1 Αυγ 2024
Στο πλαίσιο διοικητικής διαφοράς από την επιβολή στον προσφεύγοντα διοικητικού προστίμου λόγω εκδόσεως ή λήψεως εικονικών τιμολογίων (που έχει «ποινικό» χαρακτήρα), η αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση, για την ίδια παράβαση, παράγει δέσμευση όσον αφορά την νομιμότητα του καταλογισμού σε βάρος του προστίμου, υπό την έννοια ότι οδηγεί στην ακύρωση από το διοικητικό δικαστήριο της πράξεως καταλογισμού στον προσφεύγοντα του διοικητικού προστίμου∙ ωστόσο, η ως άνω δέσμευση, που καταλήγει στο προαναφερόμενο αποτέλεσμα (ακύρωση της πράξεως επιβολής του προστίμου), παράγεται υπό την προϋπόθεση ότι η αμετακλήτως επιβληθείσα από το ποινικό δικαστήριο κύρωση, αυτοτελώς ορώμενη, είναι αποτελεσματική, αποτρεπτική και ανάλογη της σοβαρότητας της παραβάσεως (από απόψεως ποσού ή/και συνθηκών τέλεσής της)∙ ο διοικητικός δικαστής εξετάζει εάν η επιβληθείσα ποινή κινείται στα κατώτατα όρια της προβλεπόμενης στον νόμο, παρά την σοβαρότητα της καταλογισθείσας παραβάσεως (από απόψεως ποσού ή/και συνθηκών διάπραξής της), εάν επιβλήθηκε με αναστολή κ.λπ∙ περαιτέρω, εάν θεωρήσει ότι η αμετακλήτως καταγνωσθείσα από το ποινικό δικαστήριο κύρωση είναι εμφανώς υπερβολικά ελαφριά σε σχέση με την αποδοθείσα παράβαση, ο διοικητικός δικαστής δεν δεσμεύεται από την αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση και, συνεπώς, δεν τερματίζει την ενώπιόν του διαδικασία, ακυρώνοντας την διοικητική πράξη περί επιβολής προστίμου, αλλά εκφέρει ίδια και αυτοτελή κρίση επί της υποθέσεως, υποχρεούμενος, πάντως, να συνεκτιμήσει ειδικώς την καταδικαστική ποινική απόφαση. Έφεση Ελληνικού Δημοσίου κατά απόφασης με την οποία ακυρώθηκε πρόστιμο λόγω λήψεως εικονικού τιμολογίου παροχής υπηρεσιών (ΤΠΥ)∙ δεδομένου α) ότι ο εφεσίβλητος κρίθηκε αμετάκλητα ένοχος για την ανωτέρω παράβαση, β) ότι η ένδικη καταλογιστική πράξη αφορά τα ίδια ακριβώς περιστατικά σε βάρος του αυτού προσώπου, ήτοι πρόκειται για διοικητική κύρωση που έχει ποινικό χαρακτήρα κατά την ΕΣΔΑ, γ) ότι ο μη αποδοθείς στο Ελληνικό Δημόσιο Φ.Π.Α. από την παράνομη συμπεριφορά του εφεσιβλήτου ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 10.800 ευρώ, δ) για το αδίκημα αυτό επιβλήθηκε σε βάρος του εφεσιβλήτου ποινή φυλακίσεως 15 μηνών με αναστολή, η οποία δεν αντιστοιχεί στην κατώτατη ποινή φυλάκισης ενός έτους που προβλέπεται για το εν λόγω αδίκημα και ε) τις συνθήκες τέλεσης του αδικήματος, του ύψους της εικονικής συναλλαγής (60.000 ευρώ), καθώς και του Φ.Π.Α. που δεν αποδόθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο (10.800 ευρώ) (ΑΠ 594/2021) και του γεγονότος ότι μεταγενεστέρως δεν ορίσθηκε στον νόμο βαρύτερη ποινή για παραβάσεις φοροδιαφυγής ανάλογης σοβαρότητας, αντιθέτως, προβλέφθηκε επιεικέστερη ποινή με τις διατάξεις του άρθρου 66 παρ. 5 του ΚΦΔ, οι οποίες εξάλλου και εφαρμόστηκαν από το ποινικό δικαστήριο, κρίνει ότι η ως άνω επιβληθείσα στερητική της ελευθερίας ποινή των 15 μηνών με αναστολή, παρίσταται ικανή να καταστείλει κατά τρόπο αποτρεπτικό, αποτελεσματικό και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας την ένδικη διοικητική παράβαση∙ συνεπώς, το Δικαστήριο, δεσμευόμενο από την προαναφερθείσα αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση για την ίδια ένδικη παράβαση όσον αφορά την νομιμότητα του καταλογισμού σε βάρος του εφεσιβλήτου, κρίνει ότι νομίμως με την εκκαλουμένη ακυρώθηκε η ένδικη πράξη.