6 Δεκ 2024
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 1733/2019 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 564/2017 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας. Με την τελευταία αυτή απόφαση, κατ’ αποδοχήν προσφυγής της ήδη αναιρεσίβλητης, ακυρώθηκε η …/22.3.2010 απόφαση του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Γιαννιτσών, με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος της πρόστιμο, για αποδοθείσες σε αυτήν παραβάσεις διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ) κατά τη διαχειριστική περίοδο 1.1 έως 31.12.1995. Ο νομοθέτης, αποσκοπώντας στην εξασφάλιση της ορθολογικής και αποτελεσματικής λειτουργίας του ελεγκτικού μηχανισμού της φορολογικής διοίκησης ώστε αυτή να (μπορεί τελικά να) επιτελεί το βασικό έργο της, ήτοι την καταστολή της φοροδιαφυγής (ιδίως, της ιδιαιτέρως σοβαρής, από απόψεως συνθηκών τέλεσης ή/και ποσού), καθώς και της είσπραξης των φορολογικών εσόδων, προέβη κατ’ επανάληψη σε ρυθμίσεις περαίωσης εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων με στόχο την ταχεία εκκαθάριση των φορολογικών υποχρεώσεων των φορολογουμένων και είσπραξη των σχετικών δημοσίων εσόδων και την εξοικονόμηση ανθρώπινου και τεχνικού δυναμικού του ως άνω ελεγκτικού μηχανισμού. Η αποτελεσματικότητα των εν λόγω ρυθμίσεων θα διεκυβεύετο, αυτονοήτως, σε περίπτωση απροϋπόθετης δυνατότητας επανόδου στις περαιωθείσες φορολογικές υποθέσεις, τούτο, δε, διττά, ήτοι (α) από την άποψη της προσέλκυσης του ενδιαφέροντος και της προσέλευσης στη διαδικασία της περαίωσης των υποχρέων, οι οποίοι ευλόγως προσβλέπουν σε σαφείς και προβλέψιμες ρυθμίσεις των όρων και αποτελεσμάτων της διαδικασίας περαίωσης στην οποία προσκαλούνται, καθόσον εκδήλωση των θεμελιωδών αρχών του κράτους δικαίου και της ασφάλειας δικαίου (κατά το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ) αποτελεί η απαίτηση ο καταλογισμός φορολογικής παράβασης, συνακόλουθα δε του αναλογούντος φόρου και τυχόν σχετικών κυρώσεων, ως μέτρο περιοριστικό της επιχειρηματικής ελευθερίας και του δικαιώματος επί της περιουσίας, να στηρίζεται σε σαφή και προβλέψιμη στην εφαρμογή της νόμιμη βάση, και (β) από την άποψη της εκ νέου ανάλωσης ανθρωπίνων και τεχνικών πόρων του ελεγκτικού μηχανισμού στις περαιωθείσες υποθέσεις και της απόσπασης αυτών από τη διενέργεια των (λοιπών) ελέγχων, στη διασφάλιση των οποίων στόχευε αρχικά η ρύθμιση περί περαίωσης. Τα ανωτέρω αποτυπώθηκαν σταδιακά στη νομοθεσία και σχετικές ρυθμίσεις συμπεριλήφθηκαν είτε σε γενικά νομοθετήματα, με την απερίφραστη διακήρυξη, εκ μέρους του νομοθέτη, της ανάγκης διασφάλισης οριστικών αποτελεσμάτων των περαιώσεων και της «αξιοπιστίας» της φορολογικής διοίκησης, είτε και σε ειδικά νομοθετήματα περί περαιώσεων. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι επανέλεγχος σε περαιωθείσες φορολογικές υποθέσεις και έκδοση και κοινοποίηση σχετικής καταλογιστικής πράξης είναι καταρχήν επιτρεπτή στο μέτρο και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις, οι οποίες, ενόψει του σκοπού στον οποίο αποβλέπουν, είναι στενώς ερμηνευτέες καθ’ ο μέρος προβλέπουν τέτοιον επανέλεγχο, καθόσον αυτός αντιστρατεύεται τον επιδιωκόμενο σκοπό. Εν προκειμένω, η αρμόδια ΔΟΥ Γιαννιτσών είχε ήδη από τις 9.9.1999 λάβει αντίγραφο της από 5.8.1999 έκθεσης κατάσχεσης, με την οποία το ΣΔΟΕ Κεντρικής Μακεδονίας είχε κατάσχει το επίσημο βιβλίο αγορών της αναιρεσίβλητης γνωρίζοντας, συνεπώς, ότι το ΣΔΟΕ διενεργεί έλεγχο σε σχέση με την δραστηριότητα της αναιρεσίβλητης - λόγος για τον οποίον, άλλωστε, η ως άνω ΔΟΥ διατύπωσε και επιφύλαξη στην πράξη περαίωσης- διέθετε σε χρόνο αρκετά προγενέστερο της 31.12.2002 (ημερομηνία υπαγωγής της υπόθεσης της αναιρεσίβλητης στις επίδικες ρυθμίσεις περαίωσης), στοιχείο από το οποίο προέκυπτε η πιθανότητα τέλεσης παράβασης του ΚΒΣ εκ μέρους της αναιρεσίβλητης. Ως εκ τούτου, η ΔΟΥ Γιαννιτσών, ως αρμόδια φορολογική αρχή για την αναιρεσίβλητη, όφειλε, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια, να αναζητήσει περισσότερες πληροφορίες από το ΣΔΟΕ ή/και να συνεργαστεί με τα όργανα ελέγχου του ΣΔΟΕ ή/και της ΔΟΥ Ε’ Πειραιώς, αρμόδιας για την αντισυμβαλλόμενη της αναιρεσίβλητης, … συζ. … …, σχετικά με το αποτέλεσμα της επεξεργασίας του ως άνω κατασχεθέντος βιβλίου, από την οποία και ήταν δυνατό να διακριβωθεί, εάν τελέσθηκαν παραβάσεις του ΚΒΣ εκ μέρους της αναιρεσίβλητης, ώστε να μην προβεί στην ολοκλήρωση της επίμαχης διαδικασίας περαίωσης, προτού της αποσταλούν οι εν λόγω πληροφορίες, όχι δε να αναμείνει για την έναρξη του εκ μέρους της ελέγχου, σε χρόνο μεταγενέστερο της εκ μέρους της υπογραφής του Ειδικού Σημειώματος περαίωσης, την ολοκλήρωση του ελέγχου από το ΣΔΟΕ ή από τη ΔΟΥ Ε’ Πειραιώς σε σχέση με τις συναλλαγές μεταξύ της αναιρεσίβλητης και της αντισυμβαλλόμενής της, … …, καθώς και τη διαβίβαση των σχετικών πορισμάτων του ΣΔΟΕ και της ΔΟΥ Ε’ Πειραιώς. Τούτων έπεται ότι, κατ΄ ορθή ερμηνεία των διατάξεων της § 2 του άρθρου 68 του Ν. 2238/1994 και της περ. η’ της § 5 του άρθρου 5 του Ν. 2523/1997, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, η περιελθούσα στη ΔΟΥ Γιαννιτσών από 5.8.1999 έκθεση κατάσχεσης συνιστούσε στοιχείο που απέκλειε την επιβολή προστίμου ΚΒΣ στην αναιρεσίβλητη επί τη βάσει των πορισμάτων του επακολουθήσαντος ελέγχου επί του κατασχεθέντος επίσημου βιβλίου αγορών αυτής, τα οποία περιήλθαν σε γνώση της ως άνω φορολογικής αρχής μετά την υπαγωγή των υποθέσεων της αναιρεσίβλητης για την ένδικη χρήση στις επίδικες ρυθμίσεις περαίωσης. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δικαιολογημένα η αρμόδια φορολογική αρχή δεν είχε γνώση των επίδικων παραβάσεων πριν από την εκ μέρους της υπογραφή του Ειδικού Σημειώματος περαίωσης. Κατόπιν τούτων, το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση.