Σ. Κυβέλος, Η ενδικοφανής προσφυγή, 2η έκδ., 2016
Τρία χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του ανά χείρας έργου, η προβληματική της ενδικοφανούς προσφυγής παραμένει στην επικαιρότητα του δημοσίου διαλόγου για την αναμόρφωση της διοικητικής δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα, μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης έκδοσης, ο νομοθέτης τροποποίησε μεγάλο αριθμό διατάξεων που προέβλεπαν ενδικοφανείς προσφυγές, άλλοτε βελτιώνοντας τις υφιστάμενες ρυθμίσεις και άλλοτε υιοθετώντας νέες ενδικοφανείς διαδικασίες. Στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου δόθηκε έμφαση στις πρόσφατες νομοθετικές εξελίξεις και αξιοποιήθηκε η νεότερη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η μελέτη ερευνά, για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία, το σύστημα των ενδικοφανών προσφυγών, όπως αυτό εμφανίζεται και λειτουργεί στην ελληνική έννομη τάξη. Διαρθρώνεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος εξετάζεται η θέση και η λειτουργία της ενδικοφανούς προσφυγής στο ουσιαστικό διοικητικό δίκαιο, αναλύονται, ειδικότερα, οι κανόνες που τη διέπουν και επιχειρείται η εξαντλητική καταγραφή των περιπτώσεων της συγκεκριμένης προσφυγής που απαντούν στο ελληνικό δίκαιο. Το δεύτερο μέρος αφορά τη διαπλοκή της ενδικοφανούς προσφυγής με τη διοικητική δίκη και τη σχέση της με τα ένδικα βοηθήματα. Η συνολική αποτίμηση του θεσμού των ενδικοφανών προσφυγών και του πλούσιου νομολογιακού υλικού προβάλλει το ελληνικό μοντέλο «υποχρεωτικής διοικητικής προσφυγής», το οποίο έχει δεχθεί σημαντικές επιρροές από τις αντίστοιχες διοικητικές προσφυγές της γαλλικής και της γερμανικής έννομης τάξης. Η μελέτη εκπονήθηκε σε μία περίοδο όπου η συζήτηση στην ελληνική έννομη τάξη για τη ριζική μεταρρύθμιση του συστήματος των ενδικοφανών προσφυγών βρίσκεται στο επίκεντρο των νομικών ανησυχιών και αναζητήσεων. Υπό το πρίσμα των συζητήσεων αυτών, τα πορίσματα της παρούσας μελέτης επιχειρούν να αναδείξουν την εγγενή δυνατότητα της ενδικοφανούς προσφυγής να αποτελέσει εναλλακτικό μέσο αποτελεσματικής έννομης προστασίας που θα συμβάλει επιπρόσθετα και στην επιτάχυνση της διοικητικής δίκης, ανάγκες που αποτελούν βασικό πρόσταγμα της σύγχρονης εποχής. Η σημασία της μελέτης ενισχύεται και από το γεγονός ότι εκπονήθηκε σε μια περίοδο επιβεβλημένης, λόγω των συνθηκών, ευρείας διοικητικής μεταρρύθμισης, δείχνοντας τον δρόμο και τα όρια των αναγκαίων αλλαγών στον συγκεκριμένο τομέα. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της επισήμανσης των κενών των επιμέρους ρυθμίσεων, της ανάδειξης των εμπειρικών λύσεων του ελληνικού δικαίου, της αξιοποίησης των συναφών αλλοδαπών προτύπων και της διατύπωσης ενός ολοκληρωμένου συστήματος τεκμηριωμένων προτάσεων για τη βελτίωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου.
Διαθέσιμο σε: