Top

Αναζήτηση


Αρμενόπουλος
Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
4
Έτος
2024
 
Περισσότερα »

Παραπομπές


Αρμενόπουλος, 4 (2024)


ΜΕφΑθ 55/2024 - σχόλιο: Α. Πλεύρη

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

« Προηγούμενο     Επόμενο »

A- A A+    Εκτύπωση   

ΜΕφΑθ 55/2024

Δικαστής: Χριστίνα Αντωνοπούλου
Δικηγόροι: Α. Πάνος/Γ. Γεωργακόπουλος

(144 § 1, 145, 933, 995 § 1 ΚΠολΔ)

Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης ακινήτου επιδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 995 § 1 ΚΠολΔ, επί ποινή ακυρότητας, μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ου η κατάσχεση, αν ήταν παρών και όχι στους συγγενείς ή συνοίκους ή στους δυνάμενους να παραλαμβάνουν κοινοποιούμενα δικόγραφα υπαλλήλους.
Όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση είναι απών κατά την κατάσχεση, η επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης ακινήτου πρέπει να γίνει, όπως ορίζει το άρθρο 995 § 1 ΚΠολΔ, επί ποινής ακυρότητας της κατάσχεσης, εξαιτίας της σπουδαιότητας που αποδίδει στην τήρηση των σχετικών διατάξεων ο νομοθέτης, ανεξαρτήτως επίκλησης και απόδειξης δικονομικής βλάβης.
Αναστολή άνευ εγγυήσεως της προόδου αναγκαστικής εκτέλεσης, διότι δεν επιδόθηκε την επόμενη ημέρα από την κατάσχεση στον απόντα, κατά την κατάσχεση καθ’ου, αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, σύμφωνα με το άρθρο 995 § 1 ΚΠολΔ.

[…]

Με την κρινόμενη αίτηση ο αιτών, κατά του οποίου επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση από την καθ’ ης, εκθέτει ότι με την υπ’ αριθ. 347/2024 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 933 επ., 937 παρ. 3 σε συνδυασμό με άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ, απορρίφθηκε η ανακοπή που είχε ασκήσει για την ακύρωση της εκτέλεσης κατά της με αριθμό … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Μ.Σ., με βάση την οποία κατασχέθηκε το περιγραφόμενο στην αίτηση ακίνητο και επίκειται αναγκαστικός ακινήτου ιδιοκτησίας του με ηλεκτρονικά μέσα, στις 28.02.2024, κατά της από 16.06.2023 επιταγής προς εκτέλεση κάτωθι του αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της 4338/2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της από … εντολής προς εκτέλεση του πληρεξούσιου δικηγόρου της καθ’ ης και κάθε συναφούς πράξης εκτέλεσης, επικαλούμενος δε ότι κατά της αποφάσεως αυτής έχει ασκήσει εμπρόθεσμα και νομότυπα έφεση, ζητεί, επικαλούμενος την ευδοκίμηση της έφεσης και την ανεπανόρθωτη βλάβη που θα του προκληθεί από τον πλειστηριασμό της ακίνητης περιουσίας του συνιστάμενη σε προβλήματα υγείας της συζύγου του, καθώς και του ότι υφίσταται πρότασή του προς την καθ’ ης για τη διευθέτηση των οφειλών: α) να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος ου δυνάμει της ανωτέρω έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της από 20.02.2024 έφεσης που άσκησε κατά της καθ’ ης και της εκκαλουμένης απόφασης στις 20.02.2024, ενώπιον της Γραμματείας του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση με ΓΑΚ … και με αριθμό προσδιορισμού στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου … και με πράξη ορισμού συζήτησης στο 8° Τμήμα Εμπράγματο Μονομελές για τη δικάσιμο της 20.02.2025 και αριθμό πινακίου …, την οποία επέδωσε στην καθ’ ης (βλ. υπ.’ αριθ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Ι.Α.), β) τη χορήγηση προσωρινής διαταγής για την αναστολή της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης και του πλειστηριασμού που επισπεύδονται κατά τα προεκτεθέντα έως την έκδοση τελειωτικής απόφασης επί της άνω εφέσεως, άλλως έως την έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας με την έφεση αίτησης αναστολής και γ) να καταδικασθεί η καθ’ ης στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης.

Η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στο οποίο εκκρεμεί η έφεση του αιτούντος (άρθρο 938 παρ. 2, 4 ΚΠολΔ) για να συζητηθεί κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 938 παρ. 2, 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι παραδεκτή, δεδομένου ότι κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 20.02.2024, δηλαδή, πέντε [5] πλήρεις εργάσιμες ημέρες πριν την ορισθείσα ημέρα του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού στις 28.02.2028 (άρθρο 938 παρ. 4 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της από νομική και ουσιαστική άποψη, ενόψει του ότι η έφεση κατά της εκκαλούμενης απόφασης, που δημοσιεύθηκε στις 15.02.2024 έχει ασκηθεί παραδεκτά, νομίμως και εμπροθέσμως, καθόσον η έφεση κατατέθηκε (ασκήθηκε) στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 20.02.2024, εφόσον δεν προκύπτει η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠολΔ), ούτε παρήλθε η προθεσμία του άρθρου 518 παρ. 2 ΚΠολΔ και για το παραδεκτό της έφεσης (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ), έχει κατατεθεί το υπ.’ αριθ. … e- παράβολο, ποσού (100) ευρώ, ως αναγράφεται στην ως άνω έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου. Περαιτέρω, παραδεκτά, νομότυπα και εμπρόθεσμα ασκήθηκε και η ανακοπή επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη κατασχετήρια έκθεση επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 20.07.2023 (βλ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Δ.Μ. και η ανακοπή επιδόθηκε στην καθ’ ης στις 04.10.2023 (βλ. υπ.’ αριθ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, I.A.), ήτοι εντός της προθεσμίας των σαράντα πέντε (45) ημερών του άρθρου 934 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ από την ημέρα επιβολής της κατάσχεσης και μη υπολογιζόμενου του χρονικού διαστήματος από 01 έως 31 Αυγούστου, κατ’ άρθρο 147 ΚΠολΔ. Το αίτημα περί καταδίκης της καθ’ ης στα δικαστικά έξοδα του αιτούντος, πρέπει ν’ απορριφθεί ως μη νόμιμο, εφόσον, κατ’ άρθρο 84§2 εδ. β’ και γ’ του Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων», όπως ισχύει, σε αποφάσεις που εκδίδονται για αιτήσεις χορήγησης αναστολής, τα έξοδα και η αμοιβή του δικηγόρου του καθ’ ου η αίτηση επιδικάζονται πάντοτε σε βάρος του αιτούντος (βλ. και ΜονΕφΑθ 25/2023, δημ. ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΜονΕφΑθ 579/2020, δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Πρέπει, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 159 ΚΠολΔ: «Η παράβαση διάταξης που ρυθμίζει τη διαδικασία και ιδίως τον τύπο κάποιας διαδικαστικής πράξης συνεπάγεται ακυρότητα, την οποία απαγγέλλει το δικαστήριο 1) αν την τήρηση της διάταξης απαιτεί ρητά ο νόμος με την ποινή της ακυρότητας, 2) αν για την παράβαση αυτή επιτρέπεται αναίρεση ή αναψηλάφηση, 3) σε κάθε άλλη περίπτωση, αν ο δικαστής κρίνει ότι η παράβαση προκάλεσε στο διάδικο που την προτείνει βλάβη, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας. Με την προκειμένη διάταξη θεσπίζονται τρεις διαζευκτικές προϋποθέσεις, υπό τις οποίες μπορεί να κηρυχθεί η δικονομική ακυρότητα. Οι δύο πρώτες από αυτές (αριθ. 1 και 2), αν την τήρηση της διατάξεως απαιτεί ρητά ο νόμος με ποινή ακυρότητας ή αν για την παράβαση επιτρέπεται αναίρεση ή αναψηλάφηση, αφορούν παραβάσεις στις οποίες δεν καταλείπεται στον δικαστή ελευθερία κηρύξεως ή μη κηρύξεως της ακυρότητας. Το δικαστήριο υποχρεούται να την απαγγείλει, εφόσον συντρέχουν οι όροι του νόμου. Στις περιπτώσεις αυτές δεν εξετάζεται η ύπαρξη τυχόν βλάβης του διαδίκου ή η ενδεχόμενη επίτευξη του σκοπού για τον οποίο τέθηκε η διάταξη. Ακυρότητα κατά την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 159 αρθρ. 1 ΚΠολΔ υφίσταται, όταν ο νόμος προβλέπει ρητά τη συγκεκριμένη κύρωση ως συνέπεια προσβολής δικονομικής διατάξεως, αλλά και όταν χρησιμοποιεί παρεμφερείς εκφράσεις λ.χ. η πράξη «είναι ανίσχυρη», «δεν δύναται να γίνει» ή «απαγορεύεται», περίπτωση δε ακυρότητας του άρθρου 159 παρ. 1 ΚΠολΔ συνιστά, μεταξύ άλλων περιπτώσεων που ρυθμίζονται στο νόμο, η παράλειψη ή το εμπρόθεσμο των διατυπώσεων των παραγράφων I, II, και III του άρθρου 995 ΚΠολΔ (βλ. Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ορφανίδης), Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 159 ΚΠολΔ, παρ. 8, 9, σελ. 380, όπου και παραπομπή ΟλΑΠ 963/1985, ΝοΒ 1985, 1406 επ., Κεραμεύς, ο.π. (-Νικολόπουλος), άρθρο 995 ΚΠολΔ, παρ. 5, σελ. 1935, όπου και παραπομπή στην παρ. 9 σχετικά με το άρθρο 159 ΚΠολΔ). Σύμφωνα με το άρθρο 955 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς και το άρθρο 995 παρ. 1 ΚΠολΔ προκειμένου για ακίνητα, αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ’ ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που περατώθηκε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την περάτωση της κατάσχεσης. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα της κατάσχεσης. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης πρέπει να γίνει στον παρόντα καθ’ ου η κατάσχεση και όχι στους συγγενείς ή συνδίκους ή στους δυνάμενους να παραλαμβάνουν κοινοποιούμενα δικόγραφα υπαλλήλους. Η παρουσία των τελευταίων προσώπων δε σημαίνει και παρουσία του καθ’ ου η εκτέλεση. Αυτός είναι παρών, όταν αυτοπροσώπως παρευρίσκεται. Αν ο καθ’ ου η εκτέλεση είναι απών κατά την κατάσχεση, η επίδοση πρέπει να γίνει όπως ορίζουν οι παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 144 παρ. 1 και 145 ΚΠολΔ. Οι παραπάνω διατυπώσεις επιβάλλονται με ποινή ακυρότητας της κατάσχεσης (αρθρ. 955 παρ. 1 εδ. δ’ και 995 παρ. 1 εδ. γ’ ΚΠολΔ), εξαιτίας της σπουδαιότητας που αποδίδει στην τήρηση τους ο νομοθέτης. Συνεπώς, η μη τήρηση τους θεμελιώνει λόγο ανακοπής κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεσης), ανεξάρτητα από την επίκληση και απόδειξη δικονομικής βλάβης (βλ. ΜονΕφ Ιωαν 525/2023, δημ. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, όπου και παραπομπή ΑΠ 2155/1986, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Νικολόπουλος), Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 995 ΚΠολΔ, παρ. 5, σελ. 1935, Κεραμεύς (-Ορφανίδης), οπ., άρθρο 159 ΚΠολΔ, παρ. 8, 9 σελ. 380, Γέσιου-Φαλτσή σε Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, ΙΙΑ/Ειδικό Μέρος, Γ΄ Έκδοση, σελ. 252 επ).

