Πρόσφατη νομολογία


16 Οκτ 2024

ΔΕΕ C-608/22 & C-609/22: Οι διακρίσεις κατά των γυναικών από το καθεστώς των Ταλιμπάν αποτελούν πράξεις δίωξης, διότι συνιστούν σοβαρή προσβολή θεμελιώδους δικαιώματος

Οι AH και FN είναι Αφγανές υπήκοοι που είχαν υποβάλει αίτηση στην Αυστριακή Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για θέματα Αλλοδαπών και Ασύλου, προκειμένου να τους αναγνωριστεί το καθεστώς πρόσφυγα. Ωστόσο, η Υπηρεσία αρνήθηκε να αναγνωρίσει το καθεστώς αυτό και χορήγησε στις AH και FN το καθεστώς επικουρικής προστασίας, για τον λόγο, κατ’ ουσίαν, ότι, ελλείψει κοινωνικής στήριξης στο Αφγανιστάν, θα αντιμετώπιζαν δυσκολίες οικονομικής και κοινωνικής φύσεως, εάν επέστρεφαν στη χώρα αυτή. Οι προσφυγές που άσκησαν οι AH και FN ενώπιον του Bundesverwaltungsgericht (Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου, Αυστρία) απορρίφθηκαν ως αβάσιμες, με την αιτιολογία, μεταξύ άλλων, ότι, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών διαβίωσης της AH και της FN στην Αυστρία, αυτές δεν είχαν υιοθετήσει έναν «δυτικό» τρόπο ζωής που να έχει καταστεί τόσο ουσιώδες συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς τους ώστε να τους είναι αδύνατο να τον αποκηρύξουν προκειμένου να αποφύγουν απειλές δίωξης στη χώρα καταγωγής τους. Κατόπιν τούτων, οι AH και FN άσκησαν, έκαστη, αναίρεση ενώπιον του Verwaltungsgerichtshof (Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, Αυστρία), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο, προβάλλοντας εκ νέου ότι η κατάσταση των γυναικών υπό το νέο καθεστώς των Ταλιμπάν δικαιολογούσε, αφ’ εαυτής, να τους αναγνωριστεί το καθεστώς πρόσφυγα. Το ΔΕΕ έκρινε ότι κατά το άρθρο 9 § 1 στοιχ. βʹ της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, ορθώς ερμηνευόμενο, εμπίπτει στην έννοια της «πράξης δίωξης» η σώρευση μέτρων τα οποία εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των γυναικών και λαμβάνονται ή γίνονται ανεκτά από έναν «υπεύθυνο δίωξης», κατά την έννοια του άρθρου 6 της οδηγίας, και τα οποία συνίστανται ιδίως στη στέρηση κάθε νομικής προστασίας των γυναικών από την έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία και τον καταναγκαστικό γάμο, στην υποχρέωσή τους να καλύπτουν πλήρως το σώμα και το πρόσωπό τους, στον περιορισμό της πρόσβασής τους στην υγειονομική περίθαλψη καθώς και της ελευθερίας μετακίνησής τους, στην απαγόρευση να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα ή στον περιορισμό της άσκησης τέτοιας δραστηριότητας, στην απαγόρευση πρόσβασης στην εκπαίδευση και την άσκηση αθλητικής δραστηριότητας και στον αποκλεισμό τους από την πολιτική ζωή, δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά, λόγω της σωρευτικής επίδρασής τους, υπονομεύουν τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, όπως αυτός κατοχυρώνεται στο άρθρο 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, κρίθηκε ότι το άρθρο 4 § 3 της οδηγίας 2011/95 δεν υποχρεώνει την αρμόδια εθνική αρχή, προκειμένου να κρίνει αν, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα καταγωγής μιας γυναίκας κατά τον χρόνο εξέτασης της αίτησής της για διεθνή προστασία, τα μέτρα τα οποία εισάγουν διακρίσεις και στα οποία εκτέθηκε ή κινδυνεύει να εκτεθεί η γυναίκα στη χώρα αυτή συνιστούν πράξεις δίωξης, κατά την έννοια του άρθρου 9 § 1 της οδηγίας, να συνεκτιμήσει, στο πλαίσιο της εξατομικευμένης αξιολόγησης της εν λόγω αίτησης, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχ. ηʹ της οδηγίας, συγκεκριμένα στοιχεία της προσωπικής της κατάστασης πέραν εκείνων που αφορούν το φύλο ή την ιθαγένειά της.


Σύνδεσμος

ΔΕΕ της 04.10.2024, C-608/22 & C-609/22, αίτηση προδικαστικής παραπομπής, AH & FN κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl - Πλήρες κείμενο »