22 Αυγ 2024
ΦΠΑ∙ τα γενικά έξοδα (εισροές) μικτού υπόχρεου (ήτοι υποχρέου χρησιμοποιούντος αγαθά και υπηρεσίες για την πραγματοποίηση πράξεων, για μερικές από τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης) είναι κατ’ αρχήν κοινά (κοινές εισροές) και ο εκπιπτόμενος στην περίπτωση αυτή φόρος προσδιορίζεται δια της προβλεπόμενης μεθόδου (κλάσμα prorata), εκτός εάν ο μικτός υπόχρεος αποδείξει ότι μόνον μέρος των υποκείμενων σε ΦΠΑ εισροών αυτών συνδέεται με οικονομική δραστηριότητα που παρέχει δικαίωμα έκπτωσης∙ η ως άνω απόδειξη μπορεί να προκύψει και με τη χρήση της δυνατότητας που παρέχεται, κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμόδιου Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ., ήτοι δια του προσδιορισμού από τον ίδιο τον υπόχρεο ποσοστού εκπιπτόμενου φόρου για κάθε τομέα δραστηριότητάς του ή αναλόγως της πραγματικής διάθεσης των αγαθών ή της χρήσης των υπηρεσιών, εφόσον και στις δύο ως άνω περιπτώσεις τηρούνται αντιστοίχως ιδιαίτεροι λογαριασμοί∙ περαιτέρω, ενόψει της ευχέρειας των κρατών μελών να εξειδικεύσουν τους κανόνες των στοιχείων β και γ της παρ 5 του άρθρου 17 της έκτης οδηγίας και δεδομένης της απουσίας πλήρους εναρμόνισης των εθνικών νομοθεσιών ΦΠΑ, κατά το παρόν στάδιο του δικαίου της Ένωσης, τα κράτη μέλη διατηρούν ορισμένο περιθώριο ευελιξίας στον τομέα αυτό και, ως εκ τούτου, μπορούν να θεσπίζουν κανόνες δικαίου, ώστε να υπόκεινται σε μερικώς αποκλίνοντα καθεστώτα φορείς που καλύπτονται από τον αντίστοιχο ΦΠΑ με τη νομοθεσία τους∙ ούτως, η εθνική πρόβλεψη δυνατότητας τήρησης ιδιαίτερων λογαριασμών κατά παρέκκλιση του κανόνα [(περ. α και β της παρ. 6 του άρθρου 31 ΚΦΠΑ (ν. 2859/2000)], δεν αντίκειται στην παρ. 5 β και γ του άρθρου 17 της έκτης Οδηγίας.