24 Σεπ 2024
Η Booking.com BV, εταιρία ολλανδικού δικαίου με έδρα το Άμστερνταμ (Κάτω Χώρες), ιδρύθηκε το 1996 και παρέχει παγκοσμίως υπηρεσίες διαμεσολάβησης για κρατήσεις καταλυμάτων μέσω της εκμετάλλευσης της διαδικτυακής της πλατφόρμας booking.com. Υποστηρίζεται στις δραστηριότητές της από θυγατρικές εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη, όπως, μεταξύ άλλων, από την Booking.com (Deutschland) που είναι εγκατεστημένη στη Γερμανία. Η Booking.com δεν είναι ούτε προμηθευτής ούτε αποδέκτης υπηρεσιών παροχής καταλύματος. Επίσης, δεν καθορίζει ποια δωμάτια προσφέρονται μέσω της πλατφόρμας της και σε ποιες τιμές, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά καθορίζονται από τα καταλύματα. Επομένως, η Booking.com απλώς φέρνει σε επαφή, στην πλατφόρμα της, τα καταλύματα με τους ταξιδιώτες.. Οι υπηρεσίες που παρέχει η πλατφόρμα την οποία εκμεταλλεύεται η Booking.com είναι δωρεάν για τους ταξιδιώτες. Οι ξενοδοχειακές μονάδες καταβάλλουν προμήθεια στην Booking.com σε περίπτωση που ένας πελάτης πραγματοποιήσει κράτηση μέσω της πλατφόρμας αυτής και δεν την ακυρώσει. Ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη πλατφόρμα, οι εν λόγω μονάδες μπορούν να χρησιμοποιούν εναλλακτικούς διαύλους πωλήσεων. Κατά την είσοδό της στη γερμανική αγορά το 2006, η Booking.com, όπως και άλλες πλατφόρμες ξενοδοχειακών κρατήσεων, αποκαλούμενες επίσης «Online Travel Agencies» (διαδικτυακά ταξιδιωτικά πρακτορεία), περιλάμβανε, στους γενικούς όρους των συμφωνιών που συνήπτε με τους παρόχους καταλυμάτων, τη λεγόμενη «ευρεία ρήτρα καλύτερης τιμής». Βάσει της ρήτρας αυτής, δεν επιτρεπόταν στους εν λόγω παρόχους να προσφέρουν, μέσω των δικών τους διαύλων πωλήσεων ή μέσω διαύλων πωλήσεων τους οποίους εκμεταλλεύονταν τρίτοι, συμπεριλαμβανομένων των ανταγωνιστικών OTA, δωμάτια σε τιμή χαμηλότερη από την προτεινόμενη στον ιστότοπο της Booking.com. Από το 2015 εφαρμόζεται μια στενή μορφή της ρήτρας αυτής, η οποία απαγορεύει μόνο την προσφορά διανυκτερεύσεων σε χαμηλότερη τιμή μέσω των διαύλων πωλήσεων των ίδιων των ξενοδόχων. Σύμφωνα με τα γερμανικά δικαστήρια, τα οποία δεν κατέθεσαν προδικαστικό ερώτημα ενώπιον του ΔΕΕ, η στενή ρήτρα καλύτερης τιμής περιόριζε σημαντικά τον ανταγωνισμό στην αγορά των διαδικτυακών πλατφορμών ξενοδοχειακών κρατήσεων καθώς και στην αγορά των ξενοδοχειακών καταλυμάτων. Το 2020 η Booking.com άσκησε ενώπιον του Rechtbank Amsterdam (πρωτοδικείου Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο στην υπό κρίση υπόθεση, αγωγή με αίτημα να αναγνωριστεί, αφενός, ότι οι ρήτρες καλύτερης τιμής τις οποίες χρησιμοποιεί δεν αντιβαίνουν στο άρθρο 101 ΣΛΕΕ και, αφετέρου, ότι οι εναγόμενες της κύριας δίκης δεν υπέστησαν ζημία λόγω των ρητρών αυτών. Οι τελευταίες ζήτησαν, με ανταγωγή, από το ως άνω δικαστήριο, αφενός, να διαπιστώσει ότι η Booking.com παρέβη το άρθρο 101 ΣΛΕΕ και, αφετέρου, να την υποχρεώσει να καταβάλει αποζημίωση για παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ. Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι τόσο οι ευρείες όσο και οι στενές ρήτρες καλύτερης τιμής οι οποίες περιλαμβάνονται στις συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ των διαδικτυακών πλατφορμών ξενοδοχειακών κρατήσεων και των παρόχων υπηρεσιών καταλυμάτων δεν εκφεύγουν του πεδίου εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης για τον λόγο ότι φέρονται να είναι παρεπόμενες των συμφωνιών αυτών. Επίσης, κρίθηκε ότι το άρθρο 3 § 1 του Καν. (ΕΕ) 330/2010, για την εφαρμογή του άρθρου 101 § 3 ΣΛΕΕ σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών, έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία μια διαδικτυακή πλατφόρμα ξενοδοχειακών κρατήσεων λειτουργεί ως μεσάζων σε συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ καταλυμάτων και καταναλωτών, ο ορισμός της σχετικής αγοράς για τους σκοπούς της εφαρμογής των προβλεπόμενων στη διάταξη αυτήν ορίων ως προς τα μερίδια αγοράς απαιτεί συγκεκριμένη εξέταση της δυνατότητας υποκατάστασης, από την άποψη της προσφοράς και της ζήτησης, μεταξύ των διαδικτυακών υπηρεσιών διαμεσολάβησης και των λοιπών διαύλων πωλήσεων.