Top

Νομολογία - Πλήρη κείμενα


ΜΠρΒολ 11/2025 - Πλήρες κείμενο

A- A A+    Εκτύπωση   

ΜΠρΒολ 11/2025 - Πλήρες κείμενο [*]

Σύνθεση: Απόστολος Μπέης, Πρωτοδίκης
Δικηγόροι: Παναγιώτης Ρεκκές, Μαρία Μοσχοπούλου

Αγωγή δικηγόρου για επιδίκαση της αμοιβής του· στοιχεία ορισμένου αγωγής· καταχρηστική άσκηση δικαιώματος· αμοιβή δικηγόρου με χρονοχρέωση· το σύστημα αμοιβής με χρονοχρέωση προϋποθέτει ύπαρξη σχετικής συμφωνίας. Απόρριψη αγωγής λόγω έλλειψης συμφωνίας χρονοχρέωσης.

Νομικές διατάξεις: άρθρα 59 παρ. 3 ΚωδΔικ, 281, 346, 361, 713 επ. ΑΚ, 216 ΚΠολΔ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ

ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΕΣ - ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΑΜΟΙΒΕΣ

Αριθμός Απόφασης

11/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ

Συγκροτήθηκε από τον Δικαστή Απόστολο Μπέη, Πρωτοδίκη Βόλου Ειδικής Επετηρίδας, με την παρουσία και της Γραμματέως Αναστασίας Σταυράτη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 17η Σεπτεμβρίου 2024 για να δικάσει υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: … …, κατοίκου Βόλου Μαγνησίας, οδός … αρ. …, ΑΦΜ ..., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Παναγιώτη Ρεκκέ.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: … … του … … και της … …, κατοίκου Λάρισας, οδός … αρ. …, ΑΦΜ …, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Μαρίας Μοσχοπούλου.

Ο ενάγων με την από 12.4.2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/12.4.2024 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 21ης.5.2024, οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, ζήτησε όσα αναφέρονται σ' αυτή.

Εκφωνήθηκε η υπόθεση κατά τη σειρά εγγραφής της στο έκθεμα και οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, με την οποία ορίζεται ότι το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα, προκύπτει ότι η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψή της ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, η οποία αποτελεί και προϋπόθεση του παραδεκτού της (ΑΠ 1611/2008 Δ.2008.1131, ΑΠ 187/2006 Δ.2006.907). Επιπλέον, για να είναι ορισμένη η αγωγή, με την οποίαν ο ενάγων δικηγόρος ζητεί την επιδίκαση της αμοιβής που συμφωνήθηκε με τον εντολέα του για δικαστικές ή εξώδικες ενέργειες συναφείς με το δικηγορικό λειτούργημα, μετά την εκτέλεση τούτων, αρκεί στο δικόγραφο αυτής να μνημονεύονται: α) η συμφωνία περί εντολής και το ύψος της αμοιβής και β) η εκτέλεση της εντολής αυτής με την ενέργεια των αναγκαίων, για τη διεκπεραίωση της ανατεθείσας υποθέσεως, δικαστικών και εξωδίκων πράξεων, ενώ σημειωτέον δεν απαιτείται να αναφέρονται αναλυτικά οι επιμέρους πράξεις του δικηγόρου, η επιτυχής έκβαση της δίκης, καθώς και ότι ο δικηγόρος ανέλαβε την υποχρέωση να διεξαγάγει τη δίκη μέχρι τελεσιδικίας ως και ότι σε περίπτωση αποτυχίας δεν δικαιούται να λάβει αμοιβή, αφού η μνεία των στοιχείων αυτών είναι αναγκαία μόνον στην συμφωνία περί εργολαβίας δίκης (ΑΠ 374/2007, ΑΠ 57/2005). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, η άσκηση δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, πλην άλλων και όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου προηγήθηκε της ασκήσεώς του και η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το μεσολαβήσαν χρονικό διάστημα δεν δικαιολογούν επαρκώς τη μεταγενέστερη άσκησή του, από την οποία, αντιθέτως, προκύπτει προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος. Για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής και τη θεμελίωση της απ' αυτήν ενστάσεως καταχρηστικής ασκήσεώς του δικαιώματος, απαιτείται η υπέρβαση των πιο πάνω ορίων που ορίζονται στη διάταξη αυτή από την άσκηση του επιδιωκόμενου με την αγωγή δικαιώματος να είναι προφανής, δηλαδή πρόδηλη και αναμφισβήτητη (ΑΠ 1992/2006 ΕλλΔνη 48.794). Είναι δε η υπέρβαση αυτή προφανής, όταν προκαλείται η εντύπωση έντονης αδικίας σε σχέση με το όφελος του δικαιούχου από την άσκηση του δικαιώματος (ΑΠ 93/2008 ΕλλΔνη 49.1065, ΑΠ 1047/2007 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1028/1986 ΝοΒ 35.751, ΕφΘεσ 301/2010 Αρμ 2011.764, ΕφΑθ 3455/1991 ΕλλΔνη 34.1628). Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ' αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, που συνεπάγεται ιδιαιτέρως επαχθείς για τον ίδιο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου (ΟλΑΠ 7/2002, ΕλλΔνη 2002/681, ΟλΑΠ 8/2001, ΟλΑΠ 19/1998, ΟλΑΠ 1/1997, ΟλΑΠ 62/1990, ΑΠ 294/2020, ΑΠ 308/2020, ΑΠ 311/2020, ΑΠ 626/2020, ΑΠ 207/2014, ΑΠ 298/2012, ΑΠ 364/2011, ΑΠ 798/2010, ΑΠ 9/2010, ΑΠ 265/2009, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Τέλος, δεν υφίσταται η πλημμέλεια εκ της παρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, στην ερμηνεία της διάταξη του άρθρου 59 παρ. 3 του Ν. 4194/13, το οποίο ορίζει ότι σε περίπτωση έλλειψης έγγραφης συμφωνίας, η αμοιβή του δικηγόρου για δικαστικές ή εξώδικες εργασίες, πράξεις ή απασχολήσεις, δύναται να προσδιορίζεται με βάση την ωριαία απασχόληση του δικηγόρου, όπως αυτή αναφέρεται στο Παράρτημα 1 του Κώδικα, σε περίπτωση απόρριψης του αγωγικού αιτήματος εφαρμογής της ως άνω διάταξη του άρθρου 59 παρ. 3 του Ν. 4194/2013, παρότι δεν υπήρχε συμφωνία χρονοχρέωσης, αφού το σύστημα αμοιβής με χρονοχρέωση προϋποθέτει σχετική συμφωνία (ΑΠ 345/2023, Νόμος).

Με την κρινόμενη αγωγή, ο ενάγων εκθέτει ότι ο εναγόμενος του ανέθεσε, τον Αύγουστο του 2021, κατόπιν προφορικής τους συμφωνίας, να αναλάβει την υπόθεση του τελευταίου, που αφορούσε την έκδοση Άδειας Παραμονής (GOLDEN VISA) από τα αρμόδια γραφεία διαμονής της Χώρας, αλλά και κάθε ενέργειας που θα πρόκυπτε, για την περαίωση της εν λόγω εντολής, τα έξοδα για οποιεσδήποτε εξωδικαστικές του ενέργειες, συνυπολογίζοντας τον εργασιακό χρόνο που θα δαπανούσε για τις συναντήσεις στο γραφείο του, τις τηλεφωνικές επικοινωνίες, τις συναντήσεις και τις μεταβάσεις του σε γραφεία και υπηρεσίες εκτός γραφείου, καθώς ήταν πλήρως ικανοποιημένος από τις μέχρι τότε νομικές του ενέργειες (έκδοση βίζας από Καναδά, παράταση ανανέωσης της βίζας, παράσταση σε συμβόλαια, συνομιλίες με εργολάβους, αναζήτηση οικίας προς αγορά, νομικούς ελέγχους σε υποθηκοφυλάκεια, παράσταση σε συμβόλαιο πρώτης κατοικίας κ.α.), εφόσον προηγουμένως, ο εναγόμενος, τον είχε εξοφλήσει, για τις μέχρι τότε, ανωτέρω αναφερόμενες, νομικές του ενέργειες. Ότι ο εναγόμενος στις 12.8.2021 κατέθεσε στον λογαριασμό του το ποσό των 4.000 ευρώ, εξοφλώντας τον για τις μέχρι τότε νομικές του ενέργειες και στις 13.8.2021, προκατέβαλε, στον λογαριασμό του, το ποσό των 4.000 ευρώ, για να εκκινήσει τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Ότι από τον Αύγουστο του 2021 μέχρι και τις 26.1.2024, οπότε και ο εναγόμενος, κατόπιν των δικών του ενεργειών, παρέλαβε την άδεια διαμονής του, απασχολήθηκε συνολικά 144 ώρες, εκτελώντας τις αναλυτικά αναφερόμενες στην υπό κρίση αγωγή, ενέργειες, προς διεκπεραίωση της δοθείσας εντολής του εναγομένου. Ότι η αμοιβή του δικηγόρου, προσδιορίζεται στο ποσό των 80,00 ευρώ την ώρα συν ΦΠΑ 24 %, σύμφωνα με το άρθρο 59 παρ. 3 του Κώδικα Δικηγόρων, σε περίπτωση έλλειψης έγγραφης συμφωνίας. Ότι η συνολική αμοιβή του ιδίου ανέρχεται στο ποσό των 10.704 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, αφαιρουμένου δε του ποσού της προκαταβολής ύψους 4.000 ευρώ, ανέρχεται τελικά στο ποσό των 6.704 ευρώ (5.095,04 ευρώ κεφάλαιο και 1.608,96 ευρώ ΦΠΑ). Ότι ο εναγόμενος, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του, εξακολουθεί να του οφείλει το ανωτέρω ποσό. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, ο ενάγων, ζητά να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 6.704 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής, να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αρμόδια εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (άρθρα 14, 33, 622 A παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και συγκεκριμένα των διαφορών από αμοιβές του άρθρου 614 παρ. 5 ΚΠολΔ και είναι ορισμένη, απορριπτόμενων, των περί του αντίθετου, ισχυρισμών του εναγομένου, περί αοριστίας της αγωγής, καθώς σε αυτή διαλαμβάνονται οι ενέργειες του δικηγόρου, η εκτέλεση της εντολής και η αμοιβή που συμφωνήθηκε, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεση κάθε μιας των επί μέρους ενεργειών στις οποίες προέβη ο δικηγόρος, κατά τα ανωτέρω, στη μείζονα σκέψη αναφερόμενα. Είναι περαιτέρω νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 346, 361, 713 επ. ΑΚ και του άρθρου 59 του Κώδικα Περί δικηγόρων (Ν.4194/2013), καθώς και των άρθρων 907, 908 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει συνεπώς, να ερευνηθεί κατά τα λοιπά, ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της κύριας βάσης της.

Ο εναγόμενος με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, αλλά και με τις νομότυπα κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις του, απαντώντας στην αγωγή, αρνείται το περιεχόμενό της, αναφέροντας ότι υπήρξε συμφωνία με τον ενάγοντα δικηγόρο, για την διαδικασία απόκτησης golden visa για αυτόν, έναντι αμοιβής του ενάγοντος, ποσού 6.000 ευρώ, ενώ προβάλλει ειδικότερα τους εξής ισχυρισμούς: 1) την ένσταση αοριστίας, η οποία απορρίφθηκε για τους ανωτέρω διαλαμβανόμενους λόγους, 2) την ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους του ενάγοντος, καθώς, ενώ είχαν συμφωνήσει για την παροχή πλήρους πακέτου νομικών υπηρεσιών εκ μέρους του ενάγοντος δικηγόρου στον εναγόμενο, στο ποσό των 6.000 ευρώ, προκειμένου ο τελευταίος να αποκτήσει την άδεια διαμονής μόνιμου επενδυτή, αυτός αξιώνει να του καταβάλει το ποσό των 14.704, ευρώ συνολικά κι ενώ έχει ήδη λάβει εκ παραδρομής το ποσό των 8.000 ευρώ, αντί της συμφωνηθείσας αμοιβής των 6.000 ευρώ, επιδεικνύοντας αντισυναλλακτική συμπεριφορά. Ο προαναφερθείς ισχυρισμός, ο οποίος αξιολογείται δικονομικά ως ένσταση, που επιχειρείται να θεμελιωθεί στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθόσον τα ως άνω πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα, δεν πληρούν το πραγματικό του επικαλούμενου (ως εφαρμοστέου) στην προκειμένη περίπτωση κανόνα δικαίου, αφού τα εν λόγω περιστατικά, αποτελούν κατ' ουσία, επανάληψη της προβληθείσας εκ μέρους του εναγομένου, ένστασης εξοφλήσεως, χωρίς ωστόσο να επικαλείται αδράνεια του ενάγοντος και τη συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων, αναγομένων στη συμπεριφορά του ενάγοντος, από τα οποία να γεννήθηκε σε αυτόν η εύλογη πεποίθηση, ότι δεν θα ασκηθεί το ήδη ασκηθέν δικαίωμα, έτσι ώστε η άσκηση του δικαιώματος να αποβαίνει αντίθετη στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη, 3) την ένσταση εξοφλήσεως, καθώς έχει ήδη καταβάλει το ποσό των 8.000 ευρώ στον ενάγοντα, σε δυο ισόποσες δόσεις των 4.000 ευρώ, στις 12.8.2021 και στις 13.8.2021, ενώ η μεταξύ τους συμφωνία, αφορούσε αμοιβή του ενάγοντος δικηγόρου, ύψους 6.000 ευρώ, προκειμένου να αποκτήσει την άδεια διαμονής μόνιμου επενδυτή. Η εν λόγω ένσταση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 416 ΑΚ και θα εξεταστεί στην ουσία της.

Από την ανωμοτί κατάθεση του ενάγοντος, την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα ανταποδείξεως, την εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι μετ' επικλήσεως προσκόμισαν και που λαμβάνονται υπόψη είτε ως άμεση απόδειξη (άρθρο 438 ΚΠολΔ) είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων κατ' άρθρο 395 ΚΠολΔ, μερικά εκ των οποίων αναφέρονται κατωτέρω χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής τα οποία το δικαστήριο λαμβάνει υπ' όψη αυτεπάγγελτα και χωρίς απόδειξη (336 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται κατά την κρίση του δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων τυγχάνει δικηγόρος, ασκών το δικηγορικό επάγγελμα, ως εγγεγραμμένος δικηγόρος, στον Δικηγορικό Σύλλογο Βόλου. Ο εναγόμενος, ως πολίτης καναδικής ιθαγένειας και κάτοικος Καναδά, το έτος 2020, ανέθεσε με προφορική σύμβαση εντολής, στον ενάγοντα δικηγόρο, με τη διαμεσολάβηση κοινού φιλικού τους προσώπου, ήτοι της μάρτυρα ανταπόδειξης, … …, την έκδοση βίζας εισόδου του, από τον Καναδά στην Ελλάδα. Την ανωτέρω εντολή του εναγομένου, ο ενάγων δικηγόρος διεκπεραίωσε με επιτυχία. Εν συνεχεία ο εναγόμενος, ανέθεσε στον ενάγοντα δικηγόρο, με προφορική εντολή, την διεξαγωγή όλων των απαραίτητων νομικών ενεργειών, για την έκδοση μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή στην Ελλάδα, μέσω του προγράμματος Golden Visa. Αναφορικά με την δικηγορική αμοιβή του ενάγοντος δικηγόρου, αποδείχθηκε ότι τα διάδικα μέρη, συμφώνησαν την άπαξ αμοιβή του. Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο εναγόμενος, συμφωνήθηκε, ότι η αμοιβή του ενάγοντος θα ανέρχονταν στο ποσό των 6.000 ευρώ, ενώ όπως ο ίδιος ο ενάγων δικηγόρος ανέφερε, στην ανωμοτί κατάθεσή του, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: «η συμφωνία ήταν για 8.000 ευρώ». Συνεπώς, αποδεικνύεται, ότι τα διάδικα μέρη, αν και διαφωνούν ως προς το ύψος της αμοιβής του ενάγοντος, συμφωνούν ως προς τον τρόπο αμοιβής αυτού. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, τα διάδικα μέρη, δεν συμφώνησαν αμοιβή, με βάση το σύστημα της χρονοχρέωσης, στο οποίο στηρίζεται καθ' ολοκληρία, η υπό κρίση αγωγή, παρά μόνο σε άπαξ αμοιβή του ενάγοντος δικηγόρου, καθώς το σύστημα αμοιβής με χρονοχρέωση, προϋποθέτει σχετική συμφωνία, κατά τα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη αναφερόμενα (345/2023 ΑΠ, Νόμος), η οποία δεν αποδείχθηκε ότι καταρτίσθηκε, αφού και ο ίδιος ο ενάγων αναφέρει, ότι υπήρξε συμφωνία άπαξ πληρωμής του, ύψους 8.000 ευρώ και όχι συμφωνία αμοιβής του, με το σύστημα της χρονοχρέωσης, ούτε συνακόλουθα αποδεικνύει ο ενάγων, την γνωστοποίηση του γεγονότος της ωριαίας χρέωσης, προς τον εναγόμενο. Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή, η οποία στηρίζεται, αποκλειστικά και καθ' ολοκληρία, στον υπολογισμό της αμοιβής του ενάγοντα δικηγόρου, με το σύστημα της χρονοχρέωσης, τυγχάνει απορριπτέα, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τέλος, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 179 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, πρέπει να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στον Βόλο Μαγνησίας στις 27.03.2025, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοί τους δικηγόροι.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Δ. ΜΠΕΗΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΣΤΑΥΡΑΤΗ


[*] Η απόφαση δημοσιεύεται με πρωτοβουλία της Μαρίας Μοσχοπούλου, Δικηγόρου LLB, LLM Αστικού Δικαίου ΕΚΠΑ, Ιδιοκτήτριας του Δικηγορικού Γραφείου MMLegal Law Office, Founder/Ceo Propertycheck.gr.