3 Δεκ 2024
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 595/2019 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 5625/2016 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας είχε απορριφθεί προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της …/.../14.2.2011 πράξης του Διευθυντή του Τελωνείου Αθηνών κατά το μέρος που επιβλήθηκε σε βάρος του, ως συνυπαιτίου τέλεσης λαθρεμπορίας, πολλαπλό τέλος κατ’ επιμερισμό και κηρύχθηκε αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπόχρεος για την καταβολή του συνολικώς επιβληθέντος πολλαπλού τέλους. Όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 1619/2012 Ολομ.) η ρύθμιση του άρθρου 22 του Ν. 3900/2010 (που τροποποίησε το άρθρο 93 § 3 ΚΔιοικΔ), κατά την οποία ο εκκαλών, επί φορολογικών και τελωνειακών διαφορών, οφείλει, επί ποινή απαραδέκτου της εφέσεώς του, να καταβάλει το 50% (ήδη 20% για τις ασκούμενες μετά την 22.1.2017 εφέσεις) του οφειλόμενου κατά την πρωτόδικη απόφαση φόρου, δασμού ή τέλους εν γένει, δεν αντίκειται στα άρθρα 20 § 1 του Συντάγματος και 6 § 1 της ΕΣΔΑ, διότι αφ’ ενός μεν η ρύθμιση αυτή αναφέρεται σε υποθέσεις για τις οποίες έχει ήδη εξενεχθεί δικαστική κρίση, αφ’ ετέρου δε διότι κατά το άρθρο 209Α ΚΔιοικΔ παρέχεται η δυνατότητα αναστολής εκτελέσεως της πρωτόδικης απόφασης αν το ένδικο μέσο της εφέσεως κρίνεται προδήλως βάσιμο. Περαιτέρω, με την απόφαση ΣτΕ 752/2018 επταμ. κρίθηκε ότι εν λόγω διάταξη (ά. 22 Ν. 3900/2010), ερμηνευόμενη, αφ’ ενός, στενώς, ως θεσπίζουσα όρο του παραδεκτού του ενδίκου μέσου της έφεσης στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές και, αφ’ ετέρου, υπό το φως των αναφερόμενων στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 3900/2010, όπου σημειώνεται η ανάγκη αποτροπής της μακροχρόνιας παράτασης της είσπραξης «φορολογικών εσόδων», καθώς και η ανάγκη αποθάρρυνσης της άσκησης εφέσεων με μόνο σκοπό την εκ μέρους των διαδίκων καθυστέρηση της εκπλήρωσης των νόμιμων υποχρεώσεών τους, ιδίως της καταβολής φόρων, έχει την έννοια ότι ο εκκαλών οφείλει να καταβάλει μέχρι την ημερομηνία της αρχικής δικασίμου, επί ποινή απαραδέκτου της έφεσης, ποσοστό 50% (και ήδη 20%) του οφειλομένου, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, κυρίου φόρου, δασμού ή τέλους εν γένει, όχι όμως και του οφειλομένου ποσού της χρηματικής κύρωσης που επιβλήθηκε με καταλογιστική πράξη της φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, όπως είναι τα πολλαπλά τέλη. Εν προκειμένω, το ΣτΕ δέχτηκε την αίτηση, καθόσον δεν αποτελούσε προϋπόθεση του παραδεκτού της έφεσης του αναιρεσείοντος η καταβολή του 20% των καταλογισθέντων σε βάρος του πολλαπλών τελών για την αποδοθείσα λαθρεμπορική παράβαση.