17 Οκτ 2023
Η βαριά αμέλεια προϋποθέτει αντικειμενικά μια ιδιαίτερα σοβαρή αθέτηση των υποχρεώσεων επιμέλειας του χρήστη κατά το άρ. 69 Ν. 4537/2018 και υποκειμενικά αυξημένη προσωπική μομφή εις βάρος του χρήστη. Σε σχέση με την χρήση μέσων πληρωμής δεν απαιτείται η λήψη όλων των δυνατών μέσων προφύλαξης, τα οποία θα εξασφάλιζαν μέγιστη προστασία. Λαμβάνονται υπόψη μόνο εκείνα τα μέτρα που είναι πρακτικώς υλοποιήσιμα. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να αξιωθεί από τον κάτοχο περισσότερων καρτών να απομνημονεύει εξαντλητικά τους προσωπικούς αριθμούς ασφαλείας. Κλασσική περίπτωση βαριάς αμέλειας αποτελεί η από κοινού φύλαξη της χρεωστικής κάρτας και του μυστικού αριθμού (ΡΙΝ). Περαιτέρω, στην ηλεκτρονική τραπεζική και ειδικότερα στις περιπτώσεις πρακτικών εξαπάτησης «phishing», «pharming» και «keylogging», επειδή υφίστανται σημαντικές δυνατότητες πρόσβασης τρίτων, δεν μπορεί άνευ ετέρου να καταλογισθεί στον χρήστη παραβίαση των υποχρεώσεών του. Ωστόσο, κατά την εκτίμηση της βαριάς αμέλειας του χρήστη πρέπει να λαμβάνονται υπόψη o επαγγελματισμός, το επίπεδο εμπειρίας του και οι συγκεκριμένες συνθήκες, υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αθέτηση των υποχρεώσεων.