κράτος μη δεσμευόμενο από τον Κανονισμό [βλ. σε Π. Αρβανιτάκη/Ε. Βασιλακάκη/Π. Γιαννόπουλο, Κανονισμός (ΕΚ) 2201/2003-Κανονισμός Βρυξέλλες Πα. Κατ’ άρθρο ερμηνεία, σ. 93]. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 § 1 στοιχ. β΄ και § 2 στοιχ. α΄ του ως άνω Κανονισμού, προκύπτει, ότι εντός του πεδίου εφαρμογής του εντάσσονται οι υποθέσεις γονικής μέριμνας ανηλίκου τέκνου και ιδίως επιμέλειας. Η κατά τον Κανονισμό έννοια της γονικής μέριμνας εξειδικεύεται στο άρθ. 2 § 7 αυτού, όπου και ορίζεται, ότι περιλαμβάνει το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που παρέχονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με δικαστική απόφαση, απευθείας από το νόμο ή με ισχύουσα συμφωνία, όσον αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του παιδιού και περιλαμβάνει ειδικότερα το δικαίωμα επιμέλειας και το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας, αποτελώντας έτσι μια έννοια ευρύτερη από αυτή του ελληνικού δικαίου (βλ. σε Π. Αρβανιτάκη/Ε. Βασιλακάκη/Π. Γιαννόπουλο, ό.π, σ. 96). Ειδικότερα, αναφορικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και σύμφωνα με το άρθρο 8 υπό τον τίτλο «Γενική Δικαιοδοσία» και την παράγραφο 1 αυτού: «Τα Δικαστήρια κράτους μέλους έχουν δικαιοδοσία επί θεμάτων, που αφορούν τη γονική μέριμνα παιδιού, το οποίο έχει συνήθη διαμονή σε αυτό το κράτος μέλος κατά τη στιγμή της άσκησης της προσφυγής». Κρίσιμη, δηλαδή, είναι και αρκεί για τη θεμελίωση της διεθνούς δικαιοδοσίας σε κράτος μέλος η εκεί συνήθης διαμονή του παιδιού με αναφορά στον χρόνο άσκησης της αγωγής ή αίτησης (προσφυγής), δηλαδή κατά τον χρόνο, που ολοκληρώνεται κατά το άρθρο 16 του Κανονισμού η άσκησή της, εφόσον βέβαια η υπόθεση εμφανίζει στοιχεία αλλοδαπότητας κατά τα ανωτέρω. Η έννοια της «συνήθους διαμονής», σύμφωνα με τους στόχους και τους σκοπούς του Κανονισμού, δεν αναφέρεται σε οποιαδήποτε έννοια συνήθους διαμονής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αλλά σε μια «αυτόνομη» έννοια του κοινοτικού δικαίου. Υπό το πρίσμα του συμφέροντος του παιδιού κατά τη 12η αιτιολογική σκέψη αυτού απαιτείται η ύπαρξη κάποιας διάρκειας και κανονικότητας, λαμβανομένου, επίσης, υπ’ όψιν και του συνόλου των οικογενειακών και κοινωνικών σχέσεων, που έχουν αναπτυχθεί στο συγκεκριμένο τόπο. Η συνδρομή, μάλιστα, του ανωτέρω κριτηρίου σχετικά με την ύπαρξη διεθνούς δικαιοδοσίας ερευνάται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (άρθρο 17). Επομένως, για τη θεμελίωση της διεθνούς δικαιοδοσίας αρκεί, ότι η υπόθεση έχει το συγκεκριμένο αντικείμενο, δηλαδή τη ρύθμιση της γονικής μέριμνας [βλ. Φουντεδάκη, Οι υποθέσεις γονικής μέριμνας στο νέο Κανονισμό (ΕΚ) 2201/2003, 2004, σ. 64], καθώς και ότι ο τόπος συνήθους διαμονής του παιδιού βρίσκεται σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. Ταμαμίδη, Διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις γονικής μέριμνας κατά τον κανονισμό 2201/2003, 2004, σ. 79), χωρίς να απαιτείται τα παιδιά ή οι διάδικοι γενικότερα να έχουν την ιθαγένεια του κράτους μέλους.
Επιπροσθέτως, με το ν. 4020/2011 κυρώθηκε από την Ελλάδα η Σύμβαση της Χάγης της 19ης.10.1996 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία ως προς τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών και απέκτησε έτσι την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος (άρθρο πρώτο ως άνω Νόμου), ενώ τέθηκε σε ισχύ στην εσωτερική έννομη τάξη από την 1η.6.2012. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 1 § 1 στοιχ. α΄, β΄ και γ΄ του κεφαλαίου I της ίδιας Σύμβασης, η Σύμβαση έχει ως σκοπό: α. να καθορίζει το Κράτος, του οποίου οι Αρχές έχουν διεθνή δικαιοδοσία για τη λήψη μέτρων, που αποσκοπούν στην προστασία του προσώπου ή της περιουσίας του παιδιού· β. να καθορίζει το εφαρμοστέο από τις Αρχές αυτές κατά την άσκηση της διεθνούς δικαιοδοσίας τους δίκαιο και γ. να καθορίζει το εφαρμοστέο στη γονική ευθύνη δίκαιο, εκτοπίζοντας, μάλιστα, τους κανόνες σύγκρουσης του συμβαλλόμενου κράτους (άρθ. 21 § 1). Σύμφωνα δε με την § 2 του παραπάνω άρθρου της Σύμβασης: «Για τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως, ο όρος "γονική ευθύνη" περιλαμβάνει τη γονική εξουσία ή κάθε άλλη ανάλογη σχέση εξουσίας που καθορίζει τα δικαιώματα, τις εξουσίες και τις υποχρεώσεις των γονέων, του επιτρόπου ή άλλων νομίμων αντιπροσώπων σε σχέση με το πρόσωπο ή την περιουσία του παιδιού». Ο σκοπός της Σύμβασης περί καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου στη γονική ευθύνη, όπως αποτυπώνεται στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθ. 1 § 1 στοιχ. γ΄ αυτής εξειδικεύεται περαιτέρω στο άρθ. 16 § 1 του Κεφαλαίου ΙΙ αυτής, σύμφωνα με το οποίο: «Η εκ του νόμου απονομή ή παύση της γονικής ευθύνης, χωρίς παρέμβαση δικαστικής ή διοικητικής Αρχής, διέπεται από το δίκαιο του Κράτους της συνήθους διαμονής του παιδιού». Επομένως, σε περίπτωση συνήθους διαμονής του τέκνου σε συμβαλλόμενο κράτος και ειδικότερα σε περίπτωση εκούσιας αναγνώρισης τέκνου, που λαμβάνει χώρα σε συμβαλλόμενο κράτος, στο οποίο το τέκνο διαμένει, η τυχόν εκ του νόμου απονομή εκ της αναγνωρίσεως ταύτης γονικής μέριμνας στο γονέα, που το αναγνωρίζει, θα διέπεται από το δίκαιο του κράτους αυτού, καθώς η αναγνώριση τέκνου ενώπιον Συμβολαιογράφου δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δικαστική ή διοικητική παρέμβαση, αφού γίνεται δεκτό, ότι πρόκειται απλώς περί καταχώρησης των δηλώσεων βούλησης των μερών περί αναγνώρισης τέκνου και συναίνεσης σε αυτήν (βλ. πρακτικό εγχειρίδιο για τη λειτουργία της ως άνω Σύμβασης, 2018, σ. 95, § 9.11). Η δε άσκηση της κατά τα άνω απονεμηθείσας γονικής ευθύνης διέπεται επίσης από το δίκαιο του Κράτους της συνήθους διαμονής του παιδιού (άρθ. 17). Όταν, όμως ζητείται η αφαίρεση ή η τροποποίηση της γονικής ευθύνης, που απονεμήθηκε ως ανωτέρω κατά το άρθ. 16, τότε αναλαμβάνει η δικαστική αρχή του κράτους της συνήθους διαμονής, καθώς το αίτημα αυτό θεωρείται μέτρο προστασίας σύμφωνα με τα όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν (βλ. άρθ. 18 Σύμβασης), εμπίπτει στο ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης και λαμβάνεται σύμφωνα με τους κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας κι εφαρμοστέου δικαίου της Σύμβασης. Ειδικότερα, κατά το άρθ. 15 § 1 της Σύμβασης: «Κατά την άσκηση της διεθνούς δικαιοδοσίας τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου II, οι Αρχές των Συμβαλλομένων κρατών εφαρμόζουν το δικό τους δίκαιο». Εκ της διατύπωσης αυτής γίνεται αντιληπτό, ότι το δικάζον Δικαστήριο εφαρμόζει το δικό του δίκαιο, όταν έχει θεμελιώσει διεθνή δικαιοδοσία βάσει της Συμβάσεως και δη του Κεφαλαίου ΙΙ αυτής, κριτήριο για τη θεμελίωση της οποίας αποτελεί η συνήθης διαμονή του παιδιού (άρθ. 5 § 1). Εντούτοις, η διάταξη αυτή θα πρέπει να ερμηνεύεται με ευρύτητα και το δικάζον Δικαστήριο να εφαρμόζει το δικό του δίκαιο, ακόμη και όταν έχει θεμελιώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του βάσει Κανονισμού που το δεσμεύει (βλ. ως άνω εγχειρίδιο, σ. 92 § 9.1 και υποσημ. 251). Σημειωτέον, ότι η ως άνω Σύμβαση εφαρμόζεται σε παιδιά έως 18 ετών (άρθ. 2) και ουδεμία επιρροή ασκεί, το εάν το τέκνο έχει την ιθαγένεια κράτους, που δεν έχει επικυρώσει ή προσχωρήσει σε αυτή (βλ. ως άνω εγχειρίδιο, σ. 23).
Περαιτέρω, ο Κανονισμός (ΕΚ) 4/2009 συγκεντρώνει ρυθμίσεις για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, τη νομική αρωγή και τη συνεργασία των κεντρικών αρχών σε θέματα διασυνοριακών διαφορών, που αφορούν σε υποχρεώσεις διατροφής. Το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού, ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή στις 18.6.2011 (άρθρο 76), εφαρμόζεται, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις, ήτοι: α) πρόκειται περί υπόθεσης υποχρέωσης διατροφής, β) η υπόθεση εισάγεται σε δικαστήριο κράτους μέλους, ήτοι σε δικαστήριο κράτους, στο οποίο εφαρμόζεται ο Κανονισμός και γ) η υπόθεση εμφανίζει στοιχείο αλλοδαπότητας, εξ υποκειμένου ή εξ αντικειμένου, πρόκειται δηλαδή για υπόθεση υποχρέωσης διατροφής με διασυνοριακό χαρακτήρα, ως τέτοιας νοούμενης και αυτής, που αναφύεται μεταξύ υπόχρεου και δικαιούχου διατροφής, που έχουν υπηκοότητα διαφορετική από εκείνη του κράτους μέλους, στο οποίο συνήθως διαμένουν και στις αρχές του οποίου εκκρεμεί η σχετική διαφορά. Σύμφωνα με το άρθρο 1 § 1 του ως άνω Κανονισμού: «Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις υποχρεώσεις διατροφής, που απορρέουν από οικογενειακές σχέσεις ή σχέσεις συγγένειας γάμου ή αγχιστείας». Το άρθρο 3 του Κανονισμού καθιερώνει το γενικό κανόνα, που ισχύει για τον καθορισμό της διεθνούς δικαιοδοσίας σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής, οι τέσσερις δε δικαιοδοτικές βάσεις, που θεσπίζονται από την εν λόγω γενική διάταξη, είναι ισοδύναμες μεταξύ τους και δεν τίθενται ιεραρχικά, εναπόκειται δε στη διακριτική ευχέρεια του ενάγοντος η επιλογή του δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου θα ασκήσει την αγωγή του. Έτσι, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο, σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής δικαιοδοσία έχει, κατ’ επιλογή του ενάγοντος, το δικαστήριο του τόπου της συνήθους διαμονής του εναγόμενου (άρθρο 3 περ. α΄) ή το δικαστήριο του τόπου της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής (άρθρο 3 περ. β΄).
Περαιτέρω, ο Κανονισμός (ΕΚ) 4/2009 συνδέεται άμεσα και συνολικά παραπέμπει στο Πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 για τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου σε υποχρεώσεις διατροφής (άρθρο 15 του Κανονισμού), το οποίο καταρτίστηκε από τη Συνδιάσκεψη της Χάγης για το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, στις διαπραγματεύσεις για την κατάρτιση του οποίου συμμετείχε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Πρωτόκολλο, η έναρξη εφαρμογής του οποίου έλαβε χώρα την 1η.8.2013, ισχύει για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη 18.6.2011. Στο άρθρο 1 § 1 του Πρωτοκόλλου ορίζεται, ότι καθορίζεται το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποχρεώσεις διατροφής, που προκύπτουν από οικογενειακές σχέσεις, συγγένεια, γάμο ή αγχιστεία, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης διατροφής έναντι τέκνου ανεξάρτητα από την οικογενειακή κατάσταση των γονέων του. Κατά το θεσπιζόμενο από τη διάταξη του άρθρου 3 § 1 του Πρωτοκόλλου γενικό κανόνα, εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής είναι το δίκαιο του τόπου της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής, εκτός αντίθετης διάταξης του Πρωτοκόλλου. Σύμφωνα δε με το άρθρο 11 αυτού το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποχρεώσεις διατροφής καθορίζει, μεταξύ άλλων, εάν, σε ποιο βαθμό και από ποιο πρόσωπο μπορεί ένας δικαιούχος διατροφής να απαιτήσει διατροφή, σε ποια έκταση μπορεί να ζητήσει ο δικαιούχος διατροφή αναδρομικά, τον τρόπο υπολογισμού του ποσού διατροφής και περιεχόμενό της και το νομιμοποιούμενο να ξεκινήσει τη διαδικασία σχετικά με μία διαφορά με αντικείμενο διατροφής πρόσωπο.
Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1515 § 1 εδ. α΄ και β΄ ΑΚ, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 9 ν. 4800/2021 και ισχύει από 16.9.2021 (άρθ. 30 ν. 4800/2021) κι εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις, επί των οποίων δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, καθώς και στις περιπτώσεις, που η εκούσια αναγνώριση του τέκνου έχει λάβει χώρα προ της έναρξης ισχύος της (άρθ. 18 και 19 ν. 4800/2021), η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του ανήκει στη μητέρα του, όταν, όμως το τέκνο αναγνωρίζεται εκούσια ή δικαστικά με αγωγή, που άσκησε ο πατέρας, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, την οποία ασκεί από κοινού με τη μητέρα. Από την ως άνω διάταξη συνάγεται, ότι σε περίπτωση εκούσιας αναγνώρισης του τέκνου από τον πατέρα η γονική μέριμνα ασκείται από κοινού και από τους δύο γονείς κι επομένως εγκαταλείπεται το προγενέστερο καθεστώς, κατά το οποίο η γονική μέριμνα του εκτός γάμου τέκνου ασκείτο αποκλειστικώς από τη μητέρα του, ενώ στον πατέρα επιφυλασσόταν ένας αναπληρωματικός ρόλος, αλλά και η δυνατότητα υπό ορισμένες προϋποθέσεις να παραμερίσει δικαστικά το προνόμιο αυτό της μητέρας (ΑΠ 1286/2018, ΕφΠειρ 55/2020, ΜΠρΑθ 225/2018, ΜΠρΛαμ 359/2018, ΜΠρΑθ 2466/2018, ΜΠρΑθ 10643/2011, ΝΟΜΟΣ). Έτσι, με τη νέα αυτή διάταξη το εκτός γάμου τέκνο εξομοιώνεται με αυτό, που είναι γεννημένο σε γάμο ή σε σύμφωνο συμβίωσης, απηχώντας ο νομοθέτης ούτως τις αξιολογήσεις του άρθρου 18 της Σύμβασης του ΟΗΕ (Γ. Λέκκας, Η επιμέλεια του παιδιού κατά τον Αστικό Κώδικα, 2021, σ. 249-250). Προϋποθέσεις για την κατά τα άνω από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας αποτελούν: α) η εκούσια αναγνώριση του τέκνου και β) η συμβίωση των γονέων, ως τέτοιας νοουμένης και της περιστασιακής, διαλείπουσας ή περιοδικής, αρκεί οι γονείς να συμφωνούν στην από κοινού άσκησή της (Γ. Λέκκας, ό.π., σ. 252). Αν, όμως οι γονείς δεν ζουν μαζί, τότε σύμφωνα με το εδάφιο γ΄ της ως άνω διάταξης, εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 1513 και 1514 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το ν. 4800/2021 (έναρξη ισχύος 16.9.2021 κι εφαρμογή και στις εκκρεμείς υποθέσεις επί των οποίων δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση κατά τα άρθ. 18 και 30 ν. 4800/2021), εκ των οποίων το μεν πρώτο ρυθμίζει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε περίπτωση διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου ή διάστασης των συζύγων και κατά το οποίο στις περιπτώσεις αυτές οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα, το δε δεύτερο προσδιορίζει τις παρεκκλίσεις από την από κοινού άσκησή της. Ειδικότερα, σύμφωνα με την § 2 του άρθ. 1514 ΑΚ, αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας λόγω διαφωνίας των γονέων, καθένας από τους γονείς προσφεύγει στη διαμεσολάβηση, άλλως αποφασίζει το Δικαστήριο σύμφωνα με την παράγραφο 3 της ως άνω διάταξης. Ως περίπτωση αδυναμίας της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας λόγω διαφωνίας των γονέων θεωρείται, πλην άλλων, και η περίπτωση, κατά την οποία ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτή.
Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων, υπήκοος Πακιστάν, εκθέτει ότι από έτους 2016 διατηρούσε σχέσεις με την εναγόμενη, υπήκοο Ρουμανίας, με τη οποία συμβιούσε σε κοινή οικία στο … Κορινθίας. Ότι εξ αυτών των σχέσεων γεννήθηκε στις 17.7.2018 ένα άρρεν τέκνο, το οποίο εν συνεχεία ο ενάγων αναγνώρισε με τη συναίνεση της εναγομένης, συνταχθείσης ούτως της υπ’ αριθ. …/17.9.2018 συμβολαιογραφικής πράξης αναγνώρισης τέκνου της Συμβολαιογράφου …. Ότι κατόπιν των ανωτέρω το ως άνω τέκνο δηλώθηκε με το όνομα Ι.-Κ. και το επώνυμο Μ. στο Ληξιαρχείο του Δήμου Κορινθίων. Ότι ενώ στην αρχή η εναγόμενη επεδείκνυε ενδιαφέρον και φροντίδα για το τέκνο τους, από τα μέσα του έτους 2019 άρχισε να μεταβάλει τη συμπεριφορά της, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει την οικία και το τέκνο τους το Νοέμβρη έτους 2019 σύμφωνα με τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή. Ότι έκτοτε ο ενάγων φροντίζει και περιποιείται το τέκνο τους, ενώ η εναγόμενη δεν επιδεικνύει κανένα ενδιαφέρον για τη φροντίδα του και την επικοινωνία της μαζί του. Με βάση τα ανωτέρω και κατ’ ορθή εκτίμηση των αιτημάτων του, δεδομένου ότι δυνάμει της υπ’ αριθ. …/2020 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων) του ανατέθηκε προσωρινά η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του ανωτέρω τέκνου του, ο ενάγων ζητά να γίνει δεκτή η αγωγή του και: α) να ανατεθεί σε αυτόν οριστικά και αποκλειστικά για τους αναφερόμενους στην αγωγή λόγους η άσκηση της γονικής μέριμνας, άλλως της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου του, β) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου και ως ασκούντως προσωρινά την επιμέλεια αυτού το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως για το χρονικό διάστημα από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής και για δύο έτη, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε δόσης και μέχρις εξοφλήσεως, διότι το τέκνο στερείται οποιασδήποτε περιουσίας και πηγής εισοδημάτων.
Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, η οποία παρουσιάζει στοιχεία αλλοδαπότητας λόγω της αλλοδαπής και διαφορετικής ιθαγένειας των γονέων, αλλά και της αλλοδαπής ιθαγένειας του τέκνου, για την εκδίκαση μάλιστα της οποίας το παρόν Δικαστήριο, έχει διεθνή δικαιοδοσία, τόσο για το ζήτημα της γονικής μέριμνας (κι επιμέλειας) του ανηλίκου τέκνου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 1 § 1 στοιχ. β΄ και § 2 στοιχ. α΄, καθώς και του άρθ. 8 § 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου, διότι η συνήθης διαμονή του τέκνου βρίσκεται στην Ελλάδα και δη στο … Κορινθίας, όσο και για το ζήτημα της υποχρέωσης της μητέρας του για τη διατροφή του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 1 § 1 και άρθ. 3 στοιχ. α΄ (και β΄) του Κανονισμού (ΕΚ ) 4/2009 του Συμβουλίου, καθώς η εναγόμενη, ως υπόχρεη, (αλλά και τέκνο, ως δικαιούχος διατροφής) έχουν συνήθη διαμονή στην Ελλάδα και δη στην Κόρινθο, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθ. 17 περ. 2 και 22 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση των άρθρων 592 επ. ΚΠολΔ. Προκειμένου, μάλιστα, να θεμελιωθεί η κατά τα άνω διεθνής δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη σχετική μείζονα σκέψη, κρίθηκε, πως η συνήθης διαμονή του τέκνου βρίσκεται στην Ελλάδα, καθώς παρουσιάζει κανονικότητα και διάρκεια, διότι από τη γέννησή του μέχρι και σήμερα διαβιεί σε οικία στο … Κορινθίας, καθώς επίσης διαπιστώθηκε η εν τω μεταξύ ανάπτυξη κοινωνικών και οικογενειακών σχέσεων στον τόπο αυτό. Αναφορικά, δε, με το αίτημα ρύθμισης της γονικής μέριμνας του τέκνου εφαρμοστέο δίκαιο τυγχάνει το ελληνικό σύμφωνα με το άρθ. 1 § 1 στοιχ. α΄, β΄ και γ΄ και § 2, αρ. 2, άρθ. 3 στοιχ. α΄ και β΄, άρθ. 5 § 1, άρθ. 15 § 1, άρθ. 16 § 1, άρθ. 17, άρθ. 18 και άρθ. 52 § 2 της Σύμβασης της Χάγης της 19ης.10.1996, η οποία κυρώθηκε με το ν. 4020/2011, λόγω της συνήθους διαμονής του τέκνου στην Ελλάδα και δη στο … Κορινθίας σύμφωνα με τα όσα αναπτύχθηκαν στη σχετική μείζονα σκέψη, καθώς γίνεται αίτημα λήψης μέτρου προστασίας και δη ρύθμισης γονικής μέριμνας, άλλως επιμέλειας ενώπιον Δικαστηρίου κράτους (Ελλάδας), που έχει κυρώσει την ως άνω Σύμβαση και έχει θεμελιώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του για το ζήτημα της γονικής μέριμνας στον Κανονισμό (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου. Το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο τυγχάνει, επίσης, εφαρμοστέο και ως προς το αίτημα για τη διατροφή του ανηλίκου τέκνου σύμφωνα με το άρθ. 1 § 1, άρθ. 3 § 1 και άρθ. 11 του Πρωτοκόλλου της Συνδιάσκεψης της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σε συνδυασμό και με το άρθ. 15 του Κανονισμού (ΕΚ) 4/2009 του Συμβουλίου, λόγω της συνήθους διαμονής του τέκνου στην Ελλάδα. Περαιτέρω, η κρινόμενη αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 1485, 1486, 1489 § 2, 1493, 1496, 1498 ΑΚ, καθώς και των άρθρων 1510, 1511, 1512, 1513, 1514, 1515, 1516, 1518 και 1519 ΑΚ, όπως οι τελευταίες ισχύουν από 16.9.2021 μετά την τροποποίηση κι αντικατάστασή τους από το ν. 4800/2021, καθώς εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση (άρθ. 18 ν. 4800/2021) και των άρθρων 176, 218 § 1, 592 § 3 στοιχ. α΄ και β΄, 593-602, 611-612, 907 και 910 αριθ. 4 ΚΠολΔ. Επομένως, η αγωγή πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα δεδομένου ότι: α) για το παραδεκτό της συζήτησης, καθώς αυτή ασκήθηκε μετά την 15η.1.2020 (άρθ. 44 ν. 4640/2019) κι ένεκα του αντικειμένου της (άρθ. 6 § 1 στοιχ. α΄ ν. 4640/2019) υπήχθη στη διαδικασία της υποχρεωτικής πρώτης συνεδρίας των άρθ. 6 και 7 του ν. 4640/2019 κατόπιν εμπρόθεσμης γνωστοποίησης των στοιχείων της συνεδρίας κατά το άρθ. 7 § 2 ν. 4640/2019 στην εναγόμενη, η οποία, όμως, απέτυχε. Το δε από 20.9.2021 σχετικώς συνταχθέν από τον Διαπιστευμένο Διαμεσολαβητή, Μ. Ζ., πρακτικό προσκομίστηκε επιμελεία του ενάγοντος με τις προτάσεις του (άρθ. 7 § 4 ν. 4640/2019), ενώ κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου στις περιπτώσεις υποθέσεων, που υπάγονται σε υποχρεωτική πρώτη συνεδρία η μη προσκομιδή εγγράφου περί ενημέρωσης του ενάγοντος από τον δικηγόρο του περί της υπαγωγής σε αυτή προ της προσφυγής στο Δικαστήριο κατά το άρθ. 3 § 2 ν. 4640/2019 δεν δύναται να οδηγήσει σε απαράδεκτο της συζήτησης, καθώς από το γεγονός, ότι τηρήθηκε η διαδικασία των άρθρων 6 και 7 του ως άνω Νόμου, συνάγεται, πως επετεύχθη ο σκοπός του νομοθέτη περί ενημέρωσης του διαδίκου (Βλ. σχετικώς σχόλιο Α. Πλεύρη σε ΠΠρΘεσ 1045/2021, ΕλλΔνη 2/2021. 432 επ., υπό 5 vi).
Οι διάδικοι, ο μεν ενάγων πακιστανικής υπηκοότητας και η δε εναγόμενη ρουμανικής, συνήψαν από έτους 2016 σχέση και συζούσαν σε καθεστώς ελεύθερης συμβίωσης. Από τη σχέση τους αυτή απέκτησαν ένα άρρεν τέκνο, το οποίο γεννήθηκε στις 17.7.2018. Ο ενάγων αναγνώρισε εκουσίως το ανωτέρω τέκνο με τη συναίνεση της εναγομένης, συνταχθείσης ούτως της υπ’ αριθ. …/17.9.2018 συμβολαιογραφικής πράξης αναγνώρισης τέκνου της Συμβολαιογράφου …. Το τέκνο ένεκα της γεννήσεώς του από μητέρα ρουμανικής ιθαγένειας έλαβε τη ρουμανική υπηκοότητα, ενώ δεν αποδείχθηκε η κτήση και της υπηκοότητας του πατρός του. Εν συνεχεία οι διάδικοι προσδιόρισαν το όνομα και το επώνυμο του τέκνου τους σε Ι.-Κ. Μ., δηλώνοντάς το στο Ληξιαρχείο του Δήμου Κορινθίων. Επίσης, αποδείχθηκε, ότι οι διάδικοι συζούσαν σε κοινή οικία το χειμώνα στο … Κορινθίας και το καλοκαίρι στο … Κορινθίας. Η συμβίωσή τους ήτο αρχικώς αρμονική και η εναγόμενη επεδείκνυε ενδιαφέρον για την ανατροφή και τη φροντίδα του τέκνου τους. Εντούτοις, περί τα μέσα έτους 2019 η εναγόμενη άρχισε να μεταβάλει τη συμπεριφορά της, επιδεικνύοντας απροθυμία για το μεγάλωμα του τέκνου, η οποία κλιμακούμενη είχε ως αποκορύφωμα την εγκατάλειψή του το Νοέμβρη 2019 σε ηλικία περίπου ενάμιση έτους στο δρόμο σε σημείο πλησίον της οικίας της μητέρας της, αλλά και την εγκατάλειψη της οικίας, στην οποία συμβίωναν με τον ενάγοντα και το ως άνω ανήλικο. Έκτοτε, διαβιεί σε καταυλισμό Ρομά στο … Κορινθίας. Στις όποιες προσπάθειες, μάλιστα, επικοινωνίας του ενάγοντος μαζί της εκείνη του εδήλωνε, ότι δεν επιθυμεί πλέον να έχει ανάμειξη στη φροντίδα του τέκνου της. Από τότε το ανήλικο τέκνο διαμένει με τον ενάγοντα-πατέρα του σε μισθωμένη οικία στο … Κορινθίας, ο οποίος έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου την ανατροφή του. Η δε εναγόμενη δεν επιδεικνύει κανένα ενδιαφέρον για το τέκνο τους, ούτε έχει επιδιώξει οιαδήποτε επικοινωνία μαζί του, ενδεικτικό του οποίου τυγχάνει, πως ακόμη και στις περιπτώσεις, που τυχαίως συναντά τον ενάγοντα και το ανήλικο τέκνο τους στο δρόμο και σε παιδική χαρά στο … Κορινθίας και πάλι δεν επιθυμεί να έρθει σε επαφή μαζί τους. Ενισχυτικό της αδιαφορίας της τυγχάνει επίσης και το γεγονός, ότι δεν παραστάθηκε, ούτε κατά την εκδίκαση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων του ενάγοντα, με την οποία ζητούσε να του ανατεθεί προσωρινά η γονική μέριμνα, άλλως η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου τους κι επί της οποίας εξεδόθη η υπ’ αριθ. …/2020 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, αλλά ούτε στην ορισθείσα ημερομηνία εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς με διαμεσολάβηση, που διενεργήθηκε στο πλαίσιο της παρούσης δίκης και στην οποία εκλήθη νομίμως κι εμπροθέσμως. Επιπροσθέτως αποδείχθηκε, ότι ο ενάγων, ο οποίος διαμένει στη χώρα μας ως αιτών άσυλο, αναμένοντας την απάντηση επί της σχετικής αιτήσεώς του, διαθέτει σταθερή εργασία ως εργάτης σε καλλιέργειες. Ότι, επίσης, από τότε, που η εναγόμενη εγκατέλειψε την κοινή τους οικία και το τέκνο τους, επιδεικνύει συνέπεια και ισχυρό αίσθημα ευθύνης στην ανατροφή του και διαβιεί με αυτό σε μισθωμένη οικία, η οποία του παρέχει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, ενδιαφερόμενος, μάλιστα, για την υλική και ψυχική του υποστήριξη. Κατά τις ώρες δε, που εργαζόταν κι έλειπε από την οικία του, συνεπικουρείτο αρχικώς από τη μητέρα της εναγόμενης, η οποία φρόντιζε το ανήλικο, ενώ μετά την αποχώρηση της τελευταίας προ ενάμιση περίπου έτους για το εξωτερικό, συνεπικουρείται από τρίτα πρόσωπα. Δυνάμει μάλιστα της προαναφερόμενης υπ’ αριθ. …/2020 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων) του έχει ανατεθεί προσωρινώς η άσκηση της επιμέλειας του ως άνω ανηλίκου. Αλλά και το ανήλικο τέκνο λόγω του φύλου, της ηλικίας του, αλλά της αποκλειστικής φροντίδας, που δέχεται από τον πατέρα του, έχει αναπτύξει ισχυρούς δεσμούς μαζί του. Εξ ετέρου, συμπεραίνεται, πως η εναγόμενη σύμφωνα με την προπαρατεθείσα συμπεριφορά της δεν είναι διατεθειμένη να αναλάβει τις ευθύνες, που συνεπάγεται η ανατροφή του ανηλίκου τέκνου και συνεπώς δεν παρέχει τα εχέγγυα, που απαιτούνται, για να κριθεί από το παρόν Δικαστήριο ως καταλληλότερη γονέας για την επιμέλεια αυτού. Επομένως, το παρόν Δικαστήριο με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, συνεκτιμώντας και τη συμπεριφορά των γονέων κατά το προηγούμενο διάστημα κρίνει, πως ο ενάγων διαθέτει όλα τα προσόντα, προκειμένου να ανταποκριθεί με επιτυχία στα γονικά καθήκοντα, καθόσον είναι στοργικός και εμφορείται από συναισθήματα αγάπης προς το τέκνο κι ως εκ τούτου πρέπει να ανατεθεί σε αυτόν οριστικά η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του ανωτέρω ανηλίκου. Ως προς τις λοιπές εκφάνσεις της άσκησης του δικαιώματος γονικής μέριμνας (διοίκηση της περιουσίας, εκπροσώπηση δικαστική ή εξώδικη), αυτές πρέπει να ασκούνται από κοινού από αμφότερους τους διαδίκους-γονείς, όπως, άλλωστε, κι εκ Νόμου προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 1515 ΑΚ, ως ισχύει από 16.9.2021 και καταλαμβάνει σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σχετική μείζονα σκέψη και την επίδικη υπόθεση, ώστε αφενός να αποτραπεί η διάρρηξη των σχέσεων του τέκνου με τη μητέρα του και μην αποξενωθεί πλήρως από τη μητρική μέριμνα και αφετέρου, για να αφυπνισθεί το ενδιαφέρον της εναγόμενης μητέρας και να συνειδητοποιήσει, ότι πρέπει να έχει ουσιαστική επαφή με τον ανήλικο υιό της, ώστε να συμμετέχει σε σημαντικές αποφάσεις της ζωής του.
Περαιτέρω αποδείχθηκε, ότι ο ανήλικος υιός των διαδίκων αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό του, γιατί δεν έχει περιουσία, ούτε εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή και δεν έχει προδήλως τη δυνατότητα λόγω της ηλικίας του να εργαστεί. Συνεπώς, υπόχρεοι για τη διατροφή του είναι οι γονείς του από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις οικονομικές του δυνάμεις. Αποδείχθηκε, ότι η εναγόμενη ηλικίας περίπου είκοσι ενός ετών κατά την άσκηση της κρινόμενης αγωγής εργαζόταν κατά το χρονικό αυτό διάστημα ως εργάτρια γης σε χωράφια, που καλλιεργεί ο μάρτυρας που εξετάσθηκε ενόρκως. Από την εργασία της αυτή αποκέρδαινε περί τα 700 ευρώ μηνιαίως. Ήδη κατά το χρόνο συζήτησης της κρινόμενης αγωγής η εναγόμενη έπαψε να εργάζεται. Εντούτοις η ηλικία της και η κατάσταση της υγείας της της επιτρέπουν να εργασθεί σε εργασία πρόσφορη να της αποφέρει μηνιαίο εισόδημα και ανάλογη με τα προσόντα και τις δυνατότητές της, καθώς θα μπορούσε να εξεύρει εργασία ως εργάτρια γης, όπως και στο παρελθόν και να αποκομίζει μηνιαίο μισθό της τάξεως των 700 ευρώ. Η αποφυγή της, όμως, να εργασθεί εξαιτίας προσωπικών εκτιμήσεων, που, πλην άλλων, ενέχουν και αδιαφορία για την υποχρέωση διατροφής του τέκνου της αντίκειται στην καλή πίστη κατ’ άρθρο 288 ΑΚ, η οποία διέπει την υποχρέωση διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων κι ως εκ τούτου το εισόδημα, που εναντίον της καλής πίστεως απέφυγε να αποκτήσει, ύψους περί τα 700 ευρώ, συνυπολογίζεται για τον προσδιορισμό του ποσού της διατροφής του ανήλικου τέκνου της, διότι κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 1489 § 2 του ΑΚ στις οικονομικές δυνάμεις του γονέα, κατ’ αναλογία των οποίων αυτός υποχρεούται σε διατροφή του τέκνου, περιλαμβάνονται και τα εισοδήματα, που απέφυγε να αποκτήσει για τους προαναφερόμενους λόγους (ΑΠ 1507/2001, ΕφΠειρ 432/2016, ΝΟΜΟΣ). Δεν αποδείχθηκε, ότι η εναγόμενη διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ή άλλα εισοδήματα από άλλες πηγές, ούτε ότι βαρύνεται με έξοδα μίσθωσης οικίας ή συντήρησης αυτής, καθώς διαμένει σε καταυλισμό Ρομά κι ούτε, επίσης, ότι βαρύνεται με διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα πλην του ανωτέρω ανηλίκου. Ο ενάγων αποδείχθηκε, ότι εργάζεται ως εργάτης γης με μηνιαίο εισόδημα περί τα 700 ευρώ. Για τις ανάγκες στέγασης του ιδίου και του τέκνου του μισθώνει ισόγεια οικία στο … Κορινθίας με έτερο πρόσωπο ως συμμισθωτή και μηνιαίο μίσθωμα το ποσό των 110 ευρώ. Δεν αποδείχθηκε, ότι ο ενάγων βαρύνεται με μηνιαία καταβολή ποσού προς τρίτο πρόσωπο, το οποίο προσλαμβάνει για την επίβλεψη του ανήλικου υιού του για τις ώρες, που εκείνος εργάζεται. Και τούτο διότι, ενώ στην αγωγή εκτίθεται ως ποσό, που απαιτείται για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του ανηλίκου το συνολικό ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως, στο οποίο δεν περιλαμβάνεται η καταβολή τέτοιου ποσού, καθώς, άλλωστε, κατά το χρονικό εκείνο διάστημα ο ενάγων συνεπικουρείτο από τη μητέρα της εναγόμενης, που διέμενε πλησίον του, κατά τη συζήτηση της αγωγής και κατά την αποδεικτική διαδικασία ο ανωτέρω μάρτυρας κατέθεσε ότι πλέον και λόγω της μετοίκησης της μητέρας της εναγόμενης στο εξωτερικό, ο ενάγων προσλαμβάνει τρίτα πρόσωπα για τη φύλαξη του υιού του, ενόσω εκείνος εργάζεται επί οκταώρου και πως συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής αυτής τα μηνιαία διατροφικά έξοδα του ανηλίκου ανέρχονται σε 400 ευρώ, μη δυναμένου ούτως του παρόντος Δικαστηρίου να οδηγηθεί σε δικανικό συμπέρασμα για την καταβολή τέτοιου ποσού ή του ύψους της. Δεν αποδείχθηκε ότι ο ενάγων διαθέτει περιουσιακά στοιχεία ή άλλα εισοδήματα από άλλες πηγές, ούτε ότι βαρύνεται με διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα πλην του ανωτέρω ανηλίκου. Επιπροσθέτως αποδείχθηκε, ότι το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ηλικίας δυόμιση ετών κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, κατοικεί με τον ενάγοντα-πατέρα του στη μισθωμένη από αυτόν οικία κι ως εκ τούτου δεν επιβαρύνεται με δαπάνες στέγασης και λοιπές δαπάνες, την αναλογία των οποίων καταβάλλει ο ενάγων. Για την κάλυψη, επομένως, των εξόδων διατροφής του ανηλίκου με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από το όλο πλέγμα των συνθηκών διαβιώσεώς του (έξοδα ενδύσεως, υπόδησης, διατροφής, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ψυχαγωγίας ανάλογα με την ηλικία του και τις συνθήκες της ζωής του), οι οποίες είναι οι συνηθισμένες παιδιών της ηλικίας του, απαιτείται για το κρίσιμο χρονικό διάστημα των δύο ετών από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής το ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ. Στο εν λόγω ποσό συμπεριλαμβάνεται και η αξία της παροχής στέγης, αλλά και των λοιπών αναγκαίων δαπανών συνοικήσεως (θέρμανσης, ηλεκτροφωτισμού, ύδρευσης, χρήσης τηλεφώνου, κοινοχρήστων κ.λπ.), που προσφέρει ήδη στο ανήλικο ο πατέρας του, κατά την αναλογία που το βαρύνει, επιπλέον του ποσού, που θα δαπανούσε ο ενάγων, εάν διέμενε μόνος του στην ως άνω κατοικία (ΑΠ 826/1994, ΝΟΜΟΣ), καθώς και η αποτιμητή σε χρήμα προσωπική εργασία και φροντίδα, που του παρέχει για την όλη διαβίωσή του (ΑΠ 1384/2008, ΑΠ 1951/2006, ΝΟΜΟΣ), το ύψος της οποία αποτιμάται στο ποσό των 50 ευρώ. Η εναγόμενη μητέρα του ανηλίκου οφείλει να καλύψει το ποσό των εκατόν είκοσι (120) ευρώ, ενώ κατά το ποσό των εκατό (100) ευρώ, που υπολείπεται, θα συνεισφέρει στη διατροφή ο ενάγων πατέρας του, ο οποίος, άλλωστε, εκπληρώνει ήδη την υποχρέωσή του αυτή, τόσο με μέρος του προσωπικού του εισοδήματος εκ της εργασίας του, όσο με την αποτιμητή σε χρήμα και προσδιορισθείσα ως ανωτέρω προσφορά της προσωπικής του απασχόλησης για τη φροντίδα και την ικανοποίηση των αναγκών του τέκνου του. Το ως άνω ποσό είναι σε θέση να καταβάλλει η εναγόμενη με βάση την προαναφερθείσα οικονομική της δυνατότητα και δη τα έσοδα, που αποφεύγει να αποκερδαίνει από τη μη εύρεση εργασίας και την οικογενειακή της κατάσταση σε συσχετισμό με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση του πατέρα. Ο ως άνω επιμερισμός της απαιτούμενης για το ανήλικο τέκνο διατροφής, μεταξύ των γονέων του γίνεται χωρίς μεν την υποβολή σχετικής ένστασης συνεισφοράς εκ μέρους της εναγόμενης, η οποία, άλλωστε, δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της κρινόμενης αγωγής, αλλά αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, καθώς με την κρινόμενη αγωγή ζητείται όχι ολόκληρο το ποσό της απαιτούμενης, για το εν λόγω τέκνο, διατροφής, αλλά μόνο το ποσό που αντιστοιχεί στην υποχρέωση συμμετοχής της εναγόμενης στη διατροφή αυτού, μετά την αφαίρεση της συμμετοχής του πατέρα του (ΕφΘεσ 1303/2019, ΕφΑθ 218/2018, ΝΟΜΟΣ), ακόμη, μάλιστα, κι αν αυτή αφορά μόνο τις προσφερόμενες προσωπικές υπηρεσίες του σε αυτό (ΕφΘεσ 2504/2017, ΝΟΜΟΣ). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, να ανατεθεί οριστικά η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων στον ενάγοντα πατέρα του, η δε άσκηση της γονικής μέριμνας αυτού να ανατεθεί οριστικά και στους δύο διάδικους γονείς από κοινού και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 120 ευρώ ως μηνιαία διατροφή του ανήλικου τέκνου τους για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής κι εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε επιμέρους δόσης μέχρι την εξόφληση.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Η σχολιαζόμενη απόφαση ασχολήθηκε με θέματα διεθνούς δικαιοδοσίας και εφαρμοστέου δικαίου σε υποθέσεις γονικής μέριμνας και υποθέσεις διατροφής. Ειδικότερα:
Η διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις γονικής μέριμνας καθορίζεται από τον Κανονισμό 2201/2003, η ισχύς του οποίου αναμένεται να λήξει την 1η Αυγούστου 2022, οπότε και θα τεθεί σε ισχύ ο Κανονισμός 1111/2019, που αντικαθιστά τον πρώτο. Το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις γονικής μέριμνας υποδεικνύεται από τους κανόνες σύνδεσης της Σύμβασης της Χάγης του 1996 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία ως προς τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4020/2011. Διαπιστώνεται ότι η Σύμβαση της Χάγης περιέχει ρυθμίσεις τόσο για το εφαρμοστέο δίκαιο όσο και για τη διεθνή δικαιοδοσία, με αποτέλεσμα να επικαλύπτονται οι ρυθμίσεις για τη διεθνή δικαιοδοσία με τις αντίστοιχες του Κανονισμού 2201/2003. Προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν συγκρούσεις, η διάταξη του άρθρου 61 του χρονικά μεταγενέστερου Κανονισμού 2201/2003 ορίζει ότι, σε σχέση με τη Σύμβαση της Χάγης του 1996, εφαρμόζεται ο Κανονισμός, εφόσον το παιδί έχει τη συνήθη διαμονή του σε έδαφος Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Εξ αντιδιαστολής συνάγεται ότι, αν ο ανήλικος έχει συνήθη διαμονή σε Κράτος εκτός ΕΕ, αλλά συμβαλλόμενο στη Σύμβαση της Χάγης, τότε εφαρμογή έχουν οι κανόνες της Σύμβασης [βλ. Γιαννόπουλο, Διεθνής δικαιοδοσία και εφαρμοστέο δίκαιο κατά τον Κανονισμό 2201/2003 και τη Σύμβαση της Χάγης του 1996 για θέματα γονικής μέριμνας και προστασίας ανηλίκων–Σημεία επαφής και απόκλισης, σε Το διαζύγιο και οι συνέπειές του στις οικογενειακές έννομες σχέσεις–Ζητήματα ουσιαστικού και ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, ΕΝΟΒΕ 72, 2016, σ. 139· Αρβανιτάκη/Βασιλακάκη (-Κούρτη), ΕρμΕΚ (1)-ΚανΒρ ΙΙα, 2016, άρθ. 61 επ.· Δεληκωστόπουλο, Δικαιοδοσία ελληνικών δικαστηρίων επί διασυνοριακών ευρωπαϊκών διαφορών, ΕΠολΔ 2015. 441].
Βασικός δικαιοδοτικός σύνδεσμος στις υποθέσεις γονικής μέριμνας είναι ο τόπος της συνήθους διαμονής του ανηλίκου (άρθρο 8 § 1 Κανονισμού 2201/2003). Αντίστοιχα, εφαρμοστέο στις υποθέσεις γονικής μέριμνας είναι το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή (άρθρο 15 § 1 της Σύμβασης της Χάγης). Παρατηρείται, λοιπόν, ότι τα δικαστήρια του τόπου της συνήθους διαμονής του ανηλίκου εφαρμόζουν το δικό τους δίκαιο στις υποθέσεις γονικής μέριμνας. Συνεπώς, ο γενικός κανόνας είναι ότι οι σύνδεσμοι για τη διεθνή δικαιοδοσία και το εφαρμοστέο δίκαιο συμπίπτουν (Practical Handbook on the Operation of the 1996 Hague Child Protection Convention, σ. 91, § 9.1, υποσημ. 251. Έτσι και Βρέλλης, Το εφαρμοστέο δίκαιο στη γονική ευθύνη και στα μέτρα προστασίας του παιδιού κατά τη Σύμβαση της Χάγης της 19.10.1996. Σύμμεικτα Κουμάντου, 2004, σ. 81-82· Γιαννόπουλος, Διεθνής δικαιοδοσία και εφαρμοστέο δίκαιο …, ό.π., σ. 142).
Περαιτέρω, η διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις διατροφής καθορίζεται από τον Κανονισμό 4/2009, στη διάταξη του άρθρου 3 του οποίου προβλέπονται εναλλακτικά περισσότεροι δικαιοδοτικοί σύνδεσμοι, μεταξύ των οποίων είναι ο τόπος της κατοικίας του εναγομένου ή ο τόπος της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής. Το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποθέσεις διατροφής υποδεικνύεται από τους κανόνες σύνδεσης του Πρωτοκόλλου της Χάγης του 2007, στους οποίους παραπέμπει ρητά η διάταξη του άρθρου 15 του Κανονισμού 4/2009. Οι ρυθμίσεις του Πρωτοκόλλου σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του Κανονισμού 4/2009 και αντικατέστησαν από την 18.6.2011 τις ΑΚ 14, 18-21 στον βαθμό που υποδεικνύουν το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποχρεώσεις διατροφής (Άνθιμος, Εφαρμοστέο δίκαιο στις διασυνοριακές-ενωσιακές υποθέσεις διατροφής, Αρμ 2019. 935· Λαζαρίδης, Ζητήματα διεθνούς δικαιοδοσίας, εφαρμοστέου δικαίου και αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων επί υποθέσεων διατροφής στις σχέσεις Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου μετά το BREXIT, Lex&Forum 2021. 70). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου της Χάγης του 2007, οι υποχρεώσεις διατροφής διέπονται, εκτός αντίθετης διάταξης, από το δίκαιο του κράτους της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής. Παρατηρείται, συνεπώς, ότι αν ο δικαιούχος διατροφής επιλέξει να ασκήσει την αγωγή για καταβολή διατροφής στο δίκαιο του τόπου της συνήθους διαμονής του, όπως έχει δικαίωμα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 του Κανονισμού 4/2009, τα δικαστήρια του κράτους αυτού θα εφαρμόσουν το δικό τους δίκαιο.
Συγκρίνοντας τα δύο συστήματα διεθνούς δικαιοδοσίας και εφαρμοστέου δικαίου σε υποθέσεις γονικής μέριμνας και διατροφής ανηλίκου, ο συλλογισμός κατευθύνεται στο συμπέρασμα ότι, κατά κανόνα, διεθνή δικαιοδοσία για να δικάσουν μια αγωγή ρύθμισης της άσκησης της γονικής μέριμνας και της διατροφής του ανηλίκου έχουν τα δικαστήρια του τόπου της συνήθους διαμονής του, τα οποία θα εφαρμόσουν το δικό τους δίκαιο.
Η σχολιαζόμενη απόφαση, με εκτενή αιτιολογία, με μεθοδολογική ακρίβεια και σαφήνεια, και με ορθή ερμηνεία και υπαγωγή των κρίσιμων περιστατικών στους κανόνες διεθνούς δικονομικού και ιδιωτικού διεθνούς δικαίου των ως άνω ενωσιακών νομοθετημάτων, δέχθηκε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία να δικάσει αγωγή του πακιστανικής υπηκοότητας πατέρα ανηλίκου με συνήθη διαμονή στην Ελλάδα, με την οποία ζητούσε την αποκλειστική ανάθεση σε αυτόν της άσκησης της γονικής μέριμνας, άλλως της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου του, καθώς και καταβολή διατροφής προς τον ανήλικο από την εναγομένη μητέρα του ρουμανικής υπηκοότητας. Εξάλλου, εφάρμοσε το ελληνικό δίκαιο τόσο για τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας όσο και για την υποχρέωση διατροφής του παιδιού.
Εφαρμόζοντας, λοιπόν, το ελληνικό δίκαιο, η σχολιαζόμενη απόφαση οδηγήθηκε στην ΑΚ 1515, όπως ισχύει πλέον μετά τον ν. 4800/2021 και αυτό αποτελεί πρωτοτυπία της απόφασης. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη νέα ΑΚ 1515 § 1 εδ. β΄, όταν το τέκνο αναγνωρίζεται εκούσια ή δικαστικά με αγωγή που άσκησε ο πατέρας, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας ο οποίος την ασκεί από κοινού με τη μητέρα. Πριν την τροποποίηση της ως άνω διάταξης, ο πατέρας που αναγνώριζε εκουσίως το τέκνο, παρόλο που αποκτούσε γονική μέριμνα, δεν μπορούσε να την ασκήσει από κοινού με τη μητέρα, εκτός και αν αυτή συναινούσε ή αν έπαυε η γονική μέριμνα της μητέρας ή αδυνατούσε να την ασκήσει για πραγματικούς ή νομικούς λόγους ή αν το δικαστήριο ανέθετε και στον πατέρα την άσκηση της γονικής μέριμνας εφόσον αυτό επιβαλλόταν από το συμφέρον του τέκνου. Διαπιστώνεται ότι ο πατέρας που εκουσίως αναγνώρισε το τέκνο του είχε, υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, αναπληρωματικό ρόλο ως προς την άσκηση της γονικής μέριμνας (ΑΠ 96/2021, ΝΟΜΟΣ). Η τροποποίηση της ΑΚ 1515 § 1 εδ. β΄ αποσοβεί τον κίνδυνο να καταδικαστεί η Ελλάδα από το ΕΔΔΑ για παραβίαση των άρθρων 8 και 15 της ΕΣΔΑ, διότι εισάγει δυσμενή διάκριση σε βάρος του πατέρα που αποδεδειγμένα εκδηλώνει το ενδιαφέρον του για τη συμμετοχή στη μέριμνα του εκτός γάμου τέκνου του (βλ. συναφώς Φουντεδάκη, Το νέο δίκαιο των σχέσεων γονέων και παιδιών–Οι αλλαγές που επέφερε στον Αστικό Κώδικα ο ν. 4800/2021, 2021, σ. 61-62· Παντελίδου, Η γονική μέριμνα και το δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο εκτός γάμου: Δύο θεσμοί σε εξέλιξη, ΧρΙΔ 2021. 81 επ.· Γ. Γεωργιάδη, Άσκηση της γονικής μέριμνας παιδιού γεννημένου εκτός γάμου. Συμβολή στην ερμηνεία της ΑΚ 1515 § 3 εδ. β΄, σε «Ζητήματα Γονικής Μέριμνας», Πρακτικά του 7ου Συνεδρίου της Εταιρίας Οικογενειακού Δικαίου, 2021, 73 επ.· Κουμουτζή, Η γονική μέριμνα του γεννημένου χωρίς γάμο παιδιού και το δικαίωμα οικογενειακής ζωής του πατέρα, 2011). Σημειώνεται ότι η νέα ρύθμιση της ΑΚ 1515 § 1 εδ. β΄ έχει αναδρομική ισχύ, όπως προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 19 ν. 4800/2021.
Με βάση τη διάταξη αυτή, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει αναδρομικά και σε τέκνα που αναγνωρίστηκαν εκουσίως πριν την 16.9.2021 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4800/2021), το Δικαστήριο έκρινε ότι τη γονική μέριμνα του εκτός γάμου ανήλικου τέκνου ασκεί και ο πατέρας που το αναγνώρισε εκουσίως.
Η σχολιαζόμενη απόφαση δέχθηκε ως αποδεδειγμένο ότι η εναγομένη μητέρα ήταν απρόθυμη να ασκεί την επιμέλεια του ανηλίκου, το οποίο και εγκατέλειψε σε ηλικία περίπου ενάμιση έτους στον δρόμο. Επίσης, αποδείχθηκε ότι εγκατέλειψε την οικία, στην οποία συμβίωναν με τον ενάγοντα και το ως άνω ανήλικο και έκτοτε ζει σε καταυλισμό Ρομά, ενώ αρνείται κάθε προσπάθεια επικοινωνίας με το τέκνο που καταβάλλει ο ενάγων πατέρας. Με αυτά τα πραγματικά περιστατικά το Δικαστήριο ανέθεσε την αποκλειστική επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου στον πατέρα, κατ’ αποδοχή του επικουρικού αιτήματός του, ενώ διατήρησε την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας όσον αφορά στις άλλες δύο εκφάνσεις της, ήτοι τη διοίκηση της περιουσίας του και της εκπροσώπησής του. Και τούτο, με την αιτιολογία αφενός της αποτροπής διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με τη μητέρα του και προκειμένου να μην αποξενωθεί πλήρως από τη μητρική μέριμνα, αφετέρου για να αφυπνισθεί το ενδιαφέρον της και να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να έχει ουσιαστική επαφή με το ανήλικο, ώστε να συμμετέχει σε σημαντικές αποφάσεις της ζωής του.
Τέλος, στα ενδιαφέροντα στοιχεία της σχολιαζόμενης απόφασης συγκαταλέγεται και η κρίση να μην κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της αγωγής για τον λόγο ότι δεν προσκομίστηκε έγγραφο έντυπο ενημέρωσης για την υπαγωγή της διαφοράς σε υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 ν. 4640/2019. Και τούτο, διότι η προσκομιδή του εγγράφου ενημέρωσης δεν απαιτείται όταν έχει λάβει χώρα υποχρεωτική αρχική συνεδρία, οπότε και θεωρείται ότι ο ενάγων πληροφορήθηκε από τον δικηγόρο του τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς μέσω της διαμεσολάβησης.
Γεώργιος-Αλέξανδρος Γεωργιάδης
Η Sakkoulas-Online.gr χρησιμοποιεί cookies για την παροχή των υπηρεσιών της, την ανάλυση της επισκεψιμότητας και τη βελτιστοποίηση της εμπειρίας του χρήστη. Με τη χρήση της Sakkoulas-Online.gr αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Περισσότερα