24 Οκτ 2024
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση και αναστολή της 1722/2023 απόφασης της ΕΑΔΗΣΥ, κατά το μέρος που με αυτήν απορρίφθηκαν λόγοι της προδικαστικής προσφυγής της αιτούσας κατά της από 6.9.2023 Διακήρυξης του Δήμου Αθηναίων για την «παραχώρηση υπηρεσιών αφής κανδηλίων και καθαρισμού/πλυσίματος τάφων στα Α´, Β΄ και Γ´ Κοιμητήρια». Εν προκειμένω κρίθηκε ότι τυχόν ομοιόμορφη μεταχείριση όλων των συμμετεχόντων στον διαγωνισμό ως προς την υποχρέωση προσκόμισης μετοχολογίου, παρά τις ουσιώδεις διαφορές που εμφανίζουν ως προς το ζήτημα αυτό οι εισηγμένες εταιρίες και οι επιχειρήσεις που ελέγχονται από επενδυτικές επιχειρήσεις κλπ., θα συνεπαγόταν για αυτές υπέρμετρο διοικητικό φόρτο και, συνεπώς, θα έθετε υπέρμετρο εμπόδιο στην συμμετοχή τους σε δημόσιο διαγωνισμό, κατά παράβαση των σκοπών των διαδικασιών ανάθεσης, στους οποίους περιλαμβάνεται (και) η διασφάλιση της συμμετοχής του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού προσφερόντων και, συνεπώς, η διαφορετική μεταχείρισή τους ως προς το ζήτημα αυτό παρίσταται δικαιολογημένη. Περαιτέρω, επί εφαρμογής του απλουστευμένου καθεστώτος ανάθεσης της Οδηγίας 2014/23, όπως εν προκειμένω, δεν είναι εφαρμοστέοι υποχρεωτικά όλοι οι κανόνες της Οδηγίας αυτής και του νόμου 4413/2016, αλλά μόνο εκείνοι που ορίζονται ρητώς. Συνεπώς, η αναθέτουσα αρχή, σε κάθε περίπτωση, ενήργησε εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας προβλέποντας την δυνατότητα συμπλήρωσης των δικαιολογητικών κατακύρωσης κατά το άρθρο 103 § 2 του Ν. 4412/2016, το οποίο δεν παραβιάζει τις αρχές που εφαρμόζονται στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, στις οποίες συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, οι αρχές της ίσης μεταχείρισης, της διαφάνειας και της αναλογικότητας και, επομένως, δεν αντίκειται στην Οδηγία 2014/24 ούτε στο Σύνταγμα ή σε άλλες διατάξεις υπερνομοθετικής ισχύος. Ο όρος της Διακήρυξης που απαιτούσε την προσκόμιση ως δικαιολογητικού συμμετοχής «βεβαίωσης της Οικονομικής Υπηρεσίας του Δήμου [Αθηναίων] ότι δεν οφείλει» δεν προσδιορίζει συγκεκριμένο είδος οφειλών προς τον Δήμο, τις οποίες δεν επιτρέπεται να έχει ο συμμετέχων στον διαγωνισμό, ώστε να είναι δυνατό να κριθεί εάν ο όρος αυτός αφενός μεν είναι πρόσφορος για την εξυπηρέτηση των ιδιαίτερων σκοπών της σύμβασης, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, και αφετέρου εάν αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο λόγο αποκλεισμού, από εκείνους που προβλέπονται στη Διακήρυξη. Επιπλέον, συγκεκριμένοι όροι της Διακήρυξης, στο μέτρο που αποτελούν έναν γενικό αποκλεισμό της αποζημιωτικής ευθύνης της αναθέτουσας αρχής κατά το προσυμβατικό στάδιο του διαγωνισμού κατ’ απόκλιση από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 373 του άρθρου 4412/2016 δεν είναι νόμιμοι. Εν προκειμένω, το αντικείμενο της επίμαχης σύμβασης συνίσταται τόσο σε παραχώρηση υπηρεσιών αφής κανδηλίων, όσο και σε παραχώρηση υπηρεσιών καθαρισμού τάφων, που αμφότερες αφορούν εν γένει στην περιποίηση των τάφων και, ως εκ τούτου, υπάγονται ενιαία στην έννοια των θρησκευτικών υπηρεσιών. Επομένως, νομίμως η αναθέτουσα αρχή απαίτησε από τους συμμετέχοντες που δραστηριοποιούνται στην παροχή υπηρεσιών καθαρισμού να πληρούν τους όρους του άρθρου 68 του ν. 3863/2010. Επίσης, δεδομένου του αντικειμένου της σύμβασης, αλλά και του ότι αντικείμενο της παραχώρησης είναι και οι χώροι των κοιμητηρίων, ο σχετικός όρος της Διακήρυξης, ο οποίος ως προς την τεχνική επάρκεια του υποψηφίου αρκούνταν και σε εμπειρία από παροχή υπηρεσιών καθαρισμού ή διαχείρισης εγκαταστάσεων δεν υπερέβαινε τα όρια της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει εν προκειμένω η αναθέτουσα αρχή. Περαιτέρω, σχετικός όρος της Διακήρυξης, στο μέτρο που προέβλεπε την ευθύνη του τρίτου δανείζοντος επαγγελματική και τεχνική ικανότητα έναντι της αναθέτουσας αρχής ήταν μη νόμιμος διότι περιόριζε δυσανάλογα τις δυνατότητες των οικονομικών φορέων να μετάσχουν στον διαγωνισμό και, συνεπώς, την ανάπτυξη ανταγωνισμού, ήτοι χωρίς η αντίστοιχη ανάγκη να τεκμηριώνεται από την αναθέτουσα αρχή με βάση την ιδιαιτερότητα της επίμαχης παραχώρησης. Επιπλέον, ο όρος της Διακήρυξης, στο μέτρο που επέτρεπε στους συμμετέχοντες να στηρίζονται σε τρίτους ως προς τα απαιτούμενα από την Διακήρυξη πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης ήταν μη νόμιμος, δεδομένου ότι λόγω του προσωποπαγούς χαρακτήρα των πιστοποιήσεων αυτών δεν είναι νοητή η στήριξη συμμετέχοντος σε δημόσιο διαγωνισμό σε πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης τρίτων, όπως συνάγεται και από το γεγονός ότι η στήριξη στις ικανότητες τρίτων ως προς τα πρότυπα αυτά δεν προβλέπεται σε καμία από τις Οδηγίες που διέπουν τους δημόσιους διαγωνισμούς, ούτε στην αντίστοιχη εθνική νομοθεσία. Τέλος, σχετικοί όροι της Διακήρυξης ήταν ασαφείς και αντιφατικοί ως προς την απαιτούμενη συναφή εμπειρία καθώς ο συνδυασμός του περιεχομένου τους δημιουργούσε αντικειμενικά σύγχυση ως προς το εάν η αναθέτουσα αρχή απαιτούσε την επίκληση μόνο εκτελεσθεισών και ολοκληρωμένων συμβάσεων, ή εάν, αντιθέτως, επέτρεπε την επίκληση και απλώς συναφθεισών και μη ολοκληρωμένων συμβάσεων. Εξάλλου, η αναθέτουσα αρχή, βάσει της αρχής της διαφάνειας όφειλε να καθορίσει και την προσκομιστέα από τους συμμετέχοντες βεβαίωση προσδιορίζοντας σαφώς το μέρος της σύμβασης, στο οποίο έπρεπε να αφορά η βεβαίωση καλής εκτέλεσης είτε με αναφορά σε συγκεκριμένο ύψος εκτελεσθεισών εργασιών είτε με αναφορά σε χρονικό διάστημα εκτέλεσης. Κατόπιν τούτων, το ΣτΕ δέχτηκε εν μέρει την αίτηση.