27 Σεπ 2024
Αίτηση ακύρωσης αλλοδαπού, υπηκόου Αλβανίας, κατά απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτησή του περί ανανέωσης της άδειας διαμονής δεκαετούς διάρκειας που κατείχε σε άδεια διαμονής για εξαρτημένη εργασία, περαιτέρω δε, επιβλήθηκε σε βάρος του ίδιου και το μέτρο της επιστροφής, με οικειοθελή αναχώρηση από τη χώρα αμέσως μετά την επίδοση σε αυτόν της απόφασης∙ εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση, ερειδόμενη αποκλειστικά στον χαρακτηρισμό του αιτούντος ως προσώπου επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας, παρίσταται ανεπαρκώς αιτιολογημένη, καθώς η δια της προσβαλλόμενης απόφασης απόρριψη του ένδικου αιτήματος του αιτούντος για ανανέωση της άδειας διαμονής του - και η συνακόλουθη επιβολή του μέτρου της διοικητικής επιστροφής - εχώρησε με την αιτιολογία ότι αυτός καταδικάστηκε: α) με τελεσίδικη απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, σε φυλάκιση τριών (3) ετών, με τριετή αναστολή, για διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, και β) με αποφάσεις του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, σε ποινές φυλάκισης 40 ημερών και 30 ημερών, αντιστοίχως, μετατραπείσες σε χρηματικές ποινές, για παράβαση του Κ.Ο.Κ. (οδήγηση οχήματος χωρίς την κατοχή κατάλληλης άδειας οδήγησης), και ότι, υφισταμένων των προαναφερόμενων καταδικαστικών αποφάσεων, συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας στο πρόσωπό του∙ ωστόσο, η Διοίκηση δεν συνεκτίμησε, κατ’ αρχάς, ότι οι δύο εκ των ανωτέρω ποινικών αποφάσεων αφορούν ήσσονος σημασίας παραβάσεις του ΚΟΚ, τελεσθείσες σε παρωχημένο χρόνο (το έτος 2007), για τις οποίες οι επιβληθείσες ποινές ήταν ποινές φυλάκισης λίγων ημερών, μετατραπείσες εν συνεχεία σε χρηματικές, η καταδίκη δε του αιτούντος για τις εν λόγω παραβάσεις του Κ.Ο.Κ. δεν δύναται να θεωρηθεί ότι υποδηλοί ροπή αυτού προς τη διάπραξη αδικημάτων και επαναλαμβανόμενη αξιόποινη συμπεριφορά, αφού οι ως άνω παραβάσεις είναι ήσσονος βαρύτητας∙ αναφορικά με την καταδίκη του αιτούντος, δια της απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, η Διοίκηση όφειλε να αιτιολογήσει ειδικά και συγκεκριμένα τη σχετική κρίση της για τον αιτούντα, συνεκτιμώντας όχι μόνο την ύπαρξη της ανωτέρω τελεσίδικης καταδίκης και το είδος του εν λόγω αδικήματος, ακόμα και όταν το αδίκημα – όπως εν προκειμένω – έχει ιδιαίτερη ποινική απαξία, αλλά, επιπλέον, τις συνθήκες τέλεσης αυτού, τον πλημμεληματικό του χαρακτήρα, το ύψος της επιβληθείσας ποινής, καθώς και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο αναγόμενο στην όλη προσωπικότητα και συμπεριφορά του αιτούντος∙ ωστόσο, αρκέστηκε μόνο στην αναφορά του είδους του ανωτέρω αδικήματος και του ύψους της επιβληθείσας στον αιτούντα ποινής, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στις συνθήκες τέλεσης του αδικήματος, πολλώ δε μάλλον, χωρίς να επισημαίνεται ποιες ειδικότερες συνθήκες, και δη από τις εκτιθέμενες στο σκεπτικό ποινικής απόφασης, είχαν βαρύνουσα σημασία για την εκφορά της σχετικής κρίσης της Διοίκησης, κατόπιν συνεκτίμησης και του μεμονωμένου χαρακτήρα του εν λόγω αδικήματος, της συμπεριφοράς που επέδειξε ο αιτών κατά το χρονικό διάστημα που διέδραμε μετά την τέλεσή του∙ επιπροσθέτως, ουδόλως προκύπτει ότι συνεκτιμήθηκαν και σταθμίστηκαν, κατ' εφαρμογή των επιταγών της αρχής της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης, τα στοιχεία της προσωπικής, οικογενειακής και επαγγελματικής κατάστασης του αιτούντος και η ύπαρξη των βιοτικών δεσμών που έχει δημιουργήσει στη χώρα, με τη λήψη υπόψη, ιδίως, της μακράς διάρκειας της νόμιμης διαμονής του σε αυτήν (από το έτος 2002), της απασχόλησής του με παράλληλη εκπλήρωση των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεών του, των δεσμών που ανέπτυξε στην επικράτεια ο ίδιος αλλά και η οικογένειά του, η οποία διαβιοί νομίμως μαζί του στην Ελλάδα από το έτος 2016, συναποτελούμενη από τη σύζυγό του και από τα δύο ανήλικα τέκνα τους που έχουν φοιτήσει και συνεχίζουν να φοιτούν σε ελληνικά σχολεία, καθώς και του βέλτιστου συμφέροντος των ως άνω ανήλικων τέκνων του∙ αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για νέα νόμιμη, επαρκώς και προσηκόντως αιτιολογημένη κρίση.