Πρόσφατη νομολογία


17 Φεβ 2025

ΔΕΕ C-472/23: Απώλεια δικαιώματος τράπεζας να εισπράξει τόκους επί μη τήρησης της υποχρέωσης ενημέρωσης του πελάτη στο πλαίσιο σύμβασης καταναλωτικής πίστης

Η Lexitor, πολωνική εταιρία είσπραξης απαιτήσεων, είναι εκδοχέας των απαιτήσεων ενός καταναλωτή που είχε συνάψει με την τράπεζα σύμβαση πίστωσης. Η εταιρία αυτή υποστηρίζει ότι η τράπεζα παρέβη την υποχρέωσή της να ενημερώσει τον καταναλωτή κατά τη σύναψη της σύμβασης. Άσκησε αγωγή ενώπιον πολωνικού δικαστηρίου διεκδικώντας από την τράπεζα την καταβολή χρηματικού ποσού το οποίο αντιστοιχεί στους τόκους και τις επιβαρύνσεις που είχε καταβάλει ο καταναλωτής. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Lexitor, το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο (ΣΕΠΕ) είχε υπερεκτιμηθεί, θεωρώντας ότι, μία από τις ρήτρες της σύμβασης η οποία λήφθηκε υπόψη για τον υπολογισμό του ΣΕΠΕ πρέπει να κηρυχθεί καταχρηστική και, ως εκ τούτου, δεν δεσμεύει τον καταναλωτή. Επίσης, η εταιρία αυτή προβάλλει ότι στη σύμβαση δεν προσδιορίζονται με σαφήνεια οι λόγοι και ο τρόπος αύξησης των επιβαρύνσεων που σχετίζονται με την εκτέλεσή της. Κατά τη Lexitor, οι παραβάσεις αυτές επισύρουν την κύρωση που προβλέπει ο πολωνικός νόμος και, επομένως, η πίστωση δεν υπόκειται στους τόκους και τις επιβαρύνσεις που είχαν οριστεί με τη σύμβαση. Κατόπιν τούτων, το αρμόδιο επαρχιακό δικαστήριο Βαρσοβίας αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο ΔΕΕ τα κρινόμενα προδικαστικά ερωτήματα. Το ΔΕΕ έκρινε τα εξής: Το άρθρο 10 § 2 στοιχ. ζʹ Οδηγ. 2008/48/ΕΚ, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου, έχει την έννοια ότι δεν συνιστά αφ’ εαυτής παράβαση της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή υποχρέωσης ενημέρωσης η αναγραφή σε σύμβαση πίστωσης συνολικού ετήσιου πραγματικού επιτοκίου το οποίο προκύπτει ότι είχε υπερεκτιμηθεί λόγω του ότι ορισμένες ρήτρες της σύμβασης πίστωσης αναγνωρίστηκαν εκ των υστέρων ως καταχρηστικές, κατά την έννοια του άρθρου 6 § 1 Οδηγ. 93/13/ΕΟΚ 3, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, και, ως εκ τούτου, ως μη δεσμεύουσες τον καταναλωτή. Επίσης, το άρθρο 10 § 2 στοιχ. ιαʹ Οδηγ. 2008/48 έχει την έννοια ότι, το γεγονός ότι στη σύμβαση πίστωσης απαριθμούνται ορισμένες περιστάσεις που δικαιολογούν αύξηση των σχετικών με την εκτέλεση της σύμβασης επιβαρύνσεων, χωρίς εντούτοις ο καταναλωτής να είναι σε θέση να εξακριβώσει τη συνδρομή των περιστάσεων αυτών και τις συνέπειές τους επί των εν λόγω επιβαρύνσεων, συνιστά παράβαση της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή υποχρέωσης ενημέρωσης, εφόσον η μνεία αυτή είναι ικανή να θέσει εν αμφιβόλω τη δυνατότητα του καταναλωτή να εκτιμήσει το περιεχόμενο της δέσμευσής του. Τέλος, το άρθρο 23 Οδηγ. 2008/48 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση που προβλέπει, σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης ενημέρωσης η οποία επιβάλλεται στον πιστωτικό φορέα σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, μία ενιαία κύρωση η οποία συνίσταται στην έκπτωση του πιστωτικού φορέα από το δικαίωμά του στην είσπραξη τόκων και επιβαρύνσεων, ανεξαρτήτως της σοβαρότητας κάθε μεμονωμένης παράβασης, εφόσον η παράβαση είναι ικανή να θέσει εν αμφιβόλω τη δυνατότητα του καταναλωτή να εκτιμήσει το περιεχόμενο της δέσμευσής του.


Σύνδεσμος

ΔΕΕ της 13.02.2025, C-472/23, αίτηση προδικαστικής παραπομπής, Lexitor sp. z o.o. κατά A. B. S.A. - Πλήρες κείμενο »