Top

Αναζήτηση


Επιθεώρηση Ακινήτων
Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
1
Έτος
2024
 
Περισσότερα »

Επιθεώρηση Ακινήτων, 1 (2024)


ΕιρΒολ 82/2023 - σχόλιο: Ε. Φερεντίνου

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

« Προηγούμενο     Επόμενο »

A- A A+    Εκτύπωση   

ΕιρΒολ 82/2023

Ειρηνοδίκης: Φ. Ράπη
Δικηγόρος: Β. Ευτυχιάδου

Νομικές διατάξεις: άρθρα 468 § 2, 469 § 1 ΚΠολΔ

Η απουσία ορισμένου διαδίκου κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο επί αγωγής μικροδιαφορών δεν δύναται να αναπληρωθεί από την προκατάθεση προτάσεων ή έγγραφου υπομνήματος, καθώς και προσθήκης-αντίκρουσης, ενόψει του κανόνα της προφορικής διεξαγωγής της συζήτησης.

Με το ν. 4842/2021 πραγματοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, ριζική αναμόρφωση των διατάξεων του ΚΠολΔ περί μικροδιαφορών, ενώ με την Αιτιολογική Έκθεσή του επισημάνθηκε ότι οι μικροδιαφορές αποτελούν διαδικαστική απόκλιση της νέας τακτικής διαδικασίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε αρχικώς με το ν. 4335/2015 (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4842/2021, αφορώσα το άρθρο 24 αυτού) και κατόπιν με το ν. 4842/2021. Η επισήμανση δε αυτή της Αιτιολογικής Έκθεσης σε συνδυασμό με τη ρητή πλέον πρόβλεψη του άρθρου 591 § 8 του ΚΠολΔ, περί μη εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 466 έως 471 του ΚΠολΔ στις ειδικές διαδικασίες, έθεσε τέλος στη σχετική διχογνωμία που επικρατούσε υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος δικαίου. Με το προλεχθέν νομοθέτημα εισήχθη μία νέα, απλουστευμένη, ευέλικτη και σύντομη διαδικασία, στην οποία υιοθετήθηκαν ρυθμίσεις τόσο της τακτικής διαδικασίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε με τους ν. 4335/2015 και 4842/2021, όσο και της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4842/2021, ό.π.). Βάσει των νέων άρθρων 468 και 469 του ΚΠολΔ, όπως αυτά αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 24 και 25 αντίστοιχα του ν. 4842/2021, διαρθρώνεται μία διαδικασία που χαρακτηρίζεται από την έγκαιρη συγκέντρωση όλου του έγγραφου υλικού (διαδικαστικών και αποδεικτικών εγγράφων) στο στάδιο της προδικασίας, ενώ προκρίνεται η έγγραφη διεξαγωγή της δίκης, επαφιόμενης της εξέτασης στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, των διαδίκων και των ενόρκως βεβαιώσαντων στη διακριτική ευχέρεια του δικάζοντας δικαστή, κατά τους περιοριστικούς όρους του νόμου. Αντικαθίσταται, έτσι, εν μέρει η μέχρι πρότινος προφορική διαδικασία με μία απλούστερη, χρονικά συντομότερη έγγραφη διαδικασία, που προσομοιάζει σε μεγάλο βαθμό στη νέα τακτική διαδικασία, όπως αυτή διαμορφώθηκε με τους ν. 4335/2015 και 4842/2021, από την οποία, άλλωστε, αντλούνται ερμηνευτικά εργαλεία για την ερμηνεία των νέων διατάξεων. Εξάλλου, ο βασικός κορμός των ρυθμίσεων της νέας τακτικής διαδικασίας κανοναρχεί και την εκδίκαση των μικροδιαφορών (βλ. Νίκα Ν., Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, Δ΄ έκδοση, 2022, § 105, αριθ. 2, σελ. 812, Κλαμαρή Ν./Κουσούλη Σ./Πανταζόπουλο Σ., Πολιτική Δικονομία, Δ΄ έκδοση, 2022, Η διαδικασία των μικροδιαφορών, σελ. 1022). Δεν παύει, όμως, η διαδικασία που διαρθρώνεται βάσει των διατάξεων του ΚΠολΔ περί μικροδιαφορών να παρουσιάζει ουσιώδεις διαφορές συγκριτικά με τη νέα τακτική διαδικασία, οι οποίες και δικαιολογούν το χαρακτήρα της πρώτης ως διαδικαστικής απόκλισης της δεύτερης. Αναλυτικότερα, η διαδικασία εκκινεί με την κατάθεση της αγωγής στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου και την επίδοσή της στον εναγόμενο, η οποία καθίσταται υποχρεωτική εντός των οριζομένων στο άρθρο 468 § 1 του ΚΠολΔ προθεσμιών, ήτοι εντός δέκα (10) ημερών από την κατάθεσή της ή εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, αν ο εναγόμενος διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, χωρίς ταυτόχρονη επίδοση κλήσης προς συζήτηση, όπως προβλεπόταν από το προϊσχύσαν δίκαιο. Η μη επίδοση της αγωγής εντός της ανωτέρω προθεσμίας έχει ως συνέπεια τη θεώρησή της ως μη ασκηθείσας, κατ’ άρθρο 215 § 2 εδ. β΄ του ΚΠολΔ, στο οποίο γίνεται ρητή παραπομπή (άρθρο 468 § 1 ΚΠολΔ). Με την επίδοση, λοιπόν, της αγωγής άρχεται η προδικασία, η οποία αναδεικνύεται σε εξόχως σημαντικό στάδιο, αφού σε αυτό συγκεντρώνεται όλο το έγγραφο υλικό και ασκούνται όλες οι διαδικαστικές πράξεις μέσα σε αυστηρές προθεσμίες. Πιο συγκεκριμένα, σε προθεσμία ενέργειας είκοσι (20) ημερών, που έχει ως αφετηρία τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της αγωγής, ο ενάγων καταθέτει το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής και ο εναγόμενος απαντάει για την αλήθεια ή μη των ισχυρισμών του αντιδίκου του με απλό έγγραφο υπόμνημα, στο οποίο περιέχονται οι ισχυρισμοί του (άρθρο 468 § 2 ΚΠολΔ, βλ. και Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4842/2021, ό.π.). Υπόμνημα υποβάλλει προαιρετικά και ο ενάγων (βλ. Νίκα Ν., ό.π., § 105, αριθ. 11, σελ. 814), ενώ δύναται να καταθέσει δικόγραφο προτάσεων, κατ’ άρθρο 115 του ΚΠολΔ. Στην ίδια προθεσμία οι διάδικοι προσκομίζουν στο Ειρηνοδικείο τα αποδεικτικά τους μέσα, ενώ σε προθεσμία πέντε (5) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας κατάθεσης των αποδείξεων και των ισχυρισμών του εναγόμενου, οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν έγγραφη προσθήκη-αντίκρουση (άρθρο 468 § 2 ΚΠολΔ, βλ. και Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4842/2021, ό.π.). Σε σύντομες δε προθεσμίες, οι οποίες επίσης εκκινούν από την κατάθεση της αγωγής, μπορούν να ασκηθούν παρεμβάσεις και ανταγωγές, να κατατεθούν το σχετικό έγγραφο υπόμνημα και οι αμοιβαίες έγγραφες προσθήκες-αντικρούσεις, καθώς επίσης και να προσκομισθούν τα σχετικά αποδεικτικά μέσα των διαδίκων (άρθρο 468 § 3 ΚΠολΔ). Καθιερώνεται, συνεπώς, ένα σχετικώς αυστηρό σύστημα συγκέντρωσης, καθώς άπαντες οι ισχυρισμοί προτείνονται με την αγωγή και το έγγραφο υπόμνημα. Εξαίρεση αποτελούν αφενός μεν οι ισχυρισμοί που κατατείνουν σε αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στο ως άνω υπόμνημα του εναγόμενου και προτείνονται με την προσθήκη-αντίκρουση, αφετέρου δε οι ισχυρισμοί που προτείνονται κατά την προφορική συζήτηση στο ακροατήριο, εφόσον αποδεικνύονται με έγγραφα ή δικαστική ομολογία ή είναι οψιγενείς, αποδεικνυόμενοι με την προσκομιδή μέχρι δύο (2) ενόρκων βεβαιώσεων για κάθε διάδικο μέρος (άρθρο 469 § 2 ΚΠολΔ). Παράλληλα, προβλέπεται ένα επίσης σχετικώς αυστηρό σύστημα προαπόδειξης με την προσυγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού ήδη με την κατάθεση της αγωγής και του έγγραφου υπομνήματος. Νέα αποδεικτικά μέσα μπορούν να προσκομισθούν μόνο για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στο ως άνω έγγραφο υπόμνημα του εναγόμενου (άρθρο 468 § 2 ΚΠολΔ) ή για την απόδειξη ισχυρισμών που προτείνονται στο ακροατήριο, κατά τα προεκτεθέντα (άρθρο 469 § 2 ΚΠολΔ). Εκπρόθεσμα αποδεικτικά μέσα και ισχυρισμοί των διαδίκων δεν λαμβάνονται υπόψη (άρθρο 468 § 2 ΚΠολΔ). Εν συνεχεία, μετά την παρέλευση των προθεσμιών για την επίδοση της αγωγής, την κατάθεση του έγγραφου υπομνήματος του εναγόμενου και των αμοιβαίων έγγραφων προσθηκών-αντικρούσεων των διαδίκων, αλλά και την προσκομιδή των αποδεικτικών μέσων των διαδίκων, καθώς επίσης και την τυχόν άσκηση παρεμβάσεων και ανταγωγών και, συνακόλουθα, την κατάθεση του σχετικού έγγραφου υπομνήματος και των αμοιβαίων έγγραφων προσθηκών-αντικρούσεων των διαδίκων, αλλά και την προσκομιδή των σχετικών αποδεικτικών τους μέσων (άρθρο 468 ζ 3 ΚΠολΔ), ολοκληρώνεται το στάδιο της προδικασίας και σχηματίζεται ο φάκελος της δικογραφίας με τους ισχυρισμούς των διαδίκων και τα αποδεικτικά τους μέσα (βλ. Κλαμαρή Ν./Κουσούλη Σ./Πανταζόπουλο Σ., ό.π., σελ. 1026). Προσδιορίζεται δε αρμοδίως η ημέρα συζήτησης με εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά. Η εν λόγω εγγραφή πραγματοποιείται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Με πρωτοβουλία, επίσης, του γραμματέα, μπορεί να γνωστοποιείται η δικάσιμος που ορίστηκε με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων (άρθρο 468 § 5 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρο 237 § 6 εδ. ε΄ και στ' ΚΠολΔ). Ακολούθως, λαμβάνει χώρα η συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, η αναβολή της οποίας δεν επιτρέπεται (άρθρο 469 § 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρο 237 § 6 τελ. εδ. ΚΠολΔ). Η εν λόγω συζήτηση δεν περιορίσθηκε, κατά το πρότυπο της νέας τακτικής διαδικασίας, σε τυπική συζήτηση, κατά την οποία οι διάδικοι δεν υποχρεούνται να παρίστανται, αλλά, αντιθέτως, διατηρήθηκε το στοιχείο της προφορικότητας (βλ. Κλαμαρή Ν./Κουσούλη Σ./Πανταζόπουλο Σ., ό.π., σελ. 457, 1024, Πανταζόπουλο Σ., Ο νόμος 4842/2021 «Ταχεία πολιτική δίκη, προσαρμογή των διατάξεων της πολιτικής δικονομίας για την ψηφιοποίηση της πολιτικής δικαιοσύνης, άλλες τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και λοιπές επείγουσες διατάξεις», ΕλλΔνη 2022, 16). Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το νέο τροποποιηθέν άρθρο 469 § 1 του ΚΠολΔ, οι διάδικοι παρίστανται στο ακροατήριο κατά την ημέρα της συζήτησης, προς υποστήριξη των ισχυρισμών που προτάθηκαν στην προδικασία, προκειμένου να θεωρηθούν δικονομικώς παρόντες, ενόψει και των διατάξεων των άρθρων 115 § 3 και 94 § 2 περ. α΄ του ΚΠολΔ, οι οποίες προβλέπουν, όσον αφορά τη διαδικαστική απόκλιση των μικροδιαφορών, την προαιρετικότητα της κατάθεσης προτάσεων και τη δυνατότητα αυτοπρόσωπης παράστασης των διαδίκων στο ακροατήριο αντίστοιχα και οι οποίες δεν τροποποιήθηκαν με το ν. 4842/2021 (βλ. Κλαμαρή Ν./Κουσούλη Σ./Πανταζόπουλο Σ., ό.π., σελ. 1024). Στην έννοια δε της «παρουσίας» εμπίπτει τόσο η αυτοπρόσωπη παράσταση των διαδίκων κατά το άρθρο 94 ζ 2 περ. α΄ του ΚΠολΔ, που επίσης δεν μεταβλήθηκε μετά τις άνω τροποποιήσεις, όσο και η παράστασή τους με πληρεξούσιο δικηγόρο ή η εκπροσώπησή τους από αυτόν κατά το άρθρο 94 § 1 του ΚΠολΔ. Αν, όμως, οι διάδικοι συμφωνούν, μπορούν να καταθέσουν μόνο κοινή δήλωση, κατά την § 2 του άρθρου 242 του ΚΠολΔ, για τη συζήτηση της υπόθεσης δίχως την παρουσία τους (άρθρο 469 § 1 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, αν αμφότεροι οι διάδικοι δεν παρασταθούν ή δεν παρασταθούν προσηκόντως κατά την προφορική συζήτηση στο ακροατήριο, η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώνεται (άρθρο 260 ΚΠολΔ), ενώ αν δεν παρασταθεί ή δεν παρασταθεί προσηκόντως ένας εκ των διαδίκων, τότε δικάζεται ερήμην, υφιστάμενος τις δυσμενείς συνέπειες της ερημοδικίας, κατ’ άρθρα 271 § 3 και 272 § 1 του ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015, τα οποία εφαρμόζονται αναλόγως (άρθρο 496 § 1 ΚΠολΔ). Η ερημοδικία δε των διαδίκων δεν αίρεται στις ανωτέρω περιπτώσεις ούτε με την προκατάθεση προτάσεων ή έγγραφου υπομνήματος και τυχόν προσθήκης-αντίκρουσης, κατ’ άρθρα 115 ή 468 § 2 του ΚΠολΔ αντίστοιχα, δεδομένης της αναγκαιότητας παράστασης στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ώστε να θεωρηθούν δικονομικώς παρόντες, κατά τα προλεχθέντα. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 272 § 1 του ΚΠολΔ, σε περίπτωση ερημοδικίας του ενάγοντας, η οποία, όπως ήδη ελέχθη, κρίνεται μόνο από την (προσήκουσα) παράστασή του στο ακροατήριο την ημέρα της δικασίμου, εκτός αν έχει κατατεθεί η κοινή δήλωση των διαδίκων κατ’ άρθρο 242 § 2 του ΚΠολΔ, το Δικαστήριο συζητεί την υπόθεση χωρίς αυτόν και απορρίπτει την αγωγή. Στην περίπτωση αυτή ερευνάται μόνο η νόμιμη κλήτευση και δεν αξιολογείται καθόλου το δικόγραφο της αγωγής ως προς το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο, αλλά αυτή απορρίπτεται κατ’ ουσίαν ως ανυποστήρικτη, δηλαδή εκ μόνου του λόγου της ερημοδικίας του ενάγοντος. Σημειωτέον ότι η απόρριψη της αγωγής λόγω ερημοδικίας του ενάγοντος γίνεται κατ’ ουσίαν και όχι κατά τους τύπους, διότι, παρόλο που στην πραγματικότητα οι αγωγικοί ισχυρισμοί δεν ερευνώνται ως προς τη βασιμότητά τους, θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και για την αιτία αυτή πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίνεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (βλ. ΕφΛαρ 26/2014, ΤΝΠ ΔΣΑ, Μαργαρίτη Μ.-Μαργαρίτη Α., Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος I, 2018, άρθρο 272, αριθ. 3, σελ. 465-466). Τέλος, εξ απόψεως διαχρονικού δικαίου, ο δικονομικός νομοθέτης εισήγαγε ειδικές μεταβατικές διατάξεις, οι οποίες υπερισχύουν των ισχυουσών διατάξεων του ΕισΝΚΠολΔ και των βασικών αρχών του διαχρονικού δικαίου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα άρθρα 116 και 120 του ν. 4842/2021, οι διατάξεις των άρθρων 468 και 469 του ΚΠολΔ εφαρμόζονται για τα ένδικα βοηθήματα και δικόγραφα, που πρόκειται να κατατεθούν μετά την 1η.1.2022.

Στην προκειμένη περίπτωση, από την υπ’ αριθ. …/3.11.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Λάρισας, με έδρα το Πρωτοδικείο Βόλου, …, την οποία επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα με τις έγγραφες προτάσεις της, προκύπτει ότι επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με την πράξη κατάθεσης αυτής, που συντάχθηκε στις 31.10.2022, και μετά των επισημάνσεων που αναφέρονται στην πράξη αυτή, δηλαδή των επισημάνσεων αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 468 § 1 και 2 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 24 του ν. 4842/2021 και εφαρμόζεται, κατά τα άρθρα 116 § 1 εδ. α΄ και 120 του ιδίου νόμου, για τα ένδικα βοηθήματα και δικόγραφα που κατατίθενται από την 1η.1.2022 και εφεξής, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 468 § 1 του ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει και εφαρμόζεται εν προκειμένω μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 24 του ν. 4842/2021, για το υποστατό της άσκησή της (άρθρο 468 § 1 του ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρο 215 § 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ, το οποίο εν προκειμένω εφαρμόζεται αναλόγως), με επιμέλεια της ενάγουσας, στον εναγόμενο (άρθρα 122 § 1, 123, 124 §§ 1 και 2, 125 § 1 και 2, 126 § 1 περ. α΄ και 127 § 1 ΚΠολΔ). Ο τελευταίος προκατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 468 § 2 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 24 του ν. 4842/2021, έγγραφες προτάσεις δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του … (Α.Μ. Δ.Σ. … …) και παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την ως άνω ορισθείσα ημέρα συζήτησης μετά της ιδίας ως άνω πληρεξούσιας δικηγόρου του. Από την άλλη πλευρά, η ενάγουσα, με επιμέλεια της οποίας γίνεται η συζήτηση της υπόθεσης, προκατέθεσε μεν νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 468 § 2 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 24 του ν. 4842/2021, έγγραφες προτάσεις, καθώς και προσθήκη-αντίκρουση, δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της … (Α.Μ. Δ.Σ. … …), πλην όμως δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, κατά την ως άνω ορισθείσα ημέρα συζήτησης, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά εγγραφής της σε αυτό, παρόλο που η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, κατά το άρθρο 468 § 5 εδ. β΄ του ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 237 § 6 εδ. ε΄ του ιδίου Κώδικα, όπως αυτά αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 24 και 12 αντίστοιχα του ν. 4842/2021, και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 469 § 1 εδ. α΄ και γ΄ ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρο 272 § 1 ΚΠολΔ, όπως το πρώτο από αυτά αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 4842/2021), σύμφωνα και με τα σχετικώς εκτιθέμενα στην ως άνω μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης.

Σημειωτέον στο σημείο αυτό ότι η ερημοδικία της ενάγουσας δεν αίρεται στην προκειμένη περίπτωση με την προκατάθεση εκ μέρους της έγγραφων προτάσεων και προσθήκης-αντίκρουσης, κατ’ άρθρα 115 και 468 § 2 του ΚΠολΔ, δεδομένης της αναγκαιότητας παράστασής της στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ώστε να θεωρηθεί δικονομικώς παρούσα, κατά τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης. Ειδικότερα, σύμφωνα και με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, σε αντίθεση με όσα ισχύουν στην εκδίκαση των αγωγών με την τακτική διαδικασία, όπου η παράσταση του διαδίκου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο είναι προαιρετική, στη διαδικασία των μικροδιαφορών, όπως αυτή διαμορφώθηκε με το ν. 4842/2021 για τις αγωγές που κατατέθηκαν από την 1η.1.2022 και εφεξής, η παράσταση του διαδίκου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης παραμένει υποχρεωτική, είναι δε δυνατό να μην παρασταθούν αμφότερα τα διάδικα μέρη στο ακροατήριο μόνο σε περίπτωση που προσκομίσουν στον αρμόδιο γραμματέα μέχρι την παραμονή της ορισθείσας δικασίμου κοινή δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 του ΚΠολΔ για τη συζήτηση της υπόθεσης δίχως την παρουσία τους (άρθρο 469 § 1 ΚΠολΔ) και τούτα ανεξάρτητα από την προκατάθεση ή μη έγγραφων προτάσεων ή έγγραφου υπομνήματος και τυχόν προσθήκηςαντίκρουσης, κατ’ άρθρα 115 ή 468 § 2 του ΚΠολΔ αντίστοιχα, η οποία προκατάθεση εξυπηρετεί το σχηματισμό και την ολοκλήρωση της δικογραφίας με τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά μέσα των διαδίκων. Η ερημοδικία, δηλαδή, του διαδίκου στη διαδικασία των μικροδιαφορών, όπως αυτή διαμορφώθηκε με το ν. 4842/2021 για τις αγωγές που κατατέθηκαν από την 1η.1.2022 και εφεξής, κρίνεται μόνο από την (προσήκουσα) παράστασή του στο ακροατήριο την ημέρα της δικασίμου, εκτός αν έχει κατατεθεί η κοινή δήλωση των διαδίκων κατ’ άρθρο 242 § 2 του ΚΠολΔ, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω.

Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, δοθέντος ότι η ενάγουσα δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την ανωτέρω ορισθείσα δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από το σχετικό πινάκιο και κατά τη σειρά εγγραφής της σε αυτό, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, πρέπει, όπως προεκτέθηκε, να δικαστεί ερήμην και συνακόλουθα πρέπει, κατά το άρθρο 469 § 1 εδ. α΄ και γ΄ του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 4842/2021, σε συνδυασμό με το άρθρο 272 § 1 του ΚΠολΔ, και σύμφωνα με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή της ως ουσία αβάσιμη, χωρίς να αξιολογηθεί καθόλου το δικόγραφο αυτής ως προς το παραδεκτό και το νόμω βάσιμο. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της ενάγουσας, πρέπει να ορισθεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους της ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 469 § 1 εδ. γ΄, 501, 502 § 1 και 505 § 2 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί η ενάγουσα, λόγω της ήττας της, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του εναγόμενου, κατά παραδοχή του νομίμως υποβληθέντος δια των προτάσεων σχετικού αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 176, 184, 189 § 1 και 191 § 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρα 63 και 68 ν. 4194/2013 [«Κώδικας Δικηγόρων»]), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

Παρατηρήσεις

Κεντρικές δικονομικές ρυθμίσεις της διαδικασίας των μικροδιαφορών, ιδίως στο ζήτημα της ερημοδικίας διαδίκου, μετά τις τροποποιήσεις του ν. 4842/2021

1. Το διαδικαστικό πλαίσιο εκδίκασης των μικροδιαφορών, κατ’ άρθρ. 466 επ. ΚΠολΔ, αναμορφώθηκε στο πρόσφατο παρελθόν, αρχικά, από τον ν. 4335/2015 (βλ. άρθρ. δεύτερο άρθρ. 1 ν. 4335/2015) και, μεταγενέστερα, από τον ν. 4842/2021 (βλ. άρθρ. 24, 116 § 1 περ. α΄, 120 ν. 4842/2021)[1]· μάλιστα, από τον τελευταίο τροποποιήθηκε «ριζικά», σύμφωνα και με τη διαπίστωση της σχολιαζόμενης υπ’ αριθ. 82/2023 απόφασης του Ειρηνοδικείου Βόλου. Ειδικότερα, λόγω των καθυστερήσεων στην έκδοση απόφασης που παρατηρούνταν ιδίως στα μεγάλα ειρηνοδικεία[2], επιχειρήθηκε η επιτάχυνση της εκδίκασης των αγωγών μικροδιαφορών μέσω, κυρίως, της υιοθέτησης ρυθμίσεων που δοκιμάστηκαν στην πράξη επί της τακτικής διαδικασίας, κατόπιν των τροποποιήσεων που επέφερε εκεί ο ν. 4335/2015[3]. Προς τον σκοπό αυτό, το νέο[4] άρθρο 468 ΚΠολΔ[5] προβλέπει ιδιαίτερα σύντομες προθεσμίες επίδοσης της αγωγής (§ 1)[6], (προαποδεικτικής)[7] προσκόμισης των αποδεικτικών μέσων[8] και υποβολής από τον εναγόμενο του υπομνήματός του (§ 2)[9], καθώς και ταχύτατο προσδιορισμό δικασίμου (§ 5), τον οποίο συνοδεύει η υποχρεωτική – πλέον – τήρηση πινακίου[10]. Ημερομηνία δικασίμου, εξάλλου, δύναται να είναι μόνον η αρχικά ορισθείσα και όχι η τυχόν μετ’ αναβολή, δεδομένης της παραπομπής πλέον της ΚΠολΔ 469 § 1 εδ. β΄ στο τελευταίο εδάφιο της ΚΠολΔ 237 § 6 ΚΠολΔ, που ορίζει το ανεπίτρεπτο της αναβολής της συζήτησης, κατ’ άρθρ. 241 ΚΠολΔ.

2. Οι ανωτέρω τροποποιήσεις, στον βαθμό που υιοθετούν ρυθμίσεις της τακτικής διαδικασίας, επιβεβαιώνουν τη φύση των μικροδιαφορών ως εγγενούς παρακολουθήματός της[11], συμπλέουν δε με το - ήδη νομοθετικά προβλεπόμενο (βλ. ΚΠολΔ 591 § 8, όπως προστέθηκε με το άρθρ. 39 ν. 4842/2021[12]) - ασυμβίβαστο της συνεφαρμογής των διατάξεων των μικροδιαφορών με τις ρυθμίσεις των ειδικών διαδικασιών, κατ’ άρθρ. 591 επ. ΚΠολΔ[13].

3. Ωστόσο, παρά τις τροποποιήσεις που ο ν. 4842/2021 εισήγαγε προς την κατεύθυνση της διαδικαστικής σύγκλισης[14] μεταξύ τακτικής διαδικασίας-μικροδιαφορών, εντός της ευρύτερης τάσης[15] προς την έγγραφη διεξαγωγή τους, η υποχρέωση προφορικής παράστασης των διαδίκων κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο επί αγωγής μικροδιαφορών διατηρήθηκε και από τον ν. 4842/2021.

Ειδικότερα, η κατά κανόνα προφορικότητα[16] της διαδικασίας εκδίκασης προβλέπεται τόσο ρητά στο άρθρ. 469 § 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ[17], το οποίο απαιτεί την παρουσία των διαδίκων στο ακροατήριο κατά τη δικάσιμο, όσο δε συνάγεται, σε κάθε περίπτωση, από την απουσία ορισμένης διάταξης που να ορίζει το αντίθετο, σύμφωνα το άρθρ. 115 § 2 ΚΠολΔ. Ως «παρουσία» δε των διαδίκων, υπό την έννοια της ΚΠολΔ 469 § 1 εδ. α΄, νοείται τόσο η αυτοπρόσωπη παράσταση των διαδίκων, δεδομένης της διατήρησης αυτής της δυνατότητας στο ΚΠολΔ 94 § 2 περ. β΄, όσο και η παράσταση μαζί ή η εκπροσώπηση από πληρεξούσιο δικηγόρο, κατ’ άρθρ. 94 § 1 ΚΠολΔ[18]. Συνεπώς, εν προκειμένω, για το δικονομικά προσήκον της παράστασης αρκεί μόνο η εμφάνιση του διαδίκου κατά τη δικάσιμο, χωρίς να απαιτείται κατάθεση προτάσεων (ή «υπομνήματος», κατά την ορολογία της ΚΠολΔ 468 § 2 εδ. α΄)[19], η οποία έχει ως συνέπεια, όμως, στην περίπτωση της εναγόμενης πλευράς, την οριζόμενη στο άρθρ. 261 ΚΠολΔ[20].

Κατ’ εξαίρεση μόνο η παράσταση των διαδίκων μπορεί να λάβει χώρα εγγράφως, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης κοινής συμφωνίας τους να παρασταθούν αμφότεροι με δήλωση, κατ’ άρθρ. 242 § 2 ΚΠολΔ[21], οπότε στην περίπτωση αυτή η συζήτηση στο ακροατήριο καθίσταται τυπική. Η από κοινού δήλωση των διαδίκων περί της μη παράστασής τους στο ακροατήριο ορίζεται, συνεπώς, από τον νόμο ως απαραίτητος όρος, προκειμένου η συζήτηση στο ακροατήριο να αποβάλει τον κατ’ αρχήν υποχρεωτικό προφορικό της χαρακτήρα, χωρίς να αρκεί η μονομερής δήλωση ορισμένου εκ των πληρεξούσιων δικηγόρων για μη παράσταση κατά την εκφώνηση, κατ’ άρθρ. 242 § 2 ΚΠολΔ· η τελευταία συνεπάγεται, άρα, το μη προσήκον της παράστασης του συγκεκριμένου διαδίκου.

4. Μάλιστα, κατόπιν της τροποποίησης της ΚΠολΔ 469 § 1 εδ. β΄[22] από το άρθρ. 25 ν. 4842/2021, το μη προσήκον της παράστασης ορισμένου διαδίκου συνδέεται πλέον με την επέλευση των δυσμενών συνεπειών της ερημοδικίας, κατ’ άρθρ. 271 § 3 ΚΠολΔ, εφόσον ο απολιπόμενος διάδικος καταλαμβάνει τη θέση του εναγομένου, ή κατ’ άρθρ. 272 §§ 1-2 ΚΠολΔ, στην περίπτωση του μη παριστάμενου ενάγοντος. Εάν δεν παρίστανται προσηκόντως αμφότεροι οι διάδικοι, η συζήτηση ματαιώνεται, όπως προκύπτει από την παραπομπή του άρθρ. 469 § 1 εδ. γ΄ ΚΠολΔ στο άρθρ. 260 ΚΠολΔ[23].

Σε αντίθεση, συνεπώς, με το ισχύον έως την ψήφιση του ανωτέρω νόμου σύστημα μονομερούς συζήτησης στις μικροδιαφορές (βλ. την προ του ν. 4842/2021 μορφή της ΚΠολΔ 469 § 1 εδ. β΄), βάσει του οποίου η δικονομική απουσία ορισμένου διαδίκου δεν συνεπαγόταν την εφαρμογή των άρθρ. 271 § 3 και 272 §§ 1-2 ΚΠολΔ, ο ν. 4842/2021 επέλεξε την επέκταση ισχύος των δυσμενών συνεπειών της ερημοδικίας και στη δίκη των μικροδιαφορών, με στόχο την επιτάχυνση στην έκδοση της απόφασης[24]. Σε συνέπεια προς την κατάργηση του συστήματος της μονομερούς συζήτησης στις διαδικαστικές αποκλίσεις των μικροδιαφορών προέβλεψε πλέον ο δικονομικός νομοθέτης τη δυνατότητα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, κατ’ άρθρ. 501 ΚΠολΔ (στο οποίο παραπέμπει το άρθρ. 469 § 1 εδ. γ΄ ΚΠολΔ), ως τρόπο άμυνας του ερημοδικασθέντος διαδίκου.

5. Συνεπώς, δεδομένου του ισχύοντος σήμερα νομικού πλαισίου, η σχολιαζόμενη απόφαση, με υποδειγματική αιτιολογία, αφενός, σκιαγραφεί στη μείζονα σκέψη της τις βασικές ρυθμίσεις των διαδικαστικών αποκλίσεων των μικροδιαφορών· αφετέρου, διευκρινίζει ότι η απουσία ορισμένου διαδίκου κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο δεν δύναται να αναπληρωθεί από την προκατάθεση προτάσεων ή έγγραφου υπομνήματος, καθώς και προσθήκης-αντίκρουσης, ενόψει του κανόνα της προφορικής διεξαγωγής της συζήτησης επί μικροδιαφορών.

Το τελευταίο στοιχείο ήταν κρίσιμο στην επίδικη διαφορά, διότι, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του ιστορικού της απόφασης, η ενάγουσα, με επιμέλεια της οποίας επισπεύσθηκε η συζήτηση, προκατέθεσε μεν προτάσεις και προσθήκη-αντίκρουση εντός της προθεσμίας της ΚΠολΔ 468 § 2, ωστόσο, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε αυτοπροσώπως ούτε εκπροσωπούμενη από πληρεξούσιο δικηγόρο, με συνέπεια της ερημοδικίας της την απόρριψη της αγωγής της ως ουσία αβάσιμης, κατ’ άρθρ. 272 § 1 ΚΠολΔ.

Ευγενία Φερεντίνου

Δ.Ν., Δικηγόρος



[1] Βλ. Σ.-Σ. Πανταζόπουλο, Ο νόμος 4842/2021 «ταχεία πολιτική δίκη, προσαρμογή των διατάξεων της πολιτικής δικονομίας για την ψηφιοποίηση της πολιτικής δικαιοσύνης, άλλες τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και λοιπές επείγουσες διατάξεις», ΕλλΔνη 2022.13 επ. (15)· τον ίδιο, Παρατηρήσεις υπό την ΕιρΘεσ 776/2022, ΕλλΔνη 2023.1236 επ. = sakkoulas-online. Σημειωτέον ότι η ΚΠολΔ 469 § 1 τροποποιήθηκε, ακόμη πιο πρόσφατα, εκ νέου με το άρθρ. 66 ν. 5016/2023, δυνάμει του οποίου προστέθηκε δ΄ εδάφιο στην ως άνω παράγραφο, σχετικά με τη δυνατότητα του προέδρου του δικαστηρίου να ζητήσει, μετά το πέρας της συζήτησης, από τους διαδίκους να προσκομίσουν σε ηλεκτρονική μορφή αντίγραφο του δικογράφου της αγωγής, του υπομνήματος και της προσθήκης.

[2] Βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 24. Πρόσθ. Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 1, ΕλλΔνη 2022.15.

[3] Αιτιολογική έκθεση ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 24· Ν. Κλαμαρής/Σ. Κουσούλης/Σ.-Σ. Πανταζόπουλος, Πολιτική Δικονομία5 (2023), σ. 1070· Πανταζόπουλος, ό.π. σημ. 1, ΕλλΔνη 2022.15· Α. Φλώρου, Παρατηρήσεις υπό την ΕιρΖακύνθου 11/2022, ΕφΑΔΠολΔ 2023.131 επ. (132).

[4] Όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 24 ν. 4842/2021.

[5] Εφαρμοστέο στα ένδικα βοηθήματα που κατατίθενται από την 1η.1.2022 και εφεξής, βλ. άρθρ. 116 § 1 περ. α΄ και 120 εδ. β΄ ν. 4842/2021.

[6] Δεκαήμερη προθεσμία για εναγόμενους κατοίκους ημεδαπής και τριακονθήμερη για τους κατοίκους εξωτερικού ή όσους είναι αγνώστου διαμονής, βλ. άρθρ. 468 § 1 εδ. α΄-β΄ ΚΠολΔ.

[7] Η σημασία της συγκέντρωσης του αποδεικτικού υλικού κατά την προδικασία τονίζεται στην στην αιτιολογική έκθεση ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 24: «[η] διαδικασία είναι απλή, ευέλικτη και σύντομη και στηρίζεται στη συλλογή του αποδεικτικού υλικού στην προδικασία. […] Με την παρέλευση των προθεσμιών ολοκληρώνεται η προδικασία και σχηματίζεται ο φάκελος της δικογραφίας με τους ισχυρισμούς των διαδίκων και τα αποδεικτικά τους μέσα», ενώ εξαίρεται και στη ως άνω παρατιθέμενη απόφαση: «[μ]ε την επίδοση, λοιπόν, της αγωγής άρχεται η προδικασία, η οποία αναδεικνύεται σε εξόχως σημαντικό στάδιο, αφού σε αυτό συγκεντρώνεται όλο το έγγραφο υλικό […]». Βλ. και Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 1, ΕλλΔνη 2022.16· Κλαμαρή/Κουσούλη/Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 3, σ. 1070.

[8] Απαραιτήτως δε, όσον αφορά τον ενάγοντα, και της έκθεσης επίδοσης της αγωγής, προκειμένου να ελεγχθεί το εμπρόθεσμο της επίδοσης και, άρα, το υποστατό της αγωγής, δεδομένης της παραπομπής του άρθρ. 468 § 1 εδ. τελευταίο στο άρθρ. 215 § 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ· βλ. και Φλώρου, ό.π. σημ. 3, ΕφΑΔΠολΔ 2023.132.

[9] Εικοσαήμερη προθεσμία που αφετηριάζεται στη λήξη της προθεσμίας επίδοσης της αγωγής. Το σημείο αφετηρίας της εν λόγω προθεσμίας τέθηκε σε αντιστοιχία με εκείνο του νέου (κατόπιν του ν. 4842/2021) άρθρ. 237 § 1 ΚΠολΔ, όπου, ειδικότερα, μετατοπίστηκε το χρονικό σημείο εκκίνησης της προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων και προσκομιδής των αποδεικτικών μέσων στην τακτική διαδικασία από την κατάθεση της αγωγής στη λήξη της προθεσμίας επίδοσής της [βλ. και Α. Παπαστάθη, Οι επελθούσες αλλαγές στις προθεσμίες σε Τακτική, Μικροδιαφορές και Ειδικές Διαδικασίες μετά τον ν. 4842/2021 – Οι προθεσμίες προτάσεων-προσθήκης των άρθ. 237, 238, 468, 469 και 591 του νέου ΚΠολΔ, ΕλλΔνη 2022.105 επ. (109-110)]. Αντίθ. βλ. Φλώρου, ό.π. σημ. 3, ΕφΑΔΠολΔ 2023.132.

[10] Βλ. την αναφορά του άρθρ. 468 § 5 εδ. β΄ ΚΠολΔ στην ανάλογη εφαρμογή των εδ. ε΄ και στ΄ του άρθρ. 237 § 6 ΚΠολΔ. Πρόσθ. Ν. Νίκα, Εγχειρίδιο Πολτικής Δικονομίας4 (2022), § 105 αρ. 13 σ. 814.

[11] Αναλυτικότερα Κ. Κεραμεύς, Η εκδίκαση των μικροδιαφορών κατά το ελληνικό δίκαιο, Αρμ 1979.1 επ. (4) = Νομικές Μελέτες τ. Ι (1980), σ. 196· ο ίδιος, Ειδικές διαδικασίες και ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές Αρμ 1981.89 επ. (92-94) = Νομικές Μελέτες τ. ΙΙ (1994), σ. 371-372· Κλαμαρής/Κουσούλης/Πανταζόπουλος, ό.π. σημ. 3, σ. 1067, όπου, ειδικότερα, η τακτική διαδικασία χαρακτηρίζεται έναντι των μικροδιαφορών ως «μητέρα διαδικασία» (έτσι και στη σ. 1069)· Νίκας, ό.π. σημ. 10, § 105 αρ. 2 σ. 811-812, αρ. 4 σ. 812· Πανταζόπουλος ό.π. σημ. 1, ΕλλΔνη 2023.1236 επ. = sakkoulas-online· Ε. Φερεντίνου, Ειδικές διαδικασίες και Μικροδιαφορές μετά τον ν. 4335/2015, ΕλλΔνη 2017.1052 επ. = sakkoulas-online· (511)· Β. Φούρκας/Γ. Δελής, Το δίκαιο των μικροδιαφορών στην ημεδαπή και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Αρμ 2019.497 επ. (511)· Ν. Τριανταφύλλου, Υποκειμενικά σύνθετες δίκες στις αυτοκινητικές διαφορές (2023), αρ. 236 σ. 85-86. Βλ. και ανωτ. σημ. 2, όσον αφορά τη σχετική μνεία της αιτιολογικής έκθεσης ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 24.

[12] Βλ. Κλαμαρή/Κουσούλη/Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 3, σ. 1067-1068· Κ. Μακρίδου, Αξιολόγηση των ρυθμίσεων του πρόσφατου ν. 4842/2021 για την τακτική και τις ειδικές διαδικασίες, Μελέτες Αστικού Δικονομικού & Διεθνούς Δικονομικού Δικαίου τ. 2 (2022), σ. 616· Ι. Δεληκωστόπουλο, Τα essentialia των αλλαγών του ν. 4842/2021 στην τακτική διαδικασία, στις ειδικές διαδικασίες και στα ασφαλιστικά μέτρα, ΕΠολΔ 2022.129 επ. (133).

[13] Επιχειρήματα και θέση υπέρ του ασυμβίβαστου της συνεφαρμογής των διατάξεων των μικροδιαφορών με τις ρυθμίσεις των ειδικών διαδικασιών πριν τη ρητή νομοθετική περί αυτού διευκρίνιση βλ. ΑΠ 497/2022, www.areiospagos.gr [εισηγήτρια: Μ. Χασιρτζόγλου]· Γ. Διαμαντόπουλο, Αστικό Δικονομικό Δίκαιο και νομολογιακό γίγνεσθαι (2019), σ. 215· ad hoc Φερεντίνου, ό.π. σημ. 11, ΕλλΔνη 2017.1052 επ. (passim)· Φούρκα/Δελή, ό.π. σημ. 11, Αρμ 2019.514-515· Ι. Κατρά, Παρατηρήσεις υπό την ΕιρΠατρ 28/2020, ΕλλΔνη 2020.841· ΕιρΙκαρ 1/2018, ΕλλΔνη 2018.541· ΕιρΚαβ 10/2019, Αρμ 2019.877, με σχόλιο Ι. Ρεβολίδη· ΕιρΠατρ 28/2020, ΕλλΔνη 2020.841, με παρατηρήσεις Ι. Κατρά· ΕιρΛαμ 272/2022, sakkoulas-online· ΕιρΆργους 23/2022, ΤΝΠ Νόμος· ΕιρΛαμ 272/2022, ΤΝΠ Νόμος. Επιφυλακτική θέση διατυπώθηκε από τον Ν. Νίκα, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας3 (2018), αρ. 9 σ. 615. Αντίθετη θέση υποστηρίχθηκε, ωστόσο, από σημαντική μερίδα τόσο της θεωρίας όσο και της νομολογίας, σύμφωνα με την οποία επιτρεπόταν η παράλληλη εφαρμογή των διατάξεων περί μικροδιαφορών και στις ειδικές διαδικασίες, βλ. Κ. Μακρίδου, Ειδικές Διαδικασίες στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά τον ν. 4335/2015 (2017), σ. 28-29 (εξαιρώντας, όμως, την εκδίκαση της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής)· Π. Γιαννόπουλο, Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά το ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2015, 453 επ. (471-472)· τον ίδιο, Οι διατάξεις περί μικροδιαφορών μετά τη μεταρρύθμιση του ν. 4335/2015, Αρμ 2017.732 επ. (735-736)· Α. Κρητικό, Σχόλιο υπό την ΕιρΡόδ 33/2017, ΕλλΔνη 2017.1539 επ. = sakkoulas-online· ΜονΠΘεσ 1861/2020, sakkoulas-online· ΕιρΡόδ 44/2017, ΤΝΠ Νόμος· ΕιρΦλωρ 49/2017, ΕφΑΔΠολΔ 2017.1062, με παρατηρήσεις Α. Κρητικού· ΕιρΚερκ 34/2018, ΤΝΠ Νόμος· ΕιρΛαρ 17/2020, ΤΝΠ Νόμος = Δικογραφία 2020.398.

[14] Βλ. Νίκα, ό.π. σημ. 10, § 105 αρ. 10 σ. 813, όπου αναφέρει σχετικά με τις διαδικαστικές αποκλίσεις των μικροδιαφορών έναντι της τακτικής διαδικασίας ότι «[ο]ι διαφοροποιήσεις αυτές αμβλύνθηκαν μετά τον ν. 4842/2021».

[15] Η διαπίστωση απορρέει, μεταξύ άλλων, και από την τροποποίηση του άρθρ. 115 § 2 ΚΠολΔ από τον ν. 4842/2021. Ειδικότερα, στην εν λόγω διάταξη, στην οποία αποτυπώνεται η αρχή της προφορικής διεξαγωγής της δίκης [βλ. ενδεικτικά Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία τ. 12 (2020), § 47, σ. 614, αρ. 3· Κλαμαρή/Κουσούλη/Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 3, § 4 σ. 310-314· Κ. Κεραμέα/Δ. Κονδύλη/Ν. Νίκα (-Ν. Νίκα), Ερμηνεία ΚΠολΔ – Συμπλήρωμα (2003), άρθρ. 115, σ. 15], κατόπιν της αρχικής τροποποίησής της με το άρθρο πρώτο του άρθρου 1 ν. 4335/2015 είχε τεθεί επιφύλαξη υπέρ της έγγραφης διεξαγωγής της μόνο στην περίπτωση της τακτικής διαδικασίας (άρθρ. 237 και 238 ΚΠολΔ). Ωστόσο, πλέον, η νομοθετική επιλογή για αποτύπωση γενικής επιφύλαξης υπέρ του έγγραφου τύπου της συζήτησης [«(α)ν δεν ορίζεται διαφορετικά, στον πρώτο βαθμό, καθώς και στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας η προφορική συζήτηση είναι υποχρεωτική»] συνυποδηλώνει την τάση γενίκευσής του σε άλλες περιπτώσεις· ήδη, δηλαδή, στην αιτολογική έκθεση ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 3 αναφέρεται ότι η εν λόγω τροποποίηση «είναι αναγκαία, προκειμένου να εναρμονιστεί το παρόν άρθρο με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις της § 2 του άρθρου 242 και της § 2 του άρθρου 591 ΚΠολΔ για τη δυνατότητα υποβολής κοινής δήλωσης των διαδίκων ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση, σε δίκη που είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση της υπόθεσης», παράλληλα δε, καλύπτει λόγω της γενικότητας της διατύπωσης και οποιαδήποτε άλλη περίπτωση έγγραφης παράστασης, που είτε ήδη προβλέπεται (βλ. ΚΠολΔ 469 § 1 εδ. β΄, για την οποία ειδικότερα αμέσως κατωτέρω) είτε πρόκειται να οριστεί σε επόμενη χρονικά νομοθετική τροποποίηση.

[16] Βλ. όμως την κριτική του Νίκα, ό.π. σημ. 10, § 105 αρ. 15 σ. 815 στον χαρακτηρισμό της συζήτησης επί μικροδιαφορών ως «προφορικής», δεδομένης της απουσίας δυνατότητας εξέτασης μαρτύρων («[η] συζήτηση στη διαδικασία των μικροδιαφορών παραμένει θεωρητικά προφορική. […]. Πρόκειται ουσιαστικά κι εδώ για “κολοβή” συζήτηση, στην οποία δεν εξετάζονται μάρτυρες»].

[17] Άρθρ. 469 § 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ: «1. Κατά την ορισμένη δικάσιμο η υπόθεση συζητείται με την παρουσία των διαδίκων». Πρόσθ. αιτιολογική έκθεση ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 25.

[18] Βλ. ανωτέρω απόφαση υπ’ αριθ. 82/2023 Ειρηνοδικείου Βόλου.

[19] Παρά την αναφορά του άρθρ. 468 § 2 ΚΠολΔ σε υποβολή «υπομνήματος» από τον εναγόμενο εντός της εκεί αναφερόμενης προθεσμίας, σύμφωνα με την ορθότερη άποψη, η υποβολή του παραμένει δυνητική για τον εναγόμενο (βλ. Κλαμαρή/Κουσούλη/Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 3, σ. 1071· Νίκα, ό.π. σημ. 10, § 105 αρ. 11 σ. 814), όπως, αντίστοιχα, δυνητική παραμένει η κατάθεση προτάσεων από τον ενάγοντα. Το ανωτέρω προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρ. 115 § 3 και 468 § 2 ΚΠολΔ, καθώς και από τη δυνατότητα παράστασης των διαδίκων στη διαδικασία των μικροδιαφορών χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο, σύμφωνα με το άρθρ. 94 § 2 περ. β΄ ΚΠολΔ.

[20] Κλαμαρής/Κουσούλης/Πανταζόπουλος, ό.π. σημ. 3, σ. 1071.

[21] Από τον Πανταζόπουλο, συντάκτη της ισχύουσας νομοθετικής ρύθμισης, σημειώνεται ότι η δυνατότητα παράστασης με δήλωση στις δίκες των μικροδιαφορών είναι «σημαντική, διότι δίνει τη δυνατότητα στους πληρεξούσιους δικηγόρους ή στους διαδίκους να μην συνωστίζονται στις αίθουσες των δικαστηρίων», βλ. Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 1, ΕλλΔνη 2022.16· τον ίδιο, ό.π. σημ. 1, ΕλλΔνη 2023.1236 επ. = sakkoulas-online. Βλ. ακόμη Νίκα, ό.π. σημ. 10, § 105 αρ. 14 σ. 815.

[22] Βλ. παραπομπές του άρθρ. 469 § 1 εδ. γ΄ ΚΠολΔ στα άρθρ. 271 § 3 και 272 §§ 1-2 ΚΠολΔ. Βλ. ακόμη Νίκα, ό.π. σημ. 10, § 105 αρ. 14 σ. 815.

[23] Η ματαίωση της συζήτησης επί απουσίας αμφότερων των διαδίκων προβλεπόταν, από την ψήφιση του ισχύοντος ΚΠολΔ έως και τον ν. 4335/2015, στο ίδιο το άρθρ. 469 § 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ. Ωστόσο, με τον ν. 4842/2021 επιλέχθηκε νομοτεχνικά η παραπομπή στο γενικό άρθρο του ΚΠολΔ περί ματαίωσης της συζήτησης (ΚΠολΔ 260).

[24] Βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4842/2021, υπό το άρθρ. 24: «[δ]ιαπιστώθηκε ότι στις υποθέσεις που εκδικάζονται σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις των μικροδιαφορών, η διαδικασία μέχρι την έκδοση απόφασης καθυστερεί σημαντικά στα μεγάλα ειρηνοδικεία της χώρας ή συμβαδίζει χρονικά σε σχέση με την τακτική διαδικασία. Για τον λόγο αυτό επιλέγονται ορισμένες ρυθμίσεις της τακτικής διαδικασίας που δοκιμάστηκαν επιτυχώς στην πράξη, όπως […] [οι] δυσμενείς συνέπειες ερημοδικίας».