Πρόσφατη νομολογία


2 Δεκ 2024

ΣτΕ 1627/2024 Τμ.Β: Εικονικότητα φορολογικών στοιχείων αν αποδειχθεί από τη Διοίκηση ότι δεν πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή & νομιμότητα μεταβατικής διάταξης του ΚΦΔιαδ

Με την κρινομένη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 2753/2017 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία είχε απορριφθεί προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της σιωπηρής απόρριψης της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης του Υπουργείου Οικονομικών της …/19.2.2014 ενδικοφανούς προσφυγής κατά των … και …/7.1.2014 αποφάσεων του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Κοζάνης. Με τις αποφάσεις αυτές είχαν επιβληθεί σε βάρος της αναιρεσείουσας πρόστιμα του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (KBΣ) διαχειριστικών χρήσεων 2007 και 2008. Το δικάσαν διοικητικό εφετείο, αφού έλαβε υπόψη και εκτίμησε συνολικά τις διαπιστώσεις των ελεγκτών, καθώς και τους ισχυρισμούς των διαδίκων, σχημάτισε πλήρη και βέβαιη δικανική πεποίθηση ότι οι συγκεκριμένες συναλλαγές, στις οποίες αναφέρονταν τα ένδικα φορολογικά στοιχεία, ουδέποτε πραγματοποιήθηκαν και ότι, συνεπώς, τα στοιχεία αυτά ήταν εικονικά, με την έννοια της ανυπαρξίας των σχετικών συναλλαγών (οπότε δεν ετίθετο καν ζήτημα καλής πίστης του λήπτη αυτών) και όχι ότι πραγματοποιήθηκαν μεν οι συναλλαγές, όχι όμως με το πρόσωπο που εμφανιζόταν ως εκδότης, λόγω της συναλλακτικής ανυπαρξίας αυτού. Εξάλλου, κατά την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, οι ένδικες συναλλαγές ήταν ανύπαρκτες, καθόσον, μεταξύ άλλων, η φερομένη ως εκδότρια εταιρεία, δεν ανευρέθηκε να λειτουργεί στη δηλωθείσα έδρα ούτε είχε υποβάλει στη φορολογική αρχή σχετική δήλωση μεταβολής, δεν διέθετε τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των ένδικων εργασιών, η κρίση δε αυτή της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης στοιχεί προς την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της ερμηνείας των εφαρμοστέων εν προκειμένω διατάξεων. Υπό τα δεδομένα αυτά, κρίθηκε ότι δεν υφίστατο αντίθεση της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης προς τη νομολογία του ΣτΕ. Επί μη πραγματοποίησης της συναλλαγής, αρκεί να αποδείξει η φορολογική αρχή είτε ότι ο εκδότης τού τιμολογίου είναι πρόσωπο φορολογικώς ανύπαρκτο, είτε ότι ο εκδότης τού τιμολογίου είναι μεν φορολογικώς υπαρκτό πρόσωπο, αλλά είτε είναι συναλλακτικώς ανύπαρκτος είτε, ενόψει των επιχειρηματικών του δυνατοτήτων, όπως προκύπτουν από την συνολική εκτίμηση τής συναλλακτικής του συμπεριφοράς και της φύσεως και του κύκλου των εργασιών του, δεν φαίνεται δυνατό να ήταν σε θέση να εκπληρώσει την επίμαχη παροχή. Περαιτέρω, δεν τίθεται νομικό ζήτημα, το οποίο κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η οποία μάλιστα δεν περιέχει ούτε ρητή ούτε εμμέσως συναγόμενη ερμηνευτική κρίση των διατάξεων του άρθρου 7 και 8 του ν. 3299/2004 και, μάλιστα, υπό το πρίσμα της σύγκρισης του διενεργούμενου, βάσει του νόμου αυτού (επενδυτικού), ελέγχου σε σχέση με τον φορολογικό έλεγχο. Τέλος, με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 66 του Ν. 4174/2013 τέθηκαν προϋποθέσεις για την αναδρομική εφαρμογή των κυρώσεων του άρθρου 55 § 2 του ίδιου νόμου. Οι προϋποθέσεις αυτές θίγουν ουσιωδώς τα έννομα συμφέροντα του φορολογούμενου, δεδομένου ότι του επιβάλλουν να προβεί σε δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής της καταλογισθείσας σε αυτόν παράβασης. Ωστόσο, από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του νόμου δεν προκύπτει κάποιο στοιχείο που να δικαιολογεί, ενόψει της αρχής της αναλογικότητας, την τοιαύτη απόκλιση από την αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης φορολογικής κύρωσης, ενώ, παράλληλα, η επίμαχη μεταβατική ρύθμιση προσβάλλει αθέμιτα και το κατοχυρωμένο στο πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής σε δικαστήριο. Το ΣτΕ δέχτηκε εν μέρει την αίτηση.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 1627/2024 Τμ.Β - Πλήρες κείμενο »