24 Δεκ 2024
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση: α) της …/28.9.2022 απόφασης του Προέδρου του Δ.Σ. του ΔΟΑΤΑΠ περί επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων στον …, κάτοχο του αλλοδαπού τίτλου πρώτου κύκλου σπουδών “Bachelor of Engineering in Marine Technology in Marine Engineering” που απονεμήθηκε από το “University of Newcastle Upon Tyne” του Ηνωμένου Βασιλείου, προκειμένου ο τίτλος αυτός να αναγνωρισθεί ως ακαδημαϊκά ισοδύναμος προς τους τίτλους που απονέμονται από την Σχολή Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) και από τις άλλες Πολυτεχνικές Σχολές των ελληνικών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (ΑΕΙ) και β) της Α.Π. ΔΟΑΤΑΠ/…/2.12.2022 πράξης της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ακαδημαϊκής Αναγνώρισης του ΔΟΑΤΑΠ, με την οποία απορρίφθηκε η …/17.11.2022 αίτηση του Πρύτανη του αιτούντος Πανεπιστημίου, με την οποία ο τελευταίος είχε ζητήσει την ανάκληση της πρώτης προσβαλλόμενης απόφασης. Οι διατάξεις του ν. 4957/2022, με τις οποίες θεσπίζεται διαδικασία ακαδημαϊκής αναγνώρισης αλλοδαπών τίτλων σπουδών και ορίζονται τα αρμόδια για τη διενέργεια των σχετικών κρίσεων όργανα, δεν συνιστούν ρυθμίσεις πρόσφορες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού που συνίσταται στην ανεύρεση της εγγενούς αξίας των τίτλων αυτών και την ουσιαστική σύγκρισή τους με τους αντίστοιχους τίτλους σπουδών που απονέμονται από τα ελληνικά ΑΕΙ, διότι δεν διασφαλίζεται, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας, ότι τα αρμόδια όργανα του ΔΟΑΤΑΠ (Πρόεδρος, αξιολογητές και Δ.Σ.) έχουν το απαιτούμενο για κάθε υποβαλλόμενο τίτλο σπουδών επιστημονικό υπόβαθρο προκειμένου να εκφέρουν τις αναγκαίες για την αναγνώριση του επιστημονικές και τεχνικές κρίσεις· να αποφανθούν, δηλαδή, σχετικά α) με τις ουσιαστικές διαφορές που προκύπτουν μεταξύ των αλλοδαπών τίτλων σπουδών με τους αντίστοιχους ημεδαπούς τίτλους, β) με τους λόγους για τους οποίους οι εν λόγω διαφορές δεν μπορούν να αντισταθμιστούν από γνώσεις και δεξιότητες που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο των αλλοδαπών προγραμμάτων σπουδών, γ) με το αν είναι δυνατή η κάλυψη των διαφορών αυτών με την επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων και δ) με την επιλογή των κατάλληλων αντισταθμιστικών μέτρων˙ δεδομένου, μάλιστα, ότι οι κρίσεις αυτές, που αφορούν ζητήματα συνδεόμενα άμεσα με το περιεχόμενο των σπουδών που παρέχουν τα ΑΕΙ και με την αξία του πτυχίου που απονέμουν, λαμβάνονται, εν πολλοίς, από τρίτα πρόσωπα εκτός ΑΕΙ, χωρίς να μετέχουν, ουσιωδώς, στη λήψη των σχετικών αποφάσεων τα κατ’ εξοχήν αρμόδια προς διατύπωση των κατάλληλων επιστημονικών κρίσεων μέλη ΔΕΠ των ΑΕΙ του αντίστοιχου προς τον αλλοδαπό τίτλο επιστημονικού πεδίου, τα οποία περιορίζονται, κατά βάση, στη διεξαγωγή των εξετάσεων, τις οποίες υποχρεούνται κατά νόμο να διεξάγουν διαπράττοντας, σε αντίθετη περίπτωση, το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις αυτές, κατά την ομόφωνη γνώμη του Τμήματος, έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 4 § 1, 5 § 1 και 16 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την αρχή της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ. Περαιτέρω, οι §§ 3 και 8 του άρθρου 311 παραβιάζουν το άρθρο 16 του Συντάγματος ως προς τις λοιπές ρυθμίσεις τους· η πρώτη, κατά το μέρος που παρέχει το δικαίωμα στους παραπεμπόμενους προς εξέταση να επιλέγουν ελευθέρως το Τμήμα ΑΕΙ της ημεδαπής στο οποίο επιθυμούν να εξεταστούν και η δεύτερη, κατά το μέρος που επιβάλλει στα ΑΕΙ η εν λόγω εξέταση να γίνεται «σε αριθμό τουλάχιστον ίσο τουλάχιστον με το δέκα τοις εκατό (10%) των εισακτέων στα αντίστοιχα Τμήματα κατά το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό έτος» και, μάλιστα, σε περίπτωση παράλειψης της υποχρεώσεώς τους αυτής, με την απειλή επιβολής σε βάρος των αρμοδίων οργάνων ποινικής και πειθαρχικής κύρωσης λόγω παράβασης καθήκοντος. Τούτο δε, διότι η εν λόγω συνταγματική διάταξη δεν επιβάλλει μόνον στον κοινό νομοθέτη, κατά τη θέσπιση των σχετικών διατάξεων, η αξιολόγηση των αλλοδαπών τίτλων σπουδών να γίνεται από πρόσωπα αρκούντως εξειδικευμένα στα γνωστικά αντικείμενα των εν λόγω τίτλων, αλλά επιβάλλει, επίσης, σ’ αυτόν να προβλέπει στο νόμο, όπως εν προκειμένω, ανώτατο όριο για τις καθ’ έκαστο ακαδημαϊκό έτος επιτρεπόμενες παραπομπές ενδιαφερομένων προς εξέταση, το οποίο, όμως, ευλόγως, χάριν της προστασίας της εύρυθμης λειτουργίας και του σεβασμού της πλήρους αυτοδιοικήσεως των ΑΕΙ, δεν δύναται να υπερβαίνει ποσοστό 10% επί των κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος εισαγομένων σε κάθε σχολή ή τμήμα ΑΕΙ. Εν προκειμένω, αντιθέτως, η συνδυασμένη εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων οδηγεί ουσιαστικώς σε υποχρέωση εξέτασης απεριόριστου δυνητικά αριθμού παραπεμπομένων προς εξέταση σε συγκεκριμένο ΑΕΙ, χωρίς να επιτρέπεται στα όργανα αυτού να εκτιμήσουν αν και σε ποιο βαθμό επιτρέπουν οι λειτουργικές δυνατότητες του ΑΕΙ τη διενέργεια εξετάσεων εντός συγκεκριμένου ορίου, απειλούμενα, άλλως, με επιβολή πειθαρχικών και ποινικών κυρώσεων για διάπραξη του αδικήματος της παράβασης καθήκοντος. (Μειοψ.). Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο παρέπεμψε στην Ολομέλεια το ζήτημα της συνταγματικότητας διατάξεων του Ν. 4957/2022