24 Απρ 2025
Κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 326 ΚΠΔ, ο παριστάμενος προς υποστήριξη της κατηγορίας υποχρεούται να επιδώσει στον κατηγορούμενο κατάλογο των μαρτύρων που κλητεύει πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν την δημόσια συνεδρίαση. Η έννοια της δημόσιας συνεδρίασης είναι αυτή που έχει ορισθεί από την Εισαγγελία για την εκδίκαση της υπόθεσης ως αρχική ημέρα δικασίμου και όχι εκείνη που προκύπτει μετά από διακοπή αυτής σε μεταγενέστερη δικάσιμο. Τυχόν δε εξέταση μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο κατά παράβαση της εν λόγω διάταξης, παρά τις αντιρρήσεις του κατηγορουμένου, προκαλεί ακυρότητα της διαδικασίας. Εν προκειμένω, κρίθηκε εκπρόθεσμη η γνωστοποίηση των μαρτύρων του υποστηρίζοντος την κατηγορία που πραγματοποιήθηκε μετά την αρχική δικάσιμο, έστω και αν η εκδίκαση της υπόθεσης είχε διακοπεί για ημερομηνία πλέον των πέντε ημερών μετά την γνωστοποίηση. Πολλώ δε μάλλον, τη στιγμή που η δικογραφία βρισκόταν πλέον εις χείρας της Γραμματέως της Έδρας, γεγονός που δυσχέρανε την πρόσβαση σε αυτή, βλάπτοντας τα υπερασπιστικά δικαιώματα των κατηγορουμένων.
Περαιτέρω, για τη στοιχειοθέτηση της υπόστασης της πράξης της απάτης, θα πρέπει η περιουσιακή βλάβη να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη, δηλαδή να είναι το άμεσο και αναγκαίο αποτέλεσμα της απατηλής συμπεριφοράς.
Οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν για να δικαστούν για την πράξη της διακεκριμένης περίπτωσης απάτης, που φέρεται ότι τελέσθηκε σε βάρος τραπεζικού ιδρύματος. Ειδικότερα κατηγορήθηκαν ότι, υπό την ιδιότητά τους ως πολιτικοί μηχανικοί συνεργαζόμενοι με την τράπεζα, υπερεκτιμούσαν την αγοραία αξία ακινήτων που προσφέρονταν προς εξασφάλιση δανειακών συμβάσεων, με αποτέλεσμα η τράπεζα να χορηγεί δάνεια που υπερέβαιναν καθ’ ύψος την πραγματική διασφαλιστική αξία των ακινήτων. Ωστόσο, δεν κατέστη σαφές από την επισκόπηση του κατηγορητηρίου με ποιο τρόπο συνδεόταν η φερόμενη απατηλή συμπεριφορά, με την πλάνη και συνακόλουθα με την περιουσιακή βλάβη.
Σε κάθε περίπτωση, το δικαστήριο έκρινε ότι οι εκτιμήσεις των μηχανικών δεν εμπίπτουν στην έννοια του γεγονότος, αλλά αποτελούν αξιολογική κρίση, διατύπωση γνώμης και έκφραση γενικής κρίσης, καθόσον δεν συνοδεύονταν από συγκεκριμένες ψευδείς παραστάσεις. Συνακόλουθα, δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της απάτης.