Δ. Ζερδελής, Αναλογικότητα και Απεργία, 2013
Η αναλογικότητα είναι μια γενική αρχή του δικαίου, η οποία απορρέει άμεσα από την ιδέα της δικαιοσύνης. Εκφράζει την ιδέα του «μέτρου», την απαγόρευση υπερβολών κατά την άσκηση μιας εξουσίας και γενικότερα κατά την εκδήλωση οποιασδήποτε συμπεριφοράς. Ιστορικά έχει συνδεθεί με το δημόσιο δίκαιο, στο χώρο του οποίου έχει γνωρίσει σημαντική εφαρμογή ως κριτήριο ελέγχου των περιορισμών που επιβάλλουν τα κρατικά όργανα στην άσκηση των συνταγματικών δικαιωμάτων. Η εφαρμογή της δεν περιορίζεται όμως μόνο στο δημόσιο δίκαιο. Η αρχή της αναλογικότητας διατρέχει όλους τους χώρους του δικαίου και συνεπώς βρίσκει εφαρμογή και στο ιδιωτικό δίκαιο. Και στο ιδιωτικό δίκαιο, όπως και στο δημόσιο δίκαιο, λειτουργεί ως μηχανισμός επίλυσης της σύγκρουσης έννομων αγαθών και συμφερόντων. Σε κάθε όμως περίπτωση εφαρμογής της, είτε ως κριτήριο ελέγχου του περιεχομένου των συμβάσεων είτε ως κριτήριο της άσκησης ιδιωτικού δικαίου δικαιωμάτων, δεν αρκεί ο χαρακτηρισμός της ως «γενικώς ισχύουσας αρχής» για να δικαιολογήσει κανείς τον περιορισμό της ιδιωτικής δράσης και συμπεριφοράς, πολύ δε περισσότερο όταν η δράση αυτή είναι εκδήλωση συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων. Επιβάλλεται να αναζητηθεί ο ειδικότερος λόγος ισχύος της αρχής και να συγκεκριμενοποιηθεί το περιεχόμενό της. Το περιεχόμενο που προσλαμβάνουν οι επιμέρους επιταγές της αναλογικότητας, αυτές της καταλληλότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας υπό στενή έννοια, διαφοροποιείται ανάλογα με τις διαφορές που εμφανίζουν οι συγκρούσεις δικαιωμάτων και συμφερόντων που καλείται η αρχή αυτή να ρυθμίσει. Τα δύο αυτά ζητήματα, το «αν» και το «πώς» της εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας για τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας, αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας μελέτης.
Διαθέσιμο σε: