6 Νοε 2024
Η αναιρεσείουσα ζητεί την αναίρεση της υπ’ αριθ. 1334/2021 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας απερρίφθη προσφυγή αυτής κατά της σιωπηρής απόρριψης της Διοίκησης να άρει ρυμοτομικό βάρος επί ακινήτου της στο οικοδομικό τετράγωνο (Ο.Τ.) … του Δήμου Αγίας Παρασκευής, το οποίο έχει χαρακτηρισθεί ως κοινωφελής χώρος σχολείου με ρητή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Με την τελευταία εγκρίθηκε η τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Αγ. Παρασκευής, με τον καθορισμό τμήματος του Ο.Τ. … ως χώρου σχολείου, εμβαδού 4.879,41 τ.μ., σε κτίσμα στο οποίο στεγαζόταν ιδιωτικό διδακτήριο. Περαιτέρω, η αναιρεσείουσα είχε προβάλει με την προσφυγή της τον ισχυρισμό της παρέλευσης χρονικού διαστήματος, πέραν του ευλόγου, από τη δέσμευση του ένδικου ακινήτου, ενώ το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό ότι, αφετηρία για τον υπολογισμό του χρόνου δέσμευσης της ιδιοκτησίας, αποτελεί η έκδοση του πρακτικού καταλληλότητας, διότι μόνη αυτή δεν επάγεται τη δέσμευσή του, αλλά απαιτείται ο χαρακτηρισμός του χώρου ως κοινωφελούς με την τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας πολεοδομικού σχεδιασμού. Ειδικότερα, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι οι ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις (ρυμοτομικά βάρη) που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας για την έγκριση και τροποποίηση ρυμοτομικών σχεδίων, αποτελούν νομικό και οικονομικό βάρος της ιδιοκτησίας, ότι η Διοίκηση έχει την υποχρέωση άρσης της πολεοδομικής δέσμευσης ακινήτου, όταν αυτή διατηρείται για διάστημα που κρίνεται από το Δικαστήριο πέραν του ευλόγου και ότι μεταξύ των ιδιαίτερων αυτών συνθηκών που συνεκτιμώνται, περιλαμβάνονται και οι ενέργειες που καταδεικνύουν σταθερή πρόθεση εκ μέρους της Διοίκησης να προβεί σε συντέλεση της οικείας απαλλοτρίωσης. Άλλωστε, όπως έχει παγίως κριθεί, στις περιπτώσεις αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, όπως και στις περιπτώσεις επιβολής ρυμοτομικού βάρους, το οποίο συνεπάγεται ο χαρακτηρισμός ακινήτου ως χώρου κοινωφελών χρήσεων, ο εύλογος χρόνος διατήρησης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, ή του ρυμοτομικού βάρους εξαρτάται από τις ιδιαίτερες συνθήκες που συντρέχουν σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση. Στοιχείο της αόριστης νομικής έννοιας του ευλόγου χρόνου, μετά την παρέλευση του οποίου η Διοίκηση υποχρεούται να άρει το ρυμοτομικό βάρος ή την απαλλοτρίωση, αποτελούν, εκτός από τις ενέργειες της Διοίκησης, και οι ενέργειες του ιδιοκτήτη του ακινήτου, ανεξαρτήτως αν οδηγούν στην άρση του ρυμοτομικού βάρους ή στην κήρυξη και συντέλεση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης. Τέλος, η αναιρεσείουσα επικαλείται την υπ’ αριθμ. 240/2017 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, δυνάμει της οποίας εξειδικεύθηκε η αόριστη νομική έννοια του ευλόγου χρόνου, ερειδόμενη σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά από αυτά της επίδικης διαφοράς, χωρίς να θεμελιώνεται ζήτημα νομολογιακού προηγουμένου που να καθιστά παραδεκτό τον προβαλλόμενο λόγο αναίρεσης. Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση.