25 Νοε 2024
Ο καταγγελλόμενος γιατρός δεν κατάφερε να τεκμηριώσει την προέλευση των (4.772) τηλεφωνικών αριθμών που έλαβαν το προωθητικό μήνυμά του, επισημαίνοντας μάλιστα ότι αυτός προέβαλε αντιφατικούς ισχυρισμούς, «οι οποίοι μεταβάλλονταν και προσαρμόζονταν διαρκώς αναλόγως με το στάδιο της έρευνας, ώστε να ανταποκρίνονται κάθε φορά στα νεότερα στοιχεία που είχε η Αρχή στη διάθεσή της». Λαμβάνοντας υπόψιν: α) το γεγονός ότι η λίστα αποδεκτών του ιατρού και η λίστα … του Νοσοκομείου X ταυτίζεται κατά 70%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό για να μπορεί βάσει στατιστικής να αποδοθεί σε σύμπτωση, β) το γεγονός ότι και στις δύο λίστες υπάρχουν 17 ίδιοι αριθμοί εσφαλμένοι, είναι δε απίθανο το ίδιο λάθος στην καταχώριση να έχει επαναληφθεί αυτούσιο δύο φορές και η συγκεκριμένη «τυχαία» επανάληψη του ιδίου σφάλματος να συμβεί συμπτωματικά σε 17 περιπτώσεις, και γ) το γεγονός ότι η επικαλούμενη από τον ιατρό διαδικασία συλλογής και καταχώρησης δεδομένων ασθενών στο πρόγραμμα του Νοσοκομείου δεν επιβεβαιώνεται από το Νοσοκομείο, ως εύλογο συμπέρασμα προκύπτει ότι ο ιατρός άντλησε τα στοιχεία επικοινωνίας ασθενών από το αρχείο του Νοσοκομείου στο οποίο είχε πρόσβαση, είτε ενεργώντας μόνος του είτε αξιοποιώντας τη βοήθεια κάποιου τρίτου. Σε σχέση με τον ισχυρισμό περί χρήσης γεννήτριας τυχαίων αριθμών, η Αρχή επεσήμανε πως η χρήση αυτή δεν αποτελεί νόμιμη πρακτική, ενώ αντίστοιχα ως προς τον ισχυρισμό περί άντλησης δεδομένων από δημόσια προσβάσιμους καταλόγους, η Αρχή παρατήρησε ότι η επεξεργασία αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής της νομικής βάσης του εννόμου συμφέροντος. Επίσης, η Αρχή διαπίστωσε πως η μοναδική ενέργεια στην οποία προέβη ο καταγγελλόμενος προς εκπλήρωση της υποχρέωσης διαφάνειας ήταν η ανάρτηση κειμένου στη σελίδα του στο Facebook, αρκετές ημέρες μετά την αποστολή των επίμαχων μηνυμάτων και με αναφορά στη συγκατάθεση των υποκειμένων. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε και η παραβίαση της υποχρέωσης του άρθρου 12 § 2 ΓΚΠΔ για διευκόλυνση στην άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων, με την Αρχή να επισημαίνει πως η απλή παραπομπή στη σελίδα του καταγγελλόμενου στο Facebook δεν καθιστά σαφή τη δυνατότητα άσκησης δικαιωμάτων του ΓΚΠΔ, ενώ δεν παρέχει και τρόπο επικοινωνίας για όσους αποδέκτες δεν διαθέτουν λογαριασμό στο συγκεκριμένο μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Για τον υπολογισμό του διοικητικού προστίμου, η Αρχή έλαβε υπόψιν της επιβαρυντικά, μεταξύ άλλων, την ιδιότητα του καταγγελλόμενου, που ως γιατρός «φέρει ιδιαίτερη υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου», επισημαίνοντας μάλιστα πως «δεν νοείται άγνοια των σχετικών διατάξεων περί προστασίας δεδομένων από επαγγελματία που υποχρεούται να τηρεί το ιατρικό απόρρητο». Επιβαρυντικά, επίσης, λειτούργησε και η προβολή αντιφατικών ισχυρισμών, «που μεταβάλλονταν ανάλογα με τα στοιχεία που είχε η Αρχή στη διάθεσή της, από την οποία συνάγεται προσπάθεια αποπροσανατολισμού της Αρχής και μη συνεργασία κατά τον έλεγχο». Με βάση τα ανωτέρω, η Αρχή επέβαλε στον καταγγελλόμενο διοικητικό πρόστιμο συνολικού ύψους δεκαπέντε χιλιάδων (15.000€) ευρώ (12.000€, για την παράβαση της βασικής αρχής της νομιμότητας, αντικειμενικότητας και διαφάνειας της επεξεργασίας και 3.000€, για την παράβαση της υποχρέωσης διευκόλυνσης των υποκειμένων στην άσκηση των δικαιωμάτων τους).