20 Φεβ 2025
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση της 130/2018 απόφασης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), με την οποία αποφασίστηκε η διαγραφή του ραδιοφωνικού σταθμού «… FM», ιδιοκτησίας της αιτούσης εταιρείας, από τον πίνακα λειτουργούντων ραδιοφωνικών σταθμών και αναγνωρίσθηκε ότι η ραδιοφωνική συχνότητα 88.8 FM ανήκει αποκλειστικά και μόνο στο Κράτος. Με το από 6.5.2021 δικόγραφο προσθέτων λόγων ζητήθηκε η ακύρωση και της 124/2020 απόφασης του ΕΣΡ περί απορρίψεως αιτήσεως θεραπείας κατά της αρχικώς προσβαλλομένης απόφασης, την οποία η αιτούσα προσέβαλε μεν με αυτοτελή αίτηση ακυρώσεως (Ε. …/ 2021), από την οποία όμως παραιτήθηκε. Το καθεστώς των θεωρουμένων ως «νομίμως λειτουργούντων» ραδιοφωνικών σταθμών, το οποίο εισήγαγε ο νομοθέτης με το άρθρο 53 παρ. 1 του ν. 2778/1999 και διατήρησε με μεταγενέστερα νομοθετήματα, έως την ολοκλήρωση των διαγωνιστικών διαδικασιών με τις οποίες θα παραχωρηθούν οι συχνότητες στους ραδιοφωνικούς σταθμούς, προϋποθέτει την, κατ’ ανοχή του νομοθέτη, λειτουργία του σταθμού στην αυθαιρέτως καταληφθείσα συχνότητα, η διακοπή της οποίας επιφέρει ως αυτοδίκαιη συνέπεια την επαναφορά της συχνότητας στο Κράτος, όπως κατ’ ορθή ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων έκρινε το ΕΣΡ με την προσβαλλόμενη απόφασή του. Συνεπώς, σε περίπτωση διακοπής λειτουργίας και μη εκπομπής προγράμματος από «νομίμως λειτουργούντα» ραδιοφωνικό σταθμό και κατά μείζονα λόγο σε περίπτωση παύσης της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, η ανάκληση της βεβαίωσης λειτουργίας του στη συχνότητα από την οποία εξέπεμπε και η, συνεπεία αυτής, διαγραφή του από τον πίνακα λειτουργούντων ραδιοφωνικών σταθμών αποτελεί το μόνο πρόσφορο μέτρο για την αποκατάσταση της νομιμότητας, της απόδοσης δηλαδή της συχνότητας στο Κράτος στο οποίο ανήκει η διαχείρισή της και το οποίο μπορεί να προβεί, κατόπιν των παγίων ρυθμίσεων, σε νόμιμη παραχώρηση της χρήσης της. Εν προκειμένω δεν συντρέχει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας ως εκ του δυσαναλόγου της κύρωσης και μη εφαρμογής της Το δε βάρος απόδειξης της διακοπής λειτουργίας «νομίμως λειτουργούντος» ραδιοφωνικού σταθμού που δύναται να επιφέρει την ανάκληση της βεβαίωσης λειτουργίας του και τη διαγραφή του από το οικείο μητρώο, φέρει το ΕΣΡ κατόπιν εκτίμησης συγκεκριμένων στοιχείων ικανών να τεκμηριώσουν την συνδρομή της ανωτέρω προϋπόθεσης. Στη υπό κρίση περίπτωση, η επίδικη διαγραφή του σταθμού από το μητρώο ερείδεται στην κρίση του ΕΣΡ ότι ο σταθμός έπαυσε να εκπέμπει πρόγραμμα για το διάστημα από τις αρχές του 2016 έως τις 18.10.2016, το οποίο θεωρήθηκε ικανό να στηρίξει το συμπέρασμα ότι ο σταθμός διέκοψε τη λειτουργία του. Ωστόσο, οι μετρήσεις της ΕΕΤΤ σε δύο μεμονωμένες ημερομηνίες (20.7.2016 και 18.10.2016) δεν αρκούν για να θεωρηθεί αποδεδειγμένη η μη εκπομπή προγράμματος για όλο το προαναφερθέν χρονικό διάστημα των 10 μηνών. Οι δε καταγγελίες δύο ιδιωτών περί μη εκπομπής προγράμματος του σταθμού ήδη από τις αρχές του 2016, ανεξαρτήτως της αξιοπιστίας τους, δεν συνιστούν αφ’ εαυτές επαρκή απόδειξη των καταγγελλομένων, δεδομένου ότι δεν γίνεται επίκληση πρόσθετων στοιχείων που να τα τεκμηριώνουν. Αλλά και σε συνδυασμό λαμβανόμενες οι ανωτέρω ενδείξεις δυσλειτουργίας του σταθμού δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι τεκμηριώνουν επαρκώς το συμπέρασμα περί διακοπής λειτουργίας του σταθμού, εν όψει και των ανωτέρω μνημονευθέντων στοιχείων που προσκόμισε η αιτούσα στο πλαίσιο της αιτήσεως θεραπείας της, τα οποία καταδεικνύουν λειτουργία του σταθμού για το αποδιδόμενο χρονικό διάστημα, πλην τμήματος της περιόδου της προσωρινής διακοπής της ηλεκτροδότησής του. Κατόπιν τούτων, το ΣτΕ έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν πλημμελώς αιτιολογημένη και έπρεπε, για τον λόγο αυτό, να ακυρωθεί.