Με τον πρώτο λόγο έφεσης παραπονείται ο εκκαλών (αιτών) ότι το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθόσον απέρριψε ως αόριστο το δεύτερο λόγο ανακοπής του, περί ακυρότητας της υπ’ αριθ. … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Μ.Σ., καθόσον δεν κοινοποίησε αυτή στη διεύθυνσή του επί της οδού … της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής, την οποία γνώριζε, αλλά κοινοποίησε αυτή στην οδό … και ειδικότερα στην κατοικία της αδελφής του, η οποία την παρέλαβε, ότι ο ίδιος ήταν απών κατά την κατάσχεση και ότι δεν του επιδόθηκε την επόμενη ημέρα αντίγραφο της έκθεσης που συνέταξε σχετικά με την επιβολή της κατάσχεσης, όπως ορίζει με ποινή ακυρότητας το άρθρο 995 παρ. 1 ΚΠολΔ. Ο λόγος αυτός είναι νομικά βάσιμος και στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 995 παρ. 1 σε συνδυασμό με άρθρο 159 αριθ. 1 ΚΠολΔ, 122 επ. ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως την ουσιαστική του βασιμότητα.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι, τους διαλαμβανόμενους στα έγγραφα σημειώματά τους ισχυρισμούς και την εν γένει προφορική συζήτηση της υπόθεσης, η δε τυχόν αναφορά συγκεκριμένου αποδεικτικού μέσου είναι ενδεικτική και κανενός η συνεκτίμηση δεν παραλείφθηκε (βλ. και ΟλΑΠ 42/2002, ΑΠ 257/2016, ΑΠ 1595/2007, δημοσίευση ΝΟΜΟΣ), πιθανολογήθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, σχετικά με τον άνω λόγο έφεσης τα ακόλουθα: Η υπ.’ αριθ. 4338/2020 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθμό πρώτου (Α’) απογράφου εκτελεστού 4327/2020 και η από 03.07.2020 έγγραφη εντολή του πληρεξούσιου δικηγόρου της επισπεύδουσας, καθ’ ης η αίτηση, προς το δικαστικό επιμελητή επιδόθηκε στις 14.07.2020 (βλ. … έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας X.Π. … στο … και παρέλαβε ο ίδιος ο αιτών. Εν συνεχεία η υπ.’ αριθ. 4338/2020 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθμό πρώτου (Α’) απογράφου εκτελεστού 4327/2020 και η από 05.04.2022 έγγραφη εντολή του πληρεξούσιου δικηγόρου της επισπεύδουσας, καθ’ης η αίτηση, προς τo δικαστικό επιμελητή και τα αναγραφόμενα σε αυτή έγγραφα επιδόθηκε στις 07.04.2022 (βλ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή …) στον αιτούντα όχι στην Αναγραφόμενη επί της άνω έκθεσης επιδόσεως διεύθυνση …, αλλά κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον αιτούντα στο αναγραφόμενο στην έκθεση επίδοσης κινητό τηλέφωνο, υποδείχθηκε από τον αιτούντα στο δικαστικό επιμελητή ως προσωρινή διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος η οδός …, όπου παρέλαβε η σύνοικος αδελφή του αιτούντος Β.Κ. Στην ίδια ως άνω διεύθυνση θυροκολλήθηκε παρουσία της μάρτυρος Ε.Κ. ακριβές φωτοτυπικό αντίγραφο εκ του αντιγράφου για περαιτέρω εκτέλεση κατ’ άρθρο 918 παρ. 6 ΚΠολΔ από το πρώτο απόγραφο εκτελεστό της άνω διαταγής πληρωμής μετά κοινοποίησης των εγγράφων που αναγράφονται στην … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Δ.Μ. Επί της άνω έκθεσης επιδόσεως, ο αιτών φέρεται ως κάτοικος: Αμαρουσίου Αττικής, επί της οδού … ή άλλως κάτοικος … ή άλλως κάτοικος …οδός […]. Στην κρινόμενη αίτηση (έφεση μετ’ αιτήσεως αναστολής κατ’ άρθρο 938 παρ. 2 ΚΠολΔ) αναγράφεται ως διεύθυνση του αιτούντος … Ενότητας Δυτικής Αττικής …, στο σημείωμά του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αναγράφεται ως διεύθυνση …, στην ανακοπή … και στους πρόσθετους λόγους ανακοπής …, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση αναγράφεται ως διεύθυνση, κάτοικος […]. Ακριβές αντίγραφο της ένδικης υπ.’ αριθ. … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας επιδόθηκε (βλ. υπ.’ αριθ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Δ.Μ.) στον Πειραιά, επί της οδού … αριθ. … και παρέλαβε η σύνοικος αδελφή του αιτούντος, Β.Κ. Επί της ένδικης με αριθμό … σύμβασης τοκοχρεωλυτικού δανείου, η οποία προσκομίστηκε με την αίτηση για την έκδοση της υπ’ αριθμ. 4338/2020 διαταγής πληρωμής και την οποία προσκομίζει και ο αιτών στον παρών Δικαστήριο με ένδειξη σχετικού (Σχετ. Νο 10 (1-5)), αναγράφεται ως διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος […]. Από τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι ο αιτών χρησιμοποιεί διάφορες διευθύνσεις ως κατοικία, ενώ καθ’ υπόδειξή του έλαβε χώρα επίδοση κατά τα προεκτεθέντα επί της οδού … ως προσωρινή του κατοικία, στην οποία άλλοτε έγινε θυροκόλληση και άλλοτε παρέλαβε η σύνοικος αδελφή του, στην οποία επιδόθηκε και η ένδικη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου (βλ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Δ.Μ.). Από τα ανωτέρω πιθανολογήθηκε ότι κατά τον ένδικο χρόνο της επίδοσης της ένδικης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου στον Πειραιά, επί της οδού … αριθ. … ήταν η διεύθυνση κατοικίας του αιτούντος, και συνεπώς το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης περί ακυρότητας της επίδοσης της κατασχετήριας έκθεσης επειδή η επίδοση έγινε στην κατοικία συγγενικού προσώπου του αιτούντος και όχι στην κατοικία του ιδίου (άρθρα 122 επ. ΚΠολΔ), πιθανολογείται ότι δεν θα ευδοκιμήσει και πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος. Ωστόσο, η ως άνω επίδοση έλαβε χώρα με επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης στη σύνοικο αδελφή του αιτούντος και χωρίς να είναι παρών ο αιτών, ενώ δεν έλαβε χώρα επίδοση στον ίδιο τον αιτούντα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 995 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ, στην οποία ορίζεται ότι αν ο καθ’ ου η κατάσχεση είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που περατώθηκε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την περάτωση της κατάσχεσης. Στην προκειμένη περίπτωση πιθανολογείται ότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 995 παρ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ, με συνέπεια η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών να επιφέρει ακυρότητα της ένδικης κατάσχεσης ανεξαρτήτως δικονομικής βλάβης, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην προπαρατεθείσα μείζονα σκέψη και συνεπώς πιθανολογείται ότι θα ευδοκιμήσει ο πρώτος λόγος έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του περί μη τήρησης των διατυπώσεων του άρθρου 995 παρ. 1 εδ. β ΚΠολΔ. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι ο αιτών προσπαθεί να ρυθμίσει την ένδικη οφειλή του προς στην καθ’ ης και ήδη πριν τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης στις 15.02.2024 έχει προτείνει στην καθ’ ης να της καταβάλει εφάπαξ και προς πλήρη και ολοσχερή εξόφληση το ποσό των (110.000) ευρώ (βλ. προσκομιζόμενη από τον αιτούντα από 29.01.2024 ΠΡΟΤΑΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΑΘ’ ΗΣ ΜΕ ΑΡΘ. ΣΧΕΤ. 21). Κατόπιν τούτων, πιθανολογήθηκε ότι μπορεί να ευδοκιμήσει το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης, κατά τα προεκτεθέντα, ενώ παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων έφεσης, που ομοίως κατατείνουν στην ακύρωση της αυτής διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης και δη η διενέργεια του πλειστηριασμού του ακινήτου του αιτούντος που έχει οριστεί για την 28.02.2028 με τα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού, θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα, δεδομένου και της προσπάθειας του για την εξόφληση της απαίτησης. Πρέπει συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση … και … να γίνει κατ’ ουσίαν δεκτή και να ανασταλεί, άνευ εγγυήσεως, η πρόοδος της εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος του αιτούντος, κατόπιν έκδοσης της υπ.’ αριθ. 4338/2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθμό πρώτου (Α’) απογράφου εκτελεστού 4327/2020 και της από … έγγραφης εντολής της πληρεξούσιας δικηγόρου της καθ’ ης προς τη δικαστική επιμελήτρια, Μ.Σ. για αναγκαστική κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας του αιτούντος, με την υπ.’ αριθ. … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας της άνω δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, με βάση την οποία κατασχέθηκε το περιγραφόμενο στην αίτηση ακίνητο, ιδιοκτησίας του αιτούντος και δη ακίνητο ιδιοκτησίας του αιτούντος, εκτάσεως (6.179,40) τ.μ. κατά τον τίτλο ιδιοκτησίας και κατά το κτηματολογικό φύλλο εκτάσεως (6.047) τ.μ., μετά διωρόφου κτίσματος επιφάνειας 239,43 τ.μ., μετά πάντων των συστατικών και παραρτημάτων, που βρίσκεται στη Δημοτική Κοινότητα και Ενότητα … του, στη θέση … επί της οδού …, ως ειδικότερα περιγράφεται στην άνω κατασχετήρια έκθεση και επίκειται ηλεκτρονικός πλειστηριασμός του άνω ακινήτου, ενώπιον της ορισθείσας πιστοποιημένης υπαλλήλου επί του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού Συμβολαιογράφου Αθηνών, Β.Β., άλλως σε περίπτωση αδυναμίας της ενώπιον του νομίμου αναπληρωτή της, στις 28.02.2024, ημέρα Τετάρτη και ώρα 10.00 π.μ. έως 12.00 μ.μ., έως την έκδοση τελειωτικής απόφασης επί της ασκηθείσας από 20.02.2024 έφεσης με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου …, που προσδιορίστηκε στο παρόν Δικαστήριο … με πράξη ορισμού συζήτησης στο 8° Τμήμα Εμπράγματο Μονομελές για τη δικάσιμο … 2025 και αριθμό πινακίου (23). Το αίτημα για χορήγηση προσωρινής διαταγής, που κατατέθηκε στις … απορριφθεί ως άνευ αντικειμένου, αφού στην ορισθείσα δικάσιμο της 22.02.2024 ζητήθηκε η κατατεθείσα μετ’ εφέσεως αίτηση αναστολής του άρθρου 938 παρ 2 ΚΠολΔ …, …, η οποία γίνεται κατ’ ουσίαν δεκτή με την παρούσα. Τα δικαστικά έξοδα κατόπιν παραδοχής αιτήματος της καθ’ ης που αποβάλλεται νομότυπα με το έγγραφο σημείωμά της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος, κατ’ άρθρο 84 παρ.2 εδ. τελευτ. Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων», όπως ισχύει, κατά τα οριζόμενα και στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων. Απορρίπτει την αίτηση για χορήγηση προσωρινής διαταγής, που κατατέθηκε στις 20.02.2024 με […] Δέχεται την από 20.02.2024 … αίτηση. Αναστέλλει, άνευ εγγυήσεως, την πρόοδο της εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος του αιτούντος, κατόπιν έκδοσης της υπ.’ αριθ. 4338/2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθμό πρώτου (Α’) απογράφου εκτελεστού 4327/2020 και της από 16.06.2023 έγγραφης εντολής της πληρεξούσιας δικηγόρου της καθ’ ης προς τη δικαστική επιμελήτρια, Μ.Σ. μα αναγκαστική κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας του αιτούντος, με την υπ.’ αριθ. … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας της άνω δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, με βάση την οποία κατασχέθηκε το περιγραφόμενο στην αίτηση ακίνητο, ιδιοκτησίας του αιτούντος και δη ακίνητο ιδιοκτησίας του αιτούντος, εκτάσεως (6.179,40) τ.μ. κατά τον τίτλο ιδιοκτησίας και κατά το κτηματολογικό φύλλο εκτάσεως (6.047) τ.μ., μετά διωρόφου κτίσματος επιφάνειας 239,43 τ.μ., μετά πάντων των συστατικών και παραρτημάτων, που βρίσκεται στη […] ειδικότερα περιγράφεται στην άνω κατασχετήρια έκθεση και επίκειται ηλεκτρονικός πλειστηριασμός του άνω ακινήτου, ενώπιον της ορισθείσας πιστοποιημένης υπαλλήλου επί του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού Συμβολαιογράφου Αθηνών, Β.Β., άλλως σε περίπτωση αδυναμίας της ενώπιον του νομίμου αναπληρωτή της, στις 28.02.2024, ημέρα Τετάρτη και ώρα 10.00 π.μ.-12.00 μ.μ., έως την έκδοση τελειωτικής απόφασης επί της ασκηθείσας από 20.02.2024 έφεσης με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου, … που προσδιορίστηκε στο παρόν Δικαστήριο στις … με πράξη ορισμού συζήτησης στο 8° Τμήμα Εμπράγματο Μονομελές για τη δικάσιμο 20.02.2025 και αριθμό πινακίου (23). Καταδικάζει τον αιτούντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ. […]

[Η σχολιαζόμενη απόφαση εκδόθηκε επί αίτησης για την αναστολή αναγκαστικής εκτέλεσης κατ’ άρθρο 938 ΚΠολΔ, κατόπιν άσκησης έφεσης κατά οριστικής απόφασης με την οποία είχε απορριφθεί ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης για την ακύρωση επιταγής προς εκτέλεση και κατασχετήριας έκθεσης ακινήτου. Η σχολιαζόμενη απόφαση εφαρμόζοντας τα άρθρα 159 αριθ. 1 ΚΠολΔ και 955 § 1 ΚΠολΔ ορθώς διέταξε την αναστολή άνευ εγγυήσεως της προόδου αναγκαστικής εκτέλεσης, διότι δεν επιδόθηκε την επόμενη ημέρα από την κατάσχεση στον απόντα κατά την κατάσχεση καθ’ου αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, σύμφωνα με όσα ορίζει το άρθρο 995 § 1 ΚΠολΔ. Επί του σημαντικού αυτού δικονομικού ζητήματος, είχαμε την ευκαιρία να αναφερθούμε και σε σχόλιο υπό την ΜονΠρΙωαν 525/2023, η οποία δημοσιεύθηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου του Αρμενόπουλου στις σελ. 1597 επ. Όπως σημειώθηκε και στο πλαίσιο του ως άνω σχολίου, επί κατάσχεσης ακινήτων η διάταξη του άρθρου 995 § 1 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 77 του ν. 4842/2021) ορίζει ότι: «1. Αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης επιδίδεται μόλις περατωθεί η κατάσχεση στον καθ`ου η εκτέλεση, αν ήταν παρών, και, αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το έγγραφο που του επιδίδεται, ο επιμελητής συντάσσει έκθεση για την άρνησή του. Αν είναι απών ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου, η επίδοση γίνεται το αργότερο την επομένη της ημέρας που έγινε η κατάσχεση, εφόσον εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την κατάσχεση. Η παράλειψη των διατυπώσεων αυτών επιφέρει ακυρότητα. Ως τιμή πρώτης προσφοράς για τον πλειστηριασμό ακινήτου ορίζεται η εμπορική του αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά τον χρόνο της κατάσχεσης κατά το π.δ. 59/2016 (Α’ 95).».

Η εν λόγω διάταξη, όπως και το άρθρο 955 § 1 ΚΠολΔ επί κατάσχεσης κινητών , προβλέπει μια ειδικότερη σε σχέση με τις γενικές διατάξεις περί επιδόσεων των άρθρων 122 επ. ΚΠολΔ διαδικασία για την επίδοση αντιγράφου συγκεκριμένα της κατασχετήριας έκθεσης και σε αμφότερες τις ως άνω διατάξεις θεμελιώνεται λόγος ανακοπής και ακύρωσης της κατάσχεσης και δη ανεξαρτήτως επίκλησης και απόδειξης δικονομικής βλάβης, σε περίπτωση μη τήρησης των ως άνω διατυπώσεων. Η επίδοση, λοιπόν, της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου πρέπει, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου και επί ποινή απόλυτης ακυρότητας της κατάσχεσης, να γίνει στον αυτοπροσώπως παρόντα καθ’ ου η κατάσχεση για την άμεση ενημέρωση του και όχι στους συγγενείς ή συνοίκους αυτού (στην περίπτωση της σχολιαζόμενης απόφαση η ακυρωθείσα κατασχετήρια έκθεση επιδόθηκε στην σύνοικο αδελφή του καθ’ ου η εκτέλεση) ή στους δυνάμενους να παραλαμβάνουν κοινοποιούμενα δικόγραφα υπαλλήλους (βλ. ΜονΠρΛαρ 2775/2001, Δικογραφία 2001.517· ΜονΠρΡοδ 295/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Οι ως άνω διατάξεις προβλέπουν, μάλιστα, ειδικά τί απαιτείται να διενεργηθεί, όταν ο καθ’ου η κατάσχεση είναι παρών και αρνηθεί να παραλάβει την κατασχετήρια έκθεση και τί στην περίπτωση που αυτός είναι απών.

Επομένως, όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση είναι απών κατά την κατάσχεση, όταν δηλαδή δεν είναι αυτοπροσώπως παρών ο ίδιος, η επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης πρέπει να γίνει όπως ορίζουν τα άρθρα 955 § 1 και 995 § 1 ΚΠολΔ για την κατάσχεση κινητών και ακινήτων αντίστοιχα, δηλαδή η επίδοση πρέπει να γίνει (επί ποινή ακυρότητας) το αργότερο την επομένη της ημέρας, που έγινε η κατάσχεση, αν εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου ή της κοινότητας όπου έγινε η κατάσχεση, άλλως μέσα σε οκτώ ημέρες από την κατάσχεση.

Ο λόγος για τον οποίο οι ως άνω διατυπώσεις επιβάλλονται ρητά (άρθρο 995 § 1 εδ. γ΄ για την κατάσχεση ακινήτων) με ποινή απόλυτης ακυρότητας της κατάσχεσης είναι η σπουδαιότητα την οποία αποδίδει στην τήρηση τους ο νομοθέτης, όπως έχει επισημάνει ήδη από το έτος 1986 το Ακυρωτικό στη με αριθμό 2155/1986 (ΝοΒ 1987.1244) απόφαση του. Γίνεται, λοιπόν δεκτό από τον Άρειο Πάγο, ότι η μη τήρηση των ως άνω διατυπώσεων θεμελιώνει λόγο ανακοπής κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεσης), ανεξάρτητα από την επίκληση και απόδειξη δικονομικής βλάβης από τον ανακόπτοντα – καθ’ ου η κατάσχεση. Την άποψη αυτή δέχεται και επαναλαμβάνει και η ως άνω δημοσιευόμενη απόφαση. Η γνώμη αυτή υποστηρίζεται επίσης και στην επιστήμη (Βλ. Μπρίνια, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης ΙΙ, β έκδοση, άρθρο 955, σελ. 761· Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη), Ερμηνεία ΚΠολΔ2, 2021, άρθρο 955, σελ. 365-366, αριθ. 2-3, άρθρο 995, αριθ. 2, σελ. 853-854, αριθ. 3, σελ. 854-857, αριθ. 5· Απαλαγάκη/ Σταματόπουλο (-Ρεντούλη), Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, τ. ΙΙ, 2022, υπό άρθρο 995, σελ. 3287-3288, αριθ. 1)].

A.Π.