29 Νοε 2024
Το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας μέσω διαμεσολάβησης, συνιστά πράξη που περιέχει συμφωνία ή/και δικαιοπραξίες. Η συμβατότητα της εν λόγω συμφωνίας με το νόμο, τη δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη πρέπει να ελέγχεται από το διαμεσολαβητή με τη συνδρομή των νομικών παραστατών των μερών, πριν την υπογραφή του πρακτικού.
Ο διαμεσολαβητής λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέσο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα μέρη κατανοούν τους όρους της συμφωνίας, στην οποία καταλήγουν. Τα μέρη που υπογράφουν το πρακτικό διαμεσολάβησης δεν πρέπει απλώς να γνωρίζουν και να συμφωνούν με το περιεχόμενό του, αλλά και να το κατανοούν πλήρως (και) ως προς τις έννομες συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.
Η υπογραφή των νομικών παραστατών των μερών στο πρακτικό διαμεσολάβησης δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτή των μερών. Το πρακτικό συνιστά ιδιωτικό έγγραφο, που ενσωματώνει τη βούληση των μερών και παράγει δεσμευτικότητα, υπό την προϋπόθεση ότι φέρει ιδιόχειρες υπογραφές και είναι γνήσιο χωρίς να απαιτείται επικύρωση του γνησίου των υπογραφών.
Περίπτωση ακυρότητας πρακτικού διαμεσολάβησης μπορεί να συντρέχει, μεταξύ άλλων, και όταν η εμπεριεχόμενη σε αυτό δικαιοπραξία δεν είναι σύμφωνη με την ισχύουσα νομοθεσία, σε ό,τι αφορά στο περιεχόμενό του, όπως λόγω ανηθικότητας, αισχροκέρδειας και αντίθεσης στα χρηστά ήθη.
Πρακτικό συμβιβασμού, το οποίο έχει λάβει χώρα κατά παράβαση διάταξης δημόσιας τάξης μπορεί να προσβληθεί όχι μέσω άσκησης ενδίκου μέσου, καθώς δεν πρόκειται για δικαστική απόφαση, αλλά από τρίτο που έχει έννομο συμφέρον, μέσω άσκησης ανακοπής του άρθρου 583 ΚΠολΔ. Η ακυρότητα και ακυρωσία του πρακτικού απαγγέλλονται μετά την προβολή σχετικής ένστασης ή με την άσκηση αγωγής.