Top

Αναζήτηση


Lex&Forum
Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
2
Έτος
2024
 
Περισσότερα »

Παραπομπές


Lex&Forum, 2 (2024)


ΜΠρΑλεξ 98/2024 - σχόλιο: Γ.-Α. Γεωργιάδης

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

« Προηγούμενο    

A- A A+    Εκτύπωση   

ΜΠρΑλεξ 98/2024

Δικαστής: Α. Καρμοιράντζος
Δικηγόροι: Μ. Περεντέ

Νομοθετικές διατάξεις: άρθρα 905, 323 ΚΠολΔ, 23, 24 ΣυμβΧαγ1996, 23 ΣυμβΧαγ2007

Αναγνώριση τουρκικής απόφασης συναινετικού διαζυγίου, ανάθεσης επιμέλειας και ρύθμισης επικοινωνίας και επιδίκασης διατροφής ανηλίκου· αναγνώριση της απόφασης κατά το σκέλος του διαζυγίου δυνάμει του ελληνικού δικαίου· αναγνώριση της απόφασης κατά το σκέλος της ρύθμισης της άσκησης της επιμέλειας και της διατροφής δυνάμει της Σύμβασης της Χάγης του 1996· αναγνώριση και κήρυξη της εκτελεστότητας της απόφασης κατά το σκέλος της επιδίκασης διατροφής δυνάμει της Σύμβασης της Χάγης του 2007. Σχέση των Συμβάσεων της Χάγης με τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς για την αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε οικογενειακές διαφορές.

Με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα, επικαλούμενη σχετικό έννομο συμφέρον, ζητεί να κηρυχθεί εκτελεστή και να αναγνωριστεί εντός της ελληνικής επικράτειας η ισχύς της υπ’ αριθ. 2018/… απόφασης του 4ου Οικογενειακού Δικαστηρίου της Κωνσταντινούπολης, η οποία κατέστη αμετάκλητη στις 24.1.2019 και σύμφωνα με αυτή: [i] λύθηκε ο πολιτικός γάμος, που τέλεσε στις 24.6.2014 στην Τουρκία με τον πρώην σύζυγό της Μ. Κ., [ii] ανατέθηκε στην ίδια η αποκλειστική επιμέλεια του ανήλικου τέκνου Ν. Κ., το οποίο απέκτησαν κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους, [iii] ρυθμίστηκε η επικοινωνία μεταξύ του τέκνου και του πατρός του και, τέλος, [iv] καθορίστηκε μηνιαία διατροφή τέκνου, συνολικού ποσού 400,00 τουρκικών λιρών, καταβλητέα από τον τελευταίο στην αιτούσα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση παραδεκτά ασκείται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως του εξαιρετικώς υλικά αρμοδίου Δικαστηρίου του τόπου της κατοικίας της αιτούσας, κατ’ άρθρο 905 §§ 1, 4 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 24 § 1 της Σύμβασης της Χάγης του 1996 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία σε θέματα γονικής μέριμνας και μέτρων προστασίας των παιδιών [εφεξής: ΣυμβΧαγ του 1996] και 23 § 1 της Σύμβασης της Χάγης για την είσπραξη σε διεθνές επίπεδο απαιτήσεων διατροφής τέκνων και άλλων μορφών οικογενειακής διατροφής [εφεξής: ΣυμβΧαγ του 2007], για να συζητηθεί κατά την προσήκουσα διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (βλ. άρθρα 905 § 1 τελ. εδ. και 740-781 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, είναι νόμιμη, στηριζόμενη: [Α.] στα άρθρα 905 και 323 αριθ. 2-5 ΚΠολΔ, ως προς το υπό στοιχείο (i) σκέλος που αφορά στην αναγνώριση δεδικασμένου της αλλοδαπής δικαστικής απόφασης, καθώς σχετίζεται με την προσωπική κατάσταση (διαζύγιο) και δεν ρυθμίζεται αφενός με πολυμερή διεθνή σύμβαση, την οποία έχουν κυρώσει τόσο η Ελλάδα, όσο η Τουρκία, αφετέρου με διμερή σύμβαση δικαστικής αρωγής μεταξύ των δύο αυτών κρατών, [Β.] στα άρθρα 1, 3 στοιχ. α΄-β΄, 4 στοιχ. α΄, ε΄, 23-28 της ΣυμβΧαγ του 1996, ως προς τα υπό στοιχεία (ii) και (iii) σκέλη, διότι πρώτον αφορούν στην αναγνώριση δεδικασμένου αλλοδαπής απόφασης αναφορικά με την ανάθεση επιμέλειας τέκνου στον έναν γονέα και τη ρύθμιση επικοινωνίας αυτού με τον άλλον, δεύτερον ρυθμίζονται από την προμνησθείσα πολυμερή διεθνή σύμβαση, η οποία έχει κυρωθεί τόσο από την Ελλάδα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 28 § 1 του Συντάγματος, με τον ν. 4020/2011, όσο από την Τουρκία με ισχύ από 1.2.2017 και τρίτον η προς αναγνώριση αλλοδαπή απόφαση καθαρογράφηκε στις 20.12.2018, ήτοι σε χρόνο που η ΣυμβΧαγ του 1996 είχε ήδη καταστεί τμήμα της εσωτερικής έννομης τάξης αμφότερων των κρατών, και, τέλος, [Γ.] στα άρθρα 1 στοιχ. γ΄, 2 § 1 στοιχ. α΄, 3 στοιχ. α΄, β΄ και ε΄, περ. ii, 19-29 της ΣυμβΧαγ του 2007, ως προς το υπό στοιχείο (iv) σκέλος, διότι πρώτον αφορά στην κήρυξη εκτελεστής αλλοδαπής απόφασης που σχετίζεται με την υποχρέωση καταβολής διατροφής ανήλικου τέκνου από τον υπόχρεο γονέα (“child support”), δεύτερον ρυθμίζεται από την προμνησθείσα πολυμερή διεθνή σύμβαση, αφενός στην οποία έχει προσχωρήσει η ΕΕ την 1η.8.2014, και κατ’ επέκταση εφαρμόζεται στην Ελλάδα (κράτος μέλος της ΕΕ) ως sui generis πηγή του ενωσιακού δικαίου και αναπόσπαστο τμήμα του δικαίου της ΕΕ (επιχείρ. από Απόφαση του ΔΕΕ της 30ής Σεπτεμβρίου 1987, Meryem Demirel κατά Δήμου Schwäbisch Gmünd, C-12/86, σε EU:C:1987:400, σκέψη 7), με χρόνο έναρξης ισχύος την ίδια ημερομηνία (1.8.2014), αφετέρου κυρώθηκε από την Τουρκία, με χρόνο έναρξης ισχύος την 1η.2.2017 και τρίτον η προς αναγνώριση αλλοδαπή απόφαση καθαρογράφηκε στις 20.12.2018, ήτοι σε χρόνο που η ΣυμβΧαγ του 2007 είχε ήδη καταστεί τμήμα της εσωτερικής έννομης τάξης αμφότερων των εδώ εμπλεκόμενων κρατών. Επί τη βάσει της διατύπωσης των προαναλυθέντων, επισημαίνεται ότι το αίτημα κήρυξης της αλλοδαπής απόφασης εκτελεστής στην ημεδαπή έννομη τάξη είναι νόμιμο μόνον ως προς το υπό στοιχείο (iv) σκέλος, λόγω της φύσης της προς εκτέλεση διάταξης (περί τούτου, βλ. ΜΠρΔρ 116/2014, σε ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗ). Τέλος, τονίζεται ότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής κανόνες του ενωσιακού δικαίου, δοθέντος του ότι η Τουρκία δεν είναι κράτος μέλος της ΕΕ και συνεπώς η έρευνα στο διεθνές οικοδόμημα των τεσσάρων επιπέδων για το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο στην κρινόμενη υπόθεση έχει ως αφετηρία τον εντοπισμό πολυμερούς διεθνούς σύμβασης [για τη μεθοδολογική προσέγγιση, βλ. εισήγηση Α. Άνθιμου, Αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων γονικής μέριμνας στην Ελλάδα. Νομοθετικό καθεστώς και νομολογιακές εφαρμογές, σε Το διαζύγιο και οι συνέπειές του στις οικογενειακές έννομες σχέσεις, ΕΝΟΒΕ (2016), σ. 193]. Συνεπώς, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Η αιτούσα τέλεσε την 24η.6.2014, στην πόλη Um… (Ουμ…) της Τουρκίας, με τον μη διάδικο στην παρούσα δίκη Μ. Κ., νόμιμο πολιτικό γάμο, ο οποίος καταχωρίσθηκε στο τοπικά αρμόδιο αλλοδαπό Ληξιαρχείο και στο Ειδικό Ληξιαρχείο Αθηνών το έτος 2016. Επίσης, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους απέκτησαν ένα ανήλικο θήλυ τέκνο, την Ν. Κ., με ημερομηνία γέννησης την 29η.6.2015. Ωστόσο, ο γάμος τους λύθηκε, δυνάμει της υπ’ αριθ. 2018/… απόφασης του 4ου Οικογενειακού Δικαστηρίου της Κωνσταντινούπολης, η οποία καθαρογράφηκε στις 26.11.2018. Αναλυτικότερα, όπως προκύπτει από το κείμενο της συγκεκριμένης απόφασης, η οποία προσκομίσθηκε με την επισημείωση της Σφραγίδας της Σύμβασης της Χάγης του 1961, συνταχθείσα στην τουρκική γλώσσα και σε ακριβή απόδοση στην ελληνική από τον διενεργήσαντα τη μετάφραση δικηγόρο Κομοτηνής, η συζήτηση της αγωγής διαζυγίου διεξήχθη παρουσία των συζύγων (διαδίκων), οι οποίοι, ασκώντας το δικαίωμα ακρόασης και με ελεύθερη βούληση, δήλωσαν ενώπιον του επιληφθέντος Δικαστή ότι συμφωνούν στη λύση του γάμου τους. Περαιτέρω, η εν λόγω απόφαση κατέστη τελεσίδικη στις 24.1.2019, ενώ ο αμετάκλητος και εκτελεστός χαρακτήρας αυτής προκύπτει εμμέσως από την υπ’ αριθ. …/15.8.2023 ληξιαρχική πράξη καταχώρισης λύσης γάμου του Ληξιαρχείου Φατίχ της Κωνσταντινούπολης, η οποία προσκομίσθηκε ομοίως με την επισημείωση της Σφραγίδας της Σύμβασης της Χάγης του 1961, συνταχθείσα στην τουρκική γλώσσα και σε ακριβή απόδοση στην ελληνική από τον διενεργήσαντα τη μετάφραση δικηγόρο. Επίσης, η προς αναγνώριση αλλοδαπή απόφαση δεν είναι αντίθετη προς την ημεδαπή δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη αυτής, αφού με αυτή λύθηκε ο γάμος των ανωτέρω προσώπων, με κοινή συμφωνία τους, η οποία επικυρώθηκε από το λειτουργικά αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο της τουρκικής έννομης τάξης, θεσμός που προσιδιάζει με το συναινετικό διαζύγιο του άρθρου 1441 του ελληνικού ΑΚ. Ακολούθως, δεν έχει εκδοθεί προηγουμένως (αμετάκλητη) απόφαση μεταξύ των ίδιων διαδίκων για την ίδια υπόθεση από ημεδαπή Δικαστική Αρχή. Ενόψει των ανωτέρω, πληρούνται τα κριτήρια των άρθρων 905 § 4 και 323 αριθ. 2-5 ΚΠολΔ, καθώς το παρόν Δικαστήριο, υπεισερχόμενο υποθετικά στη θέση της αλλοδαπής δικαιοδοτικής Αρχής, θα είχε δικαιοδοσία για να δικάσει την υπόθεση σύμφωνα με τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου (βλ. ΑΠ 170/2023, <www.areiospagos.gr>, με αναφορές σε συναφή νμλγ).

Επιπρόσθετα, με την ίδια απόφαση, η επιμέλεια του ως άνω αναφερόμενου τέκνου των (πρώην) συζύγων ανατέθηκε στην εδώ αιτούσα μητέρα του, ενώ ρυθμίστηκε η επικοινωνία αυτού με τον πατέρα του, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην υπ’ αριθ. 2 διάταξη της εν λόγω απόφασης. Για τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου που αφορά στην ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου στη μητέρα και στη ρύθμιση της επικοινωνίας αυτού με τον πατέρα του, το επιληφθέν τουρκικό δικαιοδοτικό όργανο είχε, υπό το πρίσμα της ΣυμβΧαγ του 1996, διεθνή δικαιοδοσία να δικάσει την ένδικη διαφορά, καθώς η συνήθης διαμονή του παιδιού ήταν στην Κωνσταντινούπολη (“habitual residence”), ήτοι στην Τουρκία [βλ. άρθρο 23 § 2 στοιχ. α΄, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 § 1 της ΣυμβΧαγ του 1996, για τον όρο «συνήθης διαμονή» του τέκνου, βλ. αιτιολογική έκθεση αυτής (“explanatory report”), σ. 553-555]. Επίσης, από το κείμενο της απόφασης δεν προέκυψε ότι παραβιάστηκαν θεμελιώδη δικονομικά δικαιώματα του ανηλίκου, αφού κατά τον χρόνο λύσης του γάμου των γονέων του αυτό ήταν μόλις 3 ετών και, σε κάθε περίπτωση, η απόφαση αυτή ελήφθη από το λειτουργικά αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο, αφού άσκησαν το δικαίωμα ακρόασης οι γονείς του και συμφώνησαν με ελεύθερη βούληση στη ρύθμιση των ζητημάτων επιμέλειας και επικοινωνίας, κρίνοντας σύμφωνα με το βέλτιστο συμφέρον αυτού (βλ. άρθρο 28 της ΣυμβΧαγ του 1996), στοιχείο που επιπρόσθετα άγει στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω απόφαση κατά το εδώ εξεταζόμενο σκέλος της (επιμέλειας και της επικοινωνίας ανήλικου τέκνου) δεν έρχεται σε αντίθεση με την ημεδαπή έννομη τάξη, δοθέντος του ότι αμφότερες οι ρυθμίσεις προβλέπονται στα άρθρα 1513, 1514, 1518 και 1520 του ελληνικού ΑΚ και διαπνέονται από την αόριστη νομική έννοια του βέλτιστου συμφέροντος του τέκνου (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 78/2023, <www.areiospagos.gr>). Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι έχει ληφθεί μεταγενέστερο μέτρο ως προς την επιμέλεια και επικοινωνία του ανήλικου τέκνου σε μη συμβαλλόμενο στην εφαρμοστέα ΣυμβΧαγ του 1996 κράτος, αφού η συνήθης διαμονή αυτού εντοπίζεται πλέον στην Ελλάδα και δη στην κατοικία της αιτούσας μητρός του, ούτε όμως ότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 23 αυτής [βλ. άρθρο 23 § 2 στοιχ. β΄-στ΄ της ΣυμβΧαγ του 1996 και αιτιολογική έκθεση αυτής (“explanatory report”), σ. 585-587]. Συνεπώς, δεν συντρέχει λόγος άρνησης της αναγνώρισης της εν λόγω αλλοδαπής απόφασης κατά το σκέλος που αφορά στην ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου στην εδώ αιτούσα μητέρα του και τη ρύθμιση της επικοινωνίας αυτού με τον πατέρα του, σύμφωνα με το άρθρο 26 § 3, σε συνδυασμό με τα άρθρα 25 και 27 της ΣυμβΧαγ του 1996.

Τέλος, με την υπ’ αριθ. 4 διάταξη της εξεταζόμενης απόφασης προβλέφθηκε ότι ο πατέρας του ανήλικου τέκνου θα καταβάλλει στην εδώ αιτούσα και μητέρα αυτού ως μηνιαία διατροφή για λογαριασμό του τελευταίου το ποσό των 400,00 τουρκικών λιρών. Ομοίως, από το περιεχόμενο της αλλοδαπής απόφασης προέκυψε ότι κατά τον χρόνο της εκκρεμοδικίας ενώπιον του επιληφθέντος τουρκικού δικαιοδοτικού οργάνου, τόσο οι διάδικοι και γονείς του ανήλικου τέκνου, όσο το τελευταίο είχαν τη συνήθη διαμονή τους στην Τουρκία, καθώς άπαντες ήταν κάτοικοι Κωνσταντινούπολης, η δε εξουσία του αλλοδαπού Δικαστηρίου να ρυθμίσει το ζήτημα της διατροφής του τέκνου θεμελιώθηκε, υπό το πρίσμα της ΣυμβΧαγ του 2007, δευτερογενώς, καθώς εξετάστηκε στο πλαίσιο αγωγής με κύριο αντικείμενο τη δικαστική λύση του γάμου των συζύγων-γονέων, λόγω ισχυρού κλονισμού του γάμου (ζήτημα προσωπικής κατάστασης). Εξάλλου, το άρθρο 27 της ΣυμβΧαγ του 2007 ορίζει ρητά ότι το παρόν Δικαστήριο δεσμεύεται από την κρίση του αλλοδαπού Δικαστηρίου, ως προς τα στοιχεία, επί τη βάσει των οποίων θεμελίωσε αυτό τη διεθνή του δικαιοδοσία. Συνεπώς, πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 20 § 1 στοιχ. α΄-δ΄ και στ΄ της ΣυμβΧαγ του 2007 προϋποθέσεις (“bases for enforcement”) για την κήρυξη της εν λόγω απόφασης εκτελεστής στην ημεδαπή έννομη τάξη κατά το σκέλος που αφορά στην υποχρέωση καταβολής διατροφής ανήλικου τέκνου από τον υπόχρεο γονέα. Επιπλέον, δεν συντρέχει κάποιος από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 22 της ΣυμβΧαγ του 2007 λόγους άρνησης κήρυξης εκτελεστής της εξεταζόμενης αλλοδαπής απόφασης, καθώς αυτή πρώτον δεν έρχεται σε αντίθεση με την εσωτερική έννομη τάξη, αφού η υποχρέωση καταβολής διατροφής τέκνου από τον υπόχρεο γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει μαζί του, ρυθμίζεται και στο εσωτερικό δίκαιο (βλ. άρθρα 1486 εδ. β΄, 1487 εδ. β΄ και 1489 εδ. β΄ του ελληνικού ΑΚ), δεύτερον δεν αποτελεί προϊόν δικαστικής απάτης (-πλάνης), τρίτον εκδόθηκε με τη ελεύθερη συμμετοχή αμφότερων των διαδίκων στη διαδικασία και την ανεμπόδιστη άσκηση από μέρους τους του δικαιώματος ακρόασης, τέταρτον δεν υφίσταται αντίστοιχη εκκρεμοδικία ενώπιον ημεδαπού δικαιοδοτικού οργάνου, ούτε έχει εκδοθεί συναφής απόφαση από το τελευταίο και πέμπτον δεν εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 18 § 1 της ΣυμβΧαγ του 2007 [βλ. άρθρο 22 της ΣυμβΧαγ του 2007 και αιτιολογική έκθεση αυτής (“explanatory report”), σ. 159-171]. Τέλος, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 29 της ΣυμβΧαγ του 2007, επισημαίνεται ότι δεν προβλέπεται η φυσική παρουσία του ανήλικου τέκνου στην παρούσα διαδικασία, αφού με το άρθρο 28 αυτής, το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην επαναξιολόγηση της ουσιαστικής κρίσης του επιληφθέντος αλλοδαπού Δικαστηρίου. Κατά συνέπεια, συντρέχουν οι όροι της ΣυμβΧαγ του 2007 για την κήρυξη εκτελεστής της εν λόγω αλλοδαπής απόφασης κατά το σκέλος που αφορά στην υποχρέωση καταβολής διατροφής από τον υπόχρεο γονέα προς το δικαιούχο τέκνο, καθόσον πληρούνται και οι όροι του άρθρου 25 αυτής, αναφορικά με τα στοιχεία που πρέπει να προκύπτουν από το περιεχόμενό της. Ενόψει των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να γίνει δεκτή στην ουσία της και: [Α] αφενός να αναγνωρισθεί ότι υφίσταται δεδικασμένο από την υπ’ αριθ. 2018/… αμετάκλητη απόφαση του 4ου Οικογενειακού Δικαστηρίου της Κωνσταντινούπολης ως προς το σκέλος που αναφέρεται [α] στη λύση του γάμου μεταξύ της αιτούσας και του Μ. Κ., [β] στην ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους Ν. Κ. στη μητέρα του και τέλος [γ] στη ρύθμιση της επικοινωνίας αυτού (εν. ανήλικου τέκνου) με τον πατέρα του, [Β] αφετέρου να κηρυχθεί αυτή εκτελεστή κατά το σκέλος που αφορά στην υποχρέωση καταβολής διατροφής από τον υπόχρεο πατέρα προς το δικαιούχο ανήλικο τέκνο.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Ι. Η αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε θέματα διατροφής ρυθμίζεται τόσο σε ενωσιακό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Σε ενωσιακό επίπεδο, ο Κανονισμός 4/2009 περιέχει ρυθμίσεις για την αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων διατροφής που εκδόθηκαν είτε σε κράτος μέλος που δεσμεύεται από το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007, για το οποίο λόγος θα γίνει παρακάτω (άρθρο 16 §§ 1-2 και άρθρα 17-22), είτε σε κράτος μέλος που δεν δεσμεύεται από το ίδιο Πρωτόκολλο και, συγκεκριμένα, μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μόνο στη Δανία (άρθρο 16 § 3 και άρθρα 23-38). Εστιάζοντας στις αποφάσεις διατροφής που εκδόθηκαν σε κράτη μέλη δεσμευόμενα από το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007, βασικό σημείο της διαδικασίας αναγνώρισης και εκτέλεσης είναι η κατάργηση της διαδικασίας του exequatur, δηλαδή οι αποφάσεις αυτές αναγνωρίζονται και εκτελούνται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 17 του Κανονισμού 4/2009 χωρίς καμία άλλη διατύπωση ή διαδικασία. Το Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007 περιλαμβάνει στις διατάξεις του τόσο κανόνες σύγκρουσης υποδεικνύοντες το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποθέσεις διατροφής όσο και κανόνες που άπτονται της γενικής θεωρίας του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, όπως είναι λ.χ. αυτοί περί του πεδίου εφαρμογής του Πρωτοκόλλου, οικουμενικής εφαρμογής, αναπαραπομπής, δημόσιας τάξης, εσωτερικής σύγκρουσης νόμων, μη ενοποιημένων νομικών συστημάτων εδαφικού και προσωπικού χαρακτήρα (βλ. συναφώς Κούρτη, Οι υποχρεώσεις διατροφής στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2022, σ. 40 επ. και 45 επ.· Γ.-Α. Γεωργιάδη, 10 χρόνια από την έναρξη ισχύος του Πρωτοκόλλου της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής – Νομολογιακές προσεγγίσεις, Lex&Forum 2021. 1185, passim). Το εν λόγω Πρωτόκολλο εγκρίθηκε με τη διάταξη του άρθρου 1 της Απόφασης 2009/941/ΕΚ της Επιτροπής εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σε διεθνές επίπεδο, ρυθμίσεις για την αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων περιέχει και η Σύμβαση της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 για την ανάκτηση διατροφής παιδιών και άλλων μορφών οικογενειακής διατροφής σε αλλοδαπό κράτος. Πρόκειται για πολυμερή διεθνή σύμβαση, στην οποία συμβαλλόμενα μέρη είναι τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και άλλα τρίτα κράτη. Η Σύμβαση της Χάγης του 2007 εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την 2011/432 Απόφαση του Συμβουλίου, στο παράρτημα Ι της οποίας ενσωματώθηκε η Δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 59 § 3 της Σύμβασης της Χάγης του 2007, κατά την οποία όλα τα κράτη μέλη δεσμεύονται από 1.8.2014 από τη Σύμβαση της Χάγης, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση ασκεί τη δικαιοδοσία επί όλων των θεμάτων που διέπονται από τη Σύμβαση της Χάγης. Συνεπώς, η Σύμβαση της Χάγης του 2007 αποτελεί πλέον εθνικό δίκαιο, που περιλαμβάνει κανόνες αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων διατροφής που εκδόθηκαν σε συμβαλλόμενο κράτος που δεν είναι συγχρόνως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Σύμβαση της Χάγης του 2007 έχει κυρωθεί και ισχύει σε αρκετά κράτη της Ευρώπης (λ.χ. Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Λευκορωσία, Ουκρανία), της Βόρειας, Κεντρικής και Νότιας Αμερικής (λ.χ. ΗΠΑ, Καναδάς, Νικαράγουα, Δομινικανή Δημοκρατία, Βραζιλία, Γουϊάνα), της Αφρικής (λ.χ. Πράσινο Ακρωτήριο, Μπουρκίνα Φάσο), της Ασίας (λ.χ. Τουρκία, Καζακστάν, Κιργισία), καθώς και στη Νέα Ζηλανδία.

Η Σύμβαση της Χάγης του 2007 προβλέπει στη διάταξη του άρθρου 23 § 1 ότι οι διαδικασίες αναγνώρισης και εκτέλεσης διέπονται από το δίκαιο του κράτους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα. Ωστόσο, με τις §§ 2 και 3 του ίδιου άρθρου εισάγονται δύο τρόποι αναγνώρισης και κήρυξης εκτελεστότητας, ανάλογα με το αν η σχετική αίτηση υποβάλλεται μέσω των κεντρικών αρχών ή απευθείας προς την κεντρική αρχή. Πάντως, και στις δύο περιπτώσεις, η αναγνώριση και η κήρυξη εκτελεστότητας αλλοδαπής απόφασης που εκδόθηκε σε συμβαλλόμενο κράτος θα γίνει κατά το εθνικό δίκαιο, δηλαδή σύμφωνα με τις ΚΠολΔ 323 και 905. Επίσης, θα πρέπει να προστεθεί ότι, προκειμένου να αναγνωριστεί αλλοδαπή απόφαση εκδοθείσα σε συμβαλλόμενο κράτος, θα πρέπει να συντρέχει μία από τις προβλεπόμενες στη διάταξη του άρθρου 20 της Σύμβασης της Χάγης βάση αναγνώρισης (λ.χ. συνήθης κατοικία του εναγομένου στο κράτος προέλευσης, συνήθης κατοικία του δικαιούχου στο κράτος προέλευσης) και να μην πληρούται κάποια από τις περιπτώσεις που δικαιολογούν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22, την άρνηση αναγνώρισης. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 27 και 28 της Σύμβασης της Χάγης, δεν επιτρέπεται η επανεξέταση της ουσίας της υπόθεσης ούτε η αμφισβήτηση των πραγματικών περιστατικών επί των οποίων θεμελίωσε την απόφασή του το αλλοδαπό δικαστήριο.

Η πολυεπίπεδη ρύθμιση των ζητημάτων αναγνώρισης και εκτέλεσης αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων διατροφής επιβάλλει τον συσχετισμό των δύο αυτών υπερεθνικών νομοθετημάτων, ήτοι του Κανονισμού 4/2009 και της Σύμβασης της Χάγης του 2007, δεδομένου ότι στον Κανονισμό προβλέπεται αυτόματη αναγνώριση, ενώ στη Σύμβαση απαιτείται η τήρηση σχετικής διαδικασίας και η συνδρομή ορισμένης βάσης αναγνώρισης. Συγκεκριμένα, στη διάταξη του άρθρου 69 § 2 του Κανονισμού, οι ρυθμίσεις του τελευταίου υπερισχύουν, μεταξύ των κρατών μελών, των συμβάσεων και των συμφωνιών που αφορούν στα ρυθμιζόμενα από τον παρόντα Κανονισμό θέματα και στις οποίες τα κράτη μέλη είναι μέρη. Επομένως, αν μια απόφαση διατροφής έχει εκδοθεί σε κράτος μέλος και θα πρέπει να αναγνωριστεί σε άλλο κράτος μέλος, εφαρμογή έχουν οι οικείες ρυθμίσεις του Κανονισμού. Αντιθέτως, στη διάταξη του άρθρου 69 § 1 του Κανονισμού προβλέπεται ότι οι ρυθμίσεις του δεν θίγουν διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες που έχουν συνάψει τα κράτη μέλη, που σημαίνει ότι αλλοδαπή απόφαση που έχει εκδοθεί σε κράτος, το οποίο δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά είναι συμβαλλόμενο στη Σύμβαση της Χάγης, θα αναγνωριστεί στο κράτος μέλος με βάση τους οικείους κανόνες αναγνώρισης που προβλέπονται στην εν λόγω Σύμβαση (Δεληκωστόπουλος Ι., Δικαιοδοσία και εκτέλεση επί διασυνοριακών ευρωπαϊκών οικογενειακών διαφορών, 2023, σ. 185-186· Κούρτης, Οι υποχρεώσεις διατροφής στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2022, σ. 32-33· Λαζαρίδης, Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων διατροφής στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο, 2021, σ. 135-136).

Στην προκείμενη περίπτωση, το Δικαστήριο κλήθηκε να αναγνωρίσει και να κηρύξει εκτελεστή απόφαση τουρκικού δικαστηρίου, που επιδίκασε διατροφή σε ανήλικο. Το Δικαστήριο, με εκτενέστατη αιτιολογία, δέχθηκε ότι η διαδικασία αναγνώρισης και κήρυξης της εκτελεστότητας θα γίνει, δυνάμει της Σύμβασης της Χάγης του 2007, με τη διαδικασία που προβλέπει το ελληνικό δίκαιο (ΚΠολΔ 323 και 905), καθώς και η Τουρκία την έχει κυρώσει και την εφαρμόζει. Εύστοχα επισημαίνεται στη σχολιαζόμενη απόφαση ότι, για τις ανάγκες της επίμαχης υπόθεσης, η Σύμβαση της Χάγης του 2007 έχει το προβάδισμα εφαρμογής έναντι του Κανονισμού 4/2009, όπως σχετικώς εξαγγέλλεται στη διάταξη του άρθρου 69 § 2 του τελευταίου. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Δικαστήριο δέχθηκε την αίτηση, αφού δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχε κάποιος λόγος για άρνηση αναγνώρισης.

ΙΙ. Παρόμοια με την αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων διατροφής, και η αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπών αποφάσεων σε ζητήματα γονικής μέριμνας ρυθμίζεται σε ενωσιακό και σε διεθνές επίπεδο: σε ενωσιακό επίπεδο από τον Κανονισμό 2019/1111 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας και για τη διεθνή απαγωγή παιδιών, ο οποίος αντικατέστησε από 1.8.2022 τον Κανονισμό 2201/2003· σε διεθνές επίπεδο από τη Σύμβαση της Χάγης του 1996 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία ως προς τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4020/2011.

Οι διατάξεις των άρθρων 30 και 34 του Κανονισμού 2019/1111 προβλέπουν ότι μια απόφαση που εκδίδεται σε κράτος μέλος σχετικά με διαφορές γονικής μέριμνας αναγνωρίζεται και εκτελείται, αντιστοίχως, χωρίς καμία άλλη διαδικασία. Στη διάταξη του άρθρου 39 αναφέρονται ορισμένοι λόγοι άρνησης αναγνώρισης. Ο Κανονισμός δεν περιέχει ρυθμίσεις για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων που εκδόθηκαν σε τρίτα κράτη.

Για τον λόγο αυτό, ο εφαρμοστής του δικαίου θα αναχθεί στη Σύμβαση της Χάγης του 1996, στη διάταξη του άρθρου 23 § 1 της οποίας εξαγγέλλεται η αυτοδίκαιη αναγνώριση αποφάσεων που εκδόθηκαν σε κάποιο άλλο συμβαλλόμενο κράτος, ενώ προβλέπονται στη διάταξη της § 2 του ίδιου άρθρου λόγοι άρνησης αναγνώρισης. Παρά την αυτοδίκαιη αναγνώριση μιας αλλοδαπής απόφασης εκδοθείσης σε συμβαλλόμενο κράτος, η Σύμβαση της Χάγης επιτρέπει με τη διάταξη του άρθρου 24 τη δυνατότητα όποιου έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει από δικαστήριο συμβαλλόμενου κράτους την αναγνώριση απόφασης που εκδόθηκε σε ένα άλλο. Η χορήγηση της δυνατότητας αυτής δικαιολογείται από την ανάγκη να προληφθούν καθυστερήσεις ως προς την αναγνώριση ενός μέτρου σχετικού με τη γονική μέριμνα που ελήφθη σε ένα συμβαλλόμενο κράτος, σε περίπτωση που κάποιο άλλο πρόσωπο αιτούνταν την άρνηση αναγνώρισης της ίδιας απόφασης για τους λόγους που προβλέπονται στη διάταξη του άρθρου 23 (Lagarde, Rapport explicatif sur la Convention de La Haye, αριθ. 129). Αντίθετα, μια απόφαση που εκδόθηκε σε συμβαλλόμενο κράτος σχετικά με ζητήματα γονικής μέριμνας εκτελείται σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 26 § 1 της Σύμβασης μόνον αφού κηρυχθεί εκτελεστή σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του συμβαλλόμενου κράτους, στο οποίο υπάρχει ανάγκη να εκτελεστεί. Επομένως, για την κήρυξη της εκτελεστότητας στην Ελλάδα μιας αλλοδαπής εκτελεστής απόφασης γονικής μέριμνας που εκδόθηκε σε συμβαλλόμενο κράτος, εφαρμοστέες είναι οι ΚΠολΔ 323 και 905.

Λόγω της πολυεπίπεδης ρύθμισης της αναγνώρισης και εκτέλεσης αλλοδαπών αποφάσεων γονικής μέριμνας ανακύπτει και εδώ το ζήτημα της υπεροχής του ενός ή του άλλου νομοθετήματος. Επί του ζητήματος αυτού είναι αφιερωμένη η διάταξη του άρθρου 97 § 1 περ. β΄ του Κανονισμού 2019/1111, η οποία προτάσσει την εφαρμογή του Κανονισμού έναντι της Σύμβασης της Χάγης όταν μια απόφαση που εκδόθηκε σε κράτος μέλος επίκειται να αναγνωριστεί και εκτελεστεί σε άλλο κράτος μέλος, ακόμη και αν το παιδί έχει τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος κράτους, το οποίο είναι συμβαλλόμενο μέρος της εν λόγω Σύμβασης και στο οποίο δεν εφαρμόζεται ο Κανονισμός. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι συμβαλλόμενα και στη Σύμβαση της Χάγης, έπεται ότι για την αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης που εκδόθηκε σε ορισμένο κράτος μέλος υπερέχει ο Κανονισμός όταν η απόφαση επίκειται να αναγνωριστεί και να εκτελεστεί σε άλλο κράτος μέλος. Αντιθέτως, αν πρόκειται για απόφαση που εκδόθηκε σε τρίτο κράτος, συμβαλλόμενο πάντως στη Σύμβαση της Χάγης, θα προηγηθούν οι διατάξεις περί αναγνώρισης και εκτέλεσης της Σύμβασης. Σημειώνεται ότι η Τουρκία εφαρμόζει από 11.2.2017 τη Σύμβαση της Χάγης.

Και ως προς το σημείο αυτό, δηλαδή της αναγνώρισης και εκτέλεσης της τουρκικής απόφασης σχετικά με τη ρύθμιση της επιμέλειας του παιδιού της αιτούσας, η σχολιαζόμενη απόφαση εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 23 της Σύμβασης της Χάγης του 1996, με αποτέλεσμα να δεχθεί την αίτηση αναγνώρισης. Επίσης, δικαιολογημένα το Δικαστήριο προέβη στην αναγνώριση της τουρκικής απόφασης, παρά την αυτοδίκαιη αναγνώρισή της κατά τη διάταξη του άρθρου 23 της Σύμβασης, διότι το δικαίωμα να ζητηθεί η αναγνώριση παρέχεται ρητά στη διάταξη του άρθρου 24 για τους λόγους που παραπάνω εξηγήθηκαν.

ΙΙΙ. Η αναγνώριση αλλοδαπών αποφάσεων διαζυγίου ρυθμίζεται μόνο σε ενωσιακό και σε εθνικό επίπεδο. Σε ενωσιακό επίπεδο ρυθμίζεται από τον Κανονισμό 2019/1111, ο οποίος προβλέπει, ομοίως, στη διάταξη του άρθρου 30 την αυτοδίκαιη αναγνώριση αποφάσεων εκδοθεισών μεταξύ κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ελλείψει διεθνούς σύμβασης σχετικά με την αναγνώριση αλλοδαπών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τρίτα κράτη, εφαρμοστέες είναι οι εθνικές διατάξεις, ήτοι οι ΚΠολΔ 323 και 905. Κατ’ εφαρμογή των τελευταίων, το Δικαστήριο αναγνώρισε την τουρκική απόφαση συναινετικού διαζυγίου, διαπιστώνοντας ότι το τουρκικό δικαστήριο είχε διεθνή δικαιοδοσία, ότι οι διάδικοι δεν στερήθηκαν του δικαιώματος ακρόασης και ότι η τουρκική απόφαση είχε ήδη καταστεί αμετάκλητη.

Γεώργιος-Αλέξανδρος Γεωργιάδης