Βιβλία


Δίκαιο ξένων επενδύσεων

Δίκαιο ξένων επενδύσεων
Συγγραφέας
ISBN
978-960-445-785-4
Σελίδες
VIII + 404
Έτος
2011
Τιμή έντυπης έκδοσης
€ 35.0

Α. Κουτογλίδου, Δίκαιο ξένων επενδύσεων, 2011


Ως και μέχρι πριν από δυόμισι δεκαετίες, οι κανόνες διεθνούς δικαίου που αφορούσαν αποκλειστικά τις ξένες επενδύσεις ήταν σπάνιοι, ενώ μέχρι και τις αρχές του 1990, το οπλοστάσιο του δικαίου των ξένων επενδύσεων απαρτιζόταν από κάποιους κανόνες του γενικού διεθνούς δικαίου και από διμερείς επενδυτικές συνθήκες, οι οποίες όμως δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο ερμηνείας κατά την εκδίκαση κάποιας επενδυτικής διαφοράς. Τα νομικά εργαλεία με αποκλειστικό ρυθμιστικό αντικείμενο την επενδυτική σχέση και την επενδυτική διαφορά πολλαπλασιάστηκαν τη δεκαετία του 1990, με αποτέλεσμα ο αριθμός των διμερών επενδυτικών συνθηκών που παρέπεμπαν την επίλυση των διαφορών μεταξύ κρατών και ξένων επενδυτών στη διεθνή διαιτησία να ξεπεράσει μέσα σε μια περίπου δεκαετία τις δύο χιλιάδες. Παράλληλα, η υπογραφή της NAFTA και της Συνθήκης του Χάρτη Ενέργειας ενίσχυσαν τη δυναμική της εξέλιξης αυτής. Η αύξηση της συνομολόγησης νομικών εργαλείων προώθησης και προστασίας των ξένων επενδύσεων επέφερε αναπόφευκτα αντίστοιχη αύξηση των προσφυγών στη διεθνή διαιτησία προς το τέλος της δεκαετίας του ’90. Ωστόσο, η έλλειψη κανόνων ιεράρχησης των νομικών αυτών εργαλείων, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το κράτος και ο ξένος επενδυτής εμφανίζονταν με διαφορετικές ιδιότητες ενώπιον εθνικών και διεθνών διαιτητικών δικαστηρίων, παρείχαν τη δυνατότητα στον ξένο επενδυτή να προσφεύγει ταυτόχρονα ή διαδοχικά σε περισσότερους δικαιοδοτικούς μηχανισμούς. Το ζήτημα, λοιπόν, της πολλαπλότητας, υπό την έννοια της άναρχης διαδραστικότητας, των τρόπων επίλυσης των διαφορών μεταξύ κρατών και ξένων επενδυτών εμφανίστηκε και αντιμετωπίστηκε αρχικά από τη νομολογία των διαιτητικών δικαστηρίων. Τούτα καλούνταν συνήθως να αποφανθούν δεύτερα χρονικά επί μιας διαφοράς που ήδη εκκρεμούσε, ή η εκδίκαση της οποίας είχε ολοκληρωθεί, ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων του κράτους υποδοχής ή ενώπιον άλλου διαιτητικού δικαστηρίου. Και ενώ η αντιμετώπιση του ζητήματος θα ήταν απλή στο πλαίσιο μιας εθνικής έννομης τάξης, το γεγονός ότι ο ξένος επενδυτής προσέφευγε σε διαφορετικούς δικαιοδοτικούς μηχανισμούς (εθνικούς και διεθνείς) υπό διαφορετικές ιδιότητες ή στη βάση διαφορετικών νομικών εργαλείων, καθιστούσε αδύνατη την εφαρμογή των παραδοσιακών δικονομικών κανόνων αποκλεισμού παράλληλων διαδικασιών (ιδίως της εκκρεμοδικίας και του δεδικασμένου), λόγω αδυναμίας πλήρωσης των προϋποθέσεων της ταυτότητας προσώπων, της ιστορικής και νομικής αιτίας και του αιτήματος των παράλληλων προσφυγών. Η εκδίκαση εκ νέου της ίδιας ή συναφούς επενδυτικής διαφοράς μεταξύ των ίδιων ή συνδεδεμένων μερών και η έκδοση των πρώτων αντιφατικών αποφάσεων ήταν τα σημάδια μιας υποβόσκουσας κρίσης στους τρόπους επίλυσης των διαφορών μεταξύ κρατών και ξένων επενδυτών.
Το παρόν έργο καταγράφει όλες τις εκδοχές πολλαπλότητας που μπορούν να προκύψουν εξαιτίας της διαδραστικότητας των νομικών εργαλείων ρύθμισης της επενδυτικής διαφοράς. Κωδικοποιεί τα νομολογιακά συμπεράσματα αντλώντας εξ αυτών τους αναγκαίους κανόνες ιεράρχησης των πολλαπλών διαδικασιών. Συγκεντρώνει, έτσι, τα διάσπαρτα συμπτώματα της φερόμενης ως κρίσης του δικαίου της επίλυσης των διαφορών μεταξύ κρατών και ξένων επενδυτών, εντοπίζοντας τη θεμελιώδη αιτία τους και εξηγώντας σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση τον τρόπο με τον οποίο η πολυνομία οδηγεί στην πολλαπλότητα, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο αυτή δύναται να αντιμετωπιστεί συνολικά ως φαινόμενο και όχι μεμονωμένα ως σύμπτωμα.

Διαθέσιμο σε:

     
Ανάγνωση online