Βιβλία


Η καταχρηστική άσκηση εμπράγματου δικαιώματος υπό το πρίσμα της αντιφατικής συμπεριφοράς εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου

Η καταχρηστική άσκηση εμπράγματου δικαιώματος υπό το πρίσμα της αντιφατικής συμπεριφοράς εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου
Συγγραφέας
Σειρά
Αριθ. σειράς
7
ISBN
978-960-648-837-5
Σελίδες
XVΙ + 386
Έτος
2024
Τιμή έντυπης έκδοσης
€ 35.0

Ε. Οικονομίδου, Η καταχρηστική άσκηση εμπράγματου δικαιώματος υπό το πρίσμα της αντιφατικής συμπεριφοράς εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου, 2024


Η Επιθεώρηση Ακινήτων αφιερώνει την παρούσα έκδοση των δημοσιευμάτων της (έβδομος κατά σειρά τόμος, σελίδες XV + 386) στην απαγόρευση αντιφατικής συμπεριφοράς, ως ειδικότερη έκφανση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου, με τη γραφίδα της Ελένης Οικονομίδου.
Η ως άνω μελέτη επιχειρεί να προσεγγίσει τη λειτουργία της ανακόλουθης συμπεριφοράς του ελληνικού Δημοσίου εντός της εμπράγματης δίκης, εστιάζοντας σε ειδικές εκφάνσεις αντιφατικότητας, επιχειρώντας αφενός να εξακριβώσει τις προϋποθέσεις μιας καταλογιστέας συμπεριφοράς της Διοίκησης, και αφετέρου να τυποποιήσει τα κριτήρια της ανακολουθίας εξ αφορμής της πρόσφατης απόφασης του Ανωτάτου Ακυρωτικού μας Δικαστηρίου υπ’ αριθ. 747/2022. Στο πεδίο αυτής της ανάλυσης, δεν θα μπορούσε να μην δοκιμασθεί η ανθεκτικότητα του θεσμού εντός και εκτός του πραγματικού εμπιστοσύνης (ένσταση γενικού δόλου).
Η δημιουργία και μόνο της εύλογης εμπιστοσύνης ότι το δικαίωμα του Δημοσίου δεν θα ασκηθεί δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη μη ανατροπή της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί. Πέραν της εκδηλωθείσας από το Δημόσιο θετικής ενέργειας «όσον αφορά στην έκφραση της βούλησης του δικαιούχου να μην ασκήσει το δικαίωμά του», πρέπει να συντρέχουν ιδιαίτερες περιστάσεις, βαρύνουσα συμπεριφορά του Δημοσίου (διαπιστούμενη με την παραβίαση των επί μέρους αρχών δράσης της δημόσιας διοίκησης, ως η αρχή του estoppel, ή της απαγόρευσης ανάκλησης ευμενών διοικητικών πράξεων, επί παραδείγματι), οπότε αυτή και μόνη δικαιολογεί τη θυσία του δικαιώματος του τελευταίου, χωρίς να προσαπαιτείται κάτι επιπλέον για την κατάφαση της διάψευσης της εμπιστοσύνης του διοικουμένου. Τα ανωτέρω επισφράγισε η πρόσφατη ΑΠ 747/2022, η οποία ξεκαθάρισε ακόμη περισσότερο το έρεισμα της απαγόρευσης αντιφατικής συμπεριφοράς ενώ δίδεται η εντύπωση ότι εξακολουθούμε να κινούμαστε εντός πραγματικού εμπιστοσύνης, εν τούτοις το επίπεδο βαρύνουσας αδράνειας ή αμέλειας της Διοίκησης προδιαθέτει για την εγκατάλειψη αυτού –με την αξιοποίηση του εργαλείου του Κινητού Συστήματος– που επιτυγχάνεται μέσω της εισαγωγής του οχήματος των (επί μέρους) κανόνων δικαίου αντί ή στη θέση των πραγματικών ισχυρισμών.

Διαθέσιμο σε:

     
Ανάγνωση